Στα 12 έκανε αλχημείες με διάφορα δηλητήρια. Στα 15 του σκότωσε τη μητριά του και έμεινε έγκλειστος σε ψυχιατρική κλινική υψίστης ασφαλείας. Αποφυλακίστηκε, δηλώνοντας ότι για κάθε χρόνο που έμεινε έγκλειστος θα σκότωνε και από ένα άτομο.
Ο Γκράχαμ Γιουνγκ, γνωστός και ως «τρελός επιστήμονας», είχε εμμονή με τους κατά συρροή δολοφόνους και τη Χημεία.
Παιδικά χρόνια και το άγχος του αποχωρισμού
Ο Γκράχαμ Φρέντερικ Γιουνγκ γεννήθηκε στις 7 Σεπτεμβρίου 1947 στο Βόρειο Λονδίνο.
Η μητέρα του λίγο μετά τη γέννα πέθανε από φυματίωση και ο πατέρας του Γιουνγκ δεν μπορούσε να συντηρήσει τον γιο του και την μεγαλύτερη αδερφή του.
Ο Γκράχαμ μεγάλωσε με τη θεία του και η αδερφή του, Γουίνιφρεντ, μετακόμισε με τους παππούδες της.
Τρία χρόνια αργότερα, το 1950, ο πατέρας του Γκράχαμ παντρεύτηκε ξανά και πήρε τα παιδιά στο σπίτι του.
Ο μικρός Γιουνγκ είχε έρθει πολύ κοντά με τη θεία του και λίγο αργότερα εμφάνισε συμπτώματα «διαταραχής άγχους διαχωρισμού».
Η περίεργη συμπεριφορά του συνεχίστηκε και τα πρώτα σχολικά του χρόνια
Απομονωμένος, είχε ελάχιστος φίλους, και προτιμούσε να περνά τον ελεύθερο χρόνο του, επιλέγοντας μοναχικά «χόμπι», αλλά και διαβάζοντας μανιωδώς βιβλία με κατά συρροή δολοφόνους.
Στη εφηβεία του, ανέπτυξε ένα ενδιαφέρον για τον Χίτλερ και συνήθιζε να κυκλοφορεί με σβάστικες, ενώ έκανε λόγο για μυστικές ιεροτελεστίες.
Την ίδια περίπου εποχή, εξαφανίστηκαν πάρα πολλές γάτες από την περιοχή.
Ο περίεργος νέος, παράλληλα, ήταν σχεδόν εμμονικός με τη χημεία και τη τοξικολογία.
Αυτό δεν παραξένεψε τον πατέρα του που τον ενθάρρυνε να συνεχίσει και του έκανε δώρο ένα σετ Χημείας.
Τα ανθρώπινα «πειραματόζωα» και το πρώτο θύμα
Σε Φυσική, Χημεία και Τοξικολογία ήταν άριστος. Γρήγορα όμως κατάλαβε ότι η σχολική εκπαίδευση γύρω από τα αγαπημένα του μαθήματα ήταν περιορισμένη και έτσι συνέχισε να διευρύνει τις γνώσεις του διαβάζοντας εξωσχολικά βιβλία.
Στα 13 του ήταν εξαιρετικός γνώστης παρασκευής διαφόρων χημικών ενώσεων και δηλητηρίων και κατάφερε να πείσει αρκετούς φαρμακοποιούς ότι ήταν μεγαλύτερος για να προμηθεύεται επικίνδυνα υλικά.
Οι συμμαθητές του τον φώναζαν «τρελό επιστήμονα».
Δεν του έφταναν μόνο οι πειραματισμοί και αποφάσισε να δοκιμάσει τα παρασκευάσματά του σε ανθρώπους. Πρώτο του «πειραματόζωο», ο συμμαθητής του, Κρίστοφερ Γουίλιαμς.
Ο άτυχος Γουίλιαμς πέρασε ένα μεγάλο διάστημα, κάνοντας εμετούς και έχοντας φριχτούς πονοκεφάλους και κράμπες, μέχρι να ανακαλύψουν απορημένοι οι γιατροί ότι ο νεαρός ήταν θύμα δηλητηρίασης από ένα εξαιρετικά σπάνιο «χημικό κοκτέιλ».
Ο Γιουνγκ, για να μην τραβήξει παραπάνω προσοχή, στράφηκε στην οικογένειά του.
Για πολλούς μήνες, η αδερφή του, ο πατέρας του και η μητριά του βίωναν παρόμοια συμπτώματα με αυτά του Γουίλιαμ.
Ο πατέρας του Γκράχαμ, θεώρησε ότι μπορεί να έφταιγε ο γιος του, καθώς πειραματιζόταν πολλές ώρες με το σετ Χημείας του.
Ο νεαρός το αρνήθηκε.
Στην πραγματικότητα, έριχνε στο τσάι της οικογένειας του μικρές ποσότητες αντιμόνιου.
Τα πράγματα χειροτέρεψαν όμως όταν η μητριά του, εισήχθη σε κωματώδη κατάσταση στο νοσοκομείο.
Λίγες ώρες νωρίτερα, ο πατέρας του την είχε βρει να σφαδάζει στον κήπο από τους πόνους με τον Γιουγνκ να παρατηρεί από μακριά ικανοποιημένος.
Η μητριά του τελικά πέθανε και στον οργανισμό της βρήκαν ίχνη μπελαντόνας.
Η γυναίκα είχε αποκτήσει «ανοσία» στο αντιμόνιο και το βράδυ πριν από τον θάνατό της, ο Γκράχαμ είχε ρίξει στο τσάι της την επικίνδυνη σκόνη μπελαντόνας.
Διαμονή στο ψυχιατρική κλινική υψίστης ασφαλείας
Ο θάνατος της μητριάς του κίνησε υποψίες ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας.
Τελικά, η αγαπημένη θεία του Γκράχαμ ήταν αυτή που πήρε την πρωτοβουλία να στείλει τον ανιψιό της σε ψυχίατρο.
Ο ψυχίατρος με τη σειρά του κάλεσε την αστυνομία και στις 23 Μαΐου 1962 συνελήφθη.
Ο Γιουνγκ ομολόγησε ότι δηλητηρίαζε επανειλημμένως την οικογένειά του.
Δεν του ασκήθηκαν ωστόσο κατηγορίες ανθρωποκτονίας, καθώς η μητριά του αποτεφρώθηκε και δεν υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία.
Αντί αυτού, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ψυχικών νοσημάτων «Broadmooor», υψίστης ασφαλείας.
Έγινε ο μικρότερος τρόφιμος σε ηλικία από το 1888.
Στα σχεδόν 8 χρόνια που έμεινε στο νοσοκομείο, πολλοί ασθενείς παρουσίασαν παράξενα συμπτώματα, ενώ ένας τρόφιμος πέθανε.
Ο Γκράχαμ κατασκεύασε μια ουσία που έμοιαζε με τη ζάχαρη και την έριχνε στο ροφήματα των ασθενών και του ιατρικού προσωπικού.
Κανείς βέβαια δεν το υποπτεύθηκε και ο θάνατος του ασθενή ερμηνεύτηκε ως αυτοκτονία.
Το 1970 ο Γιουνγκ πήρε εξιτήριο από την κλινική, ως «θεραπευμενος».
Προτού φύγει, ο 23χρονος, πλέον, Γκράχαμ είπε σε μια νοσοκόμα ότι θα σκοτώσει τόσους ανθρώπους όσα ήταν τα χρόνια που έμεινε έγκλειστος.
Η δήλωση καταγράφηκε στα ιατρικά αρχεία του νοσοκομείου, ωστόσο, κανείς δεν το πήρε στα σοβαρά.
Η χαμένη δεύτερη ευκαιρία
Ο Γιουνγκ επικοινώνησε με την οικογένεια του. Ο πατέρας του ήταν ανένδοτος. Η μεγαλύτερη αδερφή του όμως τον φιλοξένησε στο σπίτι της μαζί με τον σύζυγό της.
Ο Γκράχαμ έκανε πολύωρες βόλτες σε βοτανικούς κήπους και μάζευε κρυφά αποστάγματα από διάφορα φυτά.
Παράλληλα, βρήκε εργασία σε ένα εργαστήριο παρασκευής προϊόντων για τον στρατό που χρησιμοποιούσε ως κύριο υλικό το θάλλιο, ένα μαλακό γκρι μέταλλο.
Οι συνάδελφοί του ήξεραν ότι υπήρξε έγκλειστος σε ψυχιατρική κλινική, αλλά δεν γνώριζαν τον λόγο.
Έτσι, δεν τους παραξένεψε όταν ο Γκράχαμ ήταν ενθουσιασμένος που τους πρόσφερε τσάι και καφέ.
Σύντομα, πολλοί υπάλληλοι είχαν δυσφορία, πονοκεφάλους και έντονη ζαλάδα όσο ήταν στη δουλειά τους. Τα συμπτώματα υποχωρούσαν όταν γύριζαν στο σπίτι τους.
Η σύλληψη και το τέλος του δολοφόνου
Τον Ιούλιο του 1971 πέθανε ο Μπομ Ιγκλ, συνάδελφος του Γιουνγκ. Οι γιατροί δεν βρήκαν κάτι περίεργο επειδή εκείνο το διάστημα ένα έντομο είχε προκαλέσει μικρή επιδημία στην περιοχή και τα συμπτώματα ήταν παρόμοια.
Δύο μήνες μετά πέθανε ακόμη ένας υπάλληλος, ο 60χρονος Φρεντ Μπιγκς.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή, τουλάχιστον 70 άτομα είχαν νοσήσει στον ίδιο χώρο, γεγονός που κίνησε υποψίες ότι είχε εμπλακεί ο Γιουνγκ.
Αυτές επιβεβαιώθηκαν, όταν ο Γκράχαμ πήγε στο ιατρικό προσωπικό και τους ρώτησε γιατί δεν θεωρεί κανείς τη δηλητηρίαση από θάλλιο την αιτία των θανάτων, αλλά και των συμπτωμάτων.
Ο γιατρός ενημέρωσε τον υπεύθυνο του εργαστηρίου και εκείνος πήγε στην αστυνομία.
Στις 21 Νοεμβρίου, ο Γκράχαμ Γιουνγκ συνελήφθη. Είχε στην κατοχή του θάλλιο, ενώ η αστυνομία βρήκε το ημερολόγιο του δολοφόνου, όπου είχε καταγράψει με κάθε λεπτομέρεια τις κινήσεις του.
Κατά την ανάκριση του, παραδέχθηκε ότι συνέχισε να πειραματίζεται με δηλητήρια, αλλά δήλωσε αθώος.
Την αθωότητα του υποστήριξε και στο δικαστήριο.
Κατηγορήθηκε για ανθρωποκτονία δύο ανθρώπων και για απόπειρα ανθρωποκτονίας άλλων δύο.
Στη δίκη απέκτησε και το παρατσούκλι «Δηλητηριαστής με την Τσαγιέρα».
Ο ίδιος προκλητικά δήλωσε ότι θα προτιμούσε «Δηλητηριαστής του Κόσμου».
Καταδικάστηκε σε τέσσερις φορές ισόβια και όταν ρωτήθηκε αν νιώθει ενοχές για τον θάνατο που σκόρπισε, απάντησε πως «το μόνο που νιώθω είναι ένα τεράστιο κενό στην ψυχή μου».
Την 1η Αυγούστου 1990 ο Γκράχαμ Γιουνγκ βρέθηκε νεκρός στο κελί του, στα 42 του χρόνια. Η επίσημη αιτία θανάτου ήταν καρδιακή ανακοπή.
Ανεπίσημα, όμως διαδόθηκε ότι βαρέθηκε τη ζωή του στη φυλακή και έφτιαξε ακόμη ένα δηλητηριώδες παρασκεύασμα για εκείνον.
Το τελευταίο του «πειραματόζωο» ήταν ο ίδιος του ο εαυτός.