2 Απριλίου 1988. Ο 22χρονος Κρις Μπράισον πηδάει από το παράθυρο του πρώτου ορόφου μιας κίτρινης μονοκατοικίας. Είναι γυμνός, κακοποιημένος και φορά μόνο ένα κολάρο στο λαιμό του. Φωνάζει και χτυπά την πόρτα του κοντινότερου σπιτιού. Οι γείτονες καλούν την αστυνομία. Είναι το τέλος του Ρόμπερτ Μπερντέλλα.
Ο διαβόητος «Χασάπης του Κάνσας» σοδόμισε, βασάνισε και δολοφόνησε έξι νεαρούς ομοφυλόφιλους άντρες προτού συλληφθεί.
Ο Ρόμπερτ Άντριου Μπερντέλλα γεννήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 1949 στο Οχάιο. Ο πατέρας του ήταν καθολικός και έτσι η οικογένεια μεγάλωσε σε ένα βαθιά θρησκευόμενο και συντηρητικό περιβάλλον. Στα επτά του απέκτησε έναν μικρότερο αδερφό που έγινε ο αγαπημένος του πατέρα του.
Ο Μπερντέλλα φορούσε τεράστια, χοντρά μυωπικά γυαλιά και ήταν αρκετά παχύς, εξ αιτίας προβλήματος στον μεταβολισμό του.
Παράλληλα, μιλούσε τραυλίζοντας ελαφρά. Η περίεργη εξωτερική του εμφάνιση τον στοχοποίησε στο σχολείο και συχνά έπεφτε θύμα εκφοβισμού.
Οι σχολικές του επιδόσεις ήταν πολύ καλές, αλλά αυτό δεν αρκούσε για να κερδίσει την εύνοια του πατέρα του, ο οποίος συχνά τον εξευτέλιζε και τον χτυπούσε.
Ο Ρόμπερτ μετατράπηκε σταδιακά σε ένα εσωστρεφές και ακοινώνητο αγόρι, με ελάχιστους φίλους και παράξενα γούστα.
Στα 16 του, η ζωή του Μπερντέλλα στιγματίστηκε από μια σειρά άσχημων γεγονότων.
Ο πατέρας του πέθανε ξαφνικά παραμονές Πρωτοχρονιάς από ανακοπή καρδιάς.
Λίγους μήνες αργότερα, η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε και ο έφηβος το θεώρησε ασέβεια προς τον νεκρό πατέρα του.
Την ίδια περίπου εποχή, ο Ρόμπερτ, που δούλευε σε εστιατόριο, κακοποιήθηκε σεξουαλικά από έναν συνάδελφό του.
Όλα αυτά, τον γέμισαν μνησικακία και οργή για τους ανθρώπους, κυρίως για την οικογένεια του. Απέρριψε τον καθολικισμό και ανέτρεξε σε διαφορετικές θρησκείες και μυστικιστικές θεωρίες, χωρίς όμως να βρει πουθενά παρηγοριά.
Μετακόμιση στο Κάνσας, ναρκωτικά και το ιδιαίτερο μαγαζί του Μπερντέλλα
Στα 18 του ο Μπερντέλλα έφυγε από το Οχάιο για σπουδές στη Σχολή Καλών Τεχνών στο Κάνσας.
Εξαιρετικός φοιτητής, χωρίς όμως όμως ποτέ να ολοκληρώσει τις σπουδές του.
Οι πειραματισμοί του ήταν ανορθολογικοί, με αποτέλεσμα οι καθηγητές να τον τιμωρούν συνέχεια.
Σε τρεις συγκεκριμένες περιπτώσεις πειραματίστηκε πάνω σε ζώα. Έφτασε στο σημείο να σκοτώσει ένα σκύλο μπροστά σε κόσμο «για την τέχνη».
Παράλληλα, είχε προβλήματα με τον νόμο όταν τον συνέλαβαν να πουλά μαριχουάνα και LSD σε φοιτητές.
Εγκατέλειψε τη σχολή και απομονώθηκε ακόμη περισσότερο. Ξεκίνησε να συλλέγει αρκετά παράδοξα πράγματα και να επικοινωνεί ταχυδρομικώς με ανθρώπους από το Βιετνάμ και τη Βιρμανία.
Αρχές του 1980, ο Μπερντέλλα, αποφάσισε να γίνει ενεργό μέλος της κοινότητας του Κάνσας.
Έχοντας ανακαλύψει ήδη από την εφηβεία του ότι είναι ομοφυλόφιλος, ένιωθε μια συμπάθεια για περιθωριοποιημένους νεαρούς και εργαζόταν εθελοντικά ως κοινωνικός σύμβουλος.
Λίγους μήνες αργότερα, άνοιξε το κατάστημα του «Bob’s Bazaar Bizarre». Το μικρό του μαγαζί σύντομα έγινε γνωστό για τα περίεργα εκθέματά του.
Ο Ρόμπερτ πουλούσε, μεταξύ άλλων, ανθρώπινα κρανία, αποκρυφιστικά βιβλία και φωτογραφίες από μυθολογικά τέρατα. Σε αυτόν το χώρο βρήκε και το πρώτο του θύμα.
Τα αποτρόπαια βασανιστήρια και η δολοφονία έξι νέων αντρών
Στις 5 Ιουλίου 1984, ο 20χρονος Τζέρι Χάουελ εξαφανίστηκε. Ήταν το πρώτο θύμα του.
Μέχρι το 1987, ο Ρόμπερτ Μπερντέλλα είχε δολοφονήσει άλλα πέντε άτομα, τον Ρόμπερτ Σέλντον, τον Μαρκ Γουάλας, τον Τζέιμς Φέρις, τον Τοντ Στουπς και τον Λάρι Πίρσον.
Όλα τα θύματα ήταν ομοφυλόφιλοι, μεταξύ 18 και 22 ετών. Η πιο «παραγωγική» χρονιά του Μπερντέλλα ήταν το 1985, οπότε φέρεται πως δολοφόνησε τρία από τα έξι θύματά του.
Ο Ρόμπερτ Μπερντέλλα δελέαζε τα νεαρά αγόρια και τα έφερνε στο σπίτι του. Εκεί τα νάρκωνε είτε με κατασταλτικά χάπια είτε με ηρεμιστικά προορισμένα για άλογα!
Στη συνέχεια τα οδηγούσε στο υπόγειο ή στο υπνοδωμάτιο του και τα έδενε στο κρεβάτι, χρησιμοποιώντας σύρμα πιάνου.
Για τις επόμενες εβδομάδες, βασάνιζε φρικτά τους ομήρους του.
Τους σοδόμιζε, τους έκανε ηλεκτροσόκ και τους χτυπούσε με διάφορα όργανα. Έβαζε στόκο στα αυτιά τους, έκαιγε με χλωρίνη τα μάτια τους και έκανε ένεση με χλωρίνη στις φωνητικές τους χορδές.
Κατέγραφε όλα τα βασανιστήρια και έβγαζε αμέτρητες φωτογραφίες, προτού δολοφονήσει τους αιχμαλώτους του.
Με μια πλαστική σακούλα στο κεφάλι, τα θύματα πέθαιναν από ασφυξία.
Έπειτα τους κρεμούσε ανάποδα από το ταβάνι και τους έκοβε τις φλέβες.
Μετά την ολοκληρωτική αφαίμαξη των κορμιών τους, ο δολοφόνος με κοφτερά αντικείμενα, «σχεδίαζε» πάνω στα σώματά τους προτού τα διαμελίσει με χασαπομάχαιρο ή αλυσοπρίονο.
Συνήθιζε να κρατά μέρη από τα σώματα, μεταξύ άλλων τα κρανία τους, που τα έθαβε στην αυλή του, πορτοφόλια και ταυτότητες ως τρόπαια.
Το τέλος του κατά συρροήν δολοφόνου
Μετά την απόδραση του έβδομου θύματος του, ο Μπερντέλλα συνελήφθη. Η αστυνομία βρήκε στο διαμέρισμα του 334 φωτογραφίες «Polaroid»τουλάχιστον 20 διαφορετικών αντρών και τετράδια με λεπτομερείς περιγραφές των βασανιστηρίων. Τα διαμελισμένα σώματα των θυμάτων δεν ανακαλύφθηκαν ποτέ και πολλοί εικάζουν ότι ο Μπερντέλλα τάισε με αυτά τους δύο σκύλους που είχε στην κατοχή του.
Ο Μπερντέλλα κατηγορήθηκε για ανθρωποκτονία, σοδομισμό και εκούσιο περιορισμό. Ο δράστης συμφώνησε να απολογηθεί πλήρως για να αποφύγει τη θανατική ποινή.
Μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι δεν τον οδήγησε το δολοφονικό ένστικτο στην ανθρωποκτονία, αλλά η «περιέργεια» να δει πώς αντιδρά ένα σώμα κάτω από ακραίες καταστάσεις.
Ισχυριζόταν πως ήταν η οργή του για την ανθρωπότητα που τον ώθησε να προκαλεί πόνο στους άλλους.
Πέθανε στο κελί του στις 8 Οκτωβρίου 1992.
Διαβάστε στη «ΜτΧ»: Το σατανικό ζευγάρι που βίαζε, σκότωνε και διαμέλιζε νεαρές κοπέλες. Ανάμεσα στα θύματα ήταν και μία κόρη τους. Η γυναίκα καταδικάστηκε σε ισόβια και ο άνδρας αυτοκτόνησε στη φυλακή, αφήνοντας σημείωμα…