Στις 3 Δεκεμβρίου του 1957, η 7χρονη Μαρία Ρίντουλφ έπαιζε στην αυλή του σπιτιού της με την φίλη της, Κάθι Σίγκμαν.
Τις πλησίασε ένας νεαρός άντρας. Tους συστήθηκε ως Τζόνι και ζήτησε να παίξει μαζί τους.
Περίμενε με την Κάθι, όσο η Μαρία επέστρεψε στο σπίτι της, για να φέρει μία κούκλα και να του τη δείξει.
Τότε η Κάθι αποφάσισε να πάει κι εκείνη σπίτι της, να πάρει γάντια, για να συνεχίσουν το παιχνίδι στο κρύο.
Όταν βγήκε έξω, η Μαρία και ο Τζόνι είχαν εξαφανιστεί.
Τους έψαξε, δεν τους βρήκε πουθενά και ειδοποίησε τους γονείς της.
Μετά από μερικές ώρες, η οικογένεια της Μαρίας κάλεσε την αστυνομία.
Η εξαφάνιση του 7χρονου κοριτσιού αναστάτωσε τους κατοίκους της πόλης Σίκαμορ στην πολιτεία του Ιλινόι.
Διοργανώθηκαν εκτενείς έρευνες και η είδηση έφτασε μέχρι και στον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντουάιτ Άιζενχάουερ, ο οποίος έστειλε το FBI να βοηθήσει την τοπική αστυνομία. Οι προσπάθειες ήταν μάταιες.
Το πτώμα της μικρής Μαρίας Ρίντουλφ εντοπίστηκε μήνες αργότερα, στις 26 Απριλίου του 1958, κάτω από ένα δέντρο στην πόλη Νόρα, 200 χιλιόμετρα από το σημείο που εξαφανίστηκε.
Την αναγνώρισαν απ’ τα ρούχα που φορούσε, αλλά λόγω της προχωρημένης σήψης, δεν κατάφεραν να εξακριβώσουν την αιτία θανάτου.
Πέρασαν δεκαετίες, μέχρι να καταλήξουν ότι είχε μαχαιρωθεί τρεις φορές.
Η τελευταία επιθυμία
Η Εϊλίν Μακιόλιχ ήταν μία απ’ τις γειτόνισσες της οικογένειας Ρίντουλφ.
Πέθανε το 2008 από φυσικά αίτια. Λίγο πριν πεθάνει όμως, εξομολογήθηκε στην κόρη της, ότι ο Τζον είχε απαγάγει και σκοτώσει την 7χρονη Μαρία.
Της ζήτησε να πάει στην αστυνομία και να τον καταδώσει.
Ο Τζον ήταν ο γιος της Εϊλίν, απ’ τον πρώτο γάμο της.
Το όνομά του ήταν Τζον Τέσιερ, αλλά το 1982 το άλλαξε σε Τζακ Μακιόλιχ, που ήταν το πατρικό της.
Η ετεροθαλής αδελφή του, Τζάνετ, έκανες πολλές προσπάθειες να επικοινωνήσει με την αστυνομία, αλλά οι Αρχές δεν έδωσαν σημασία σε μια υπόθεση που είχε κλείσει απ’ την δεκαετία του ’50.
Επέμεινε όμως και τελικά η υπόθεση άνοιξε ξανά.
Βασικός ύποπτος ήταν ο Τζακ Μακιόλιχ, ή αλλιώς Τζον Τέσιερ.
Τζακ Τέσιερ ή Τζακ Μακιόλιχ
Ο Τζον γεννήθηκε και πέρασε τα πρώτα επτά χρόνια της ζωής του στην Αγγλία του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου.
Το 1947, εγκαταστάθηκε με την μητέρα του στο Σίκαμορ του Ιλινόι.
Ήταν απόμακρος, ντροπαλός και δυσκολευόταν να κοινωνικοποιηθεί.
Η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε και απέκτησε δύο κόρες, με τις οποίες δεν είχε καλές σχέσεις.
Το 1957, σε ηλικία 17 ετών, κατατάχτηκε στην πολεμική αεροπορία.
Ήταν το όνειρό του από μικρός και τιμήθηκε με πολλά μετάλλια για τη δράση του στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Το 1974, έφυγε από την αεροπορία και έγινε αστυνομικός.
Παντρεύτηκε δύο φορές, αλλά και οι δύο γάμοι κατέληξαν σε διαζύγιο.
Το 1982 οδηγήθηκε στο δικαστήριο, ύστερα από τις κατηγορίες μίας 15χρονης.
Σύμφωνα με την κατάθεσή της, ο Τέσιερ την άφησε να μείνει μαζί του, καθώς η κοπέλα το ΄χε σκάσει απ’ το σπίτι της.
Για μερικές βδομάδες, της φερόταν πατρικά, αλλά ένα βράδυ την κακοποίησε σεξουαλικά.
Η υπόθεση έληξε με τον Τέσιερ να δηλώνει ένοχος για ανήθικη συμπεριφορά με ανήλικη, μία κατηγορία πολύ ελαφρύτερη από την σεξουαλική κακοποίηση.
Αφέθηκε ελεύθερος υπό περιορισμό και απολύθηκε από την αστυνομία.
Τότε άλλαξε και το όνομά του σε Τζακ Μακιόλιχ.
Το άλλοθι της 3ης Δεκεμβρίου 1957
Η 7χρονη Κάθι Σίγκμαν ήταν η μοναδική που είχε δει το πρόσωπο του απαγωγέα.
Τον περιέγραψε ως καστανόξανθο, μετρίου αναστήματος, με λεπτό πρόσωπο και κενό ανάμεσα στα δόντια.
Ο 17χρονος τότε Τζον Τέσιερ ταίριαζε απόλυτα με την περιγραφή και ήταν ένας από τους υπόπτους.
Είχε όμως ένα ατράνταχο άλλοθι.
Την ώρα που η απήχθη η Μαρία, ο Τζον υποτίθεται πως βρισκόταν στα γραφεία της πολεμικής αεροπορίας στο Ρόκφροντ, μία πόλη που απείχε 64 χιλιόμετρα απ’ το Σίκαμορ.
Υπήρχαν πολλοί γιατροί που επιβεβαίωσαν ότι εμφανίστηκε στις 7.15 το απόγευμα, για να κάνει τις απαραίτητες ιατρικές εξετάσεις.
Πέρασε ακόμα και το τεστ αλήθειας.
Το 1957, οι αστυνομικοί πείστηκαν και έβγαλαν τον Τέσιερ από τη λίστα των υπόπτων, χωρίς να δείξουν ποτέ τη φωτογραφία του στην Κάθι Σίγκμαν, τη μοναδική αυτόπτη μάρτυρα.
Δεκαετίες αργότερα, η αστυνομία άρχισε να ερευνά πάλι τις κινήσεις του Τέσιερ την 3η Δεκεμβρίου.
Απευθύνθηκαν σε μία παλιά φιλενάδα του, η οποία τους έδωσε μία φωτογραφία του.
Ανάμεσα στα χαρτιά της, βρέθηκε κι ένα εισιτήριο τρένου για το Ρόκφορντ, που παρείχε η αεροπορία στους φαντάρους, για δωρεάν μετάβαση.
Το εισιτήριο είχε ημερομηνία 3 Δεκεμβρίου και ήταν αχρησιμοποίητο.
Αυτό σήμαινε ότι ο Τέσιερ είχε χρησιμοποιήσει κάποιο άλλο μέσο, για να πάει στα κεντρικά.
Ένα άλλο στοιχείο ήταν η ώρα εξαφάνισης.
Η Μαρία απήχθη γύρω στις 5 το απόγευμα. Ο Τέσιερ προλάβαινε να την απαγάγει, να την σκοτώσει, να κρύψει το πτώμα της και να εμφανιστεί στο Ρόκφορντ στις 7.15.
Μέχρι εκείνη την ώρα, οι κινήσεις του ήταν άγνωστες.
Εμφανίστηκε ένας γνωστός του Τέσιερ που δήλωσε στην αστυνομία ότι είχε δει το αυτοκίνητο του στο Σίκαμορ την ημέρα της εξαφάνισης.
Στο τέλος, όταν έδειξαν τη φωτογραφία του Τέσιερ στην Κάθι Σίγκμαν, τον αναγνώρισε αμέσως ως τον δράστη.
Οι δίκες
Η πρώτη δίκη του Τέσιερ ξεκίνησε την άνοιξη του 2012. Δεν κατηγορούνταν για την απαγωγή και τη δολοφονία της Μαρίας Ρίντολφ, αλλά για τη σεξουαλική κακοποίηση της αδερφής του, Τζιν.
Το δικαστήριο τον αθώωσε καθώς δεν υπήρχε κανένα αποδεικτικό στοιχείο, ούτε κάποιος μάρτυρας, πέρα από την ίδια την Τζιν, που δεν είχε αποκαλύψει σε κανέναν τον βιασμό μέχρι τότε.
Ακολούθησε η δίκη για την Μαρία Ρίντολφ που ολοκληρώθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου, 2012.
Ο 73χρονος Τέσιερ καταδικάστηκε σε ισόβια.
Τιμωρήθηκε και η υπόθεση έκλεισε 61 χρόνια αργότερα, στην ουσία επειδή η μητέρα του δεν ήθελε να πάρει το μυστικό μαζί της στον τάφο.