Το κακουργοδικείο της Ωμπ στη Γαλλία, καταδίκασε στις 29 Ιουλίου 1972 σε θάνατο τους Κλωντ Μπυφέ και Ροζέ Μποτόν για τον φόνο ενός φύλακα και μιας νοσοκόμας.

Πέντε μήνες μετά ο Πρόεδρος της Γαλλίας απέρριψε την αίτηση χάριτος που είχαν υποβάλει οι δύο κατάδικοι και η απόφαση εξετελέσθη στον περίβολο των φυλακών Σαντέ του Παρισιού. Η εκτέλεση έγινε με λαιμητόμο.
Οι εφημερίδες όλου του κόσμου έγραψαν για το γεγονός καταδικάζοντας το μεσαιωνικό και απάνθρωπο μέσο τιμωρίας.
Οι δημόσιοι αποκεφαλισμοί καταργήθηκαν στη Γαλλία το 1939. Η Γαλλική Δημοκρατία όμως κατάργησε οριστικά την τρομερή μηχανή θανάτου στις 9 Οκτωβρίου 1981.

Λαιμητόμος για «ανώδυνο θάνατο»

Σύμφωνα με ένα γαλλικό διάταγμα του 1670, η θανατική ποινή εξετελείτο με τέσσερις διαφορετικούς τρόπους: με αποκεφαλισμό, με την αγχόνη, με τον τροχό και με την πυρά.
Κάθε κοινωνική τάξη «είχε τον θάνατο που της άξιζε», σύμφωνα με τη Γαλλική Δημοκρατία.
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1789, ο γιατρός Γκιγιοτέν, έντονα ενοχλημένος από αυτή τη διάκριση, διαμαρτυρήθηκε στην Εθνοσυνέλευση για τον σκληρό τρόπο με τον οποίο η Δικαιοσύνη εκτελούσε τις  θανατικές ποινές.
Παρουσίασε ένα νομοσχέδιο για τροποποίηση της διαδικασίας, στο οποίο υποστήριζε πως «όλα τα εγκλήματα θα τιμωρούνται με τον ίδιο τρόπο, ανεξαρτήτως της κοινωνικής θέσης του ενόχου».

Ο λαός ονόμασε τη λαιμητόμο «Λουϊζόν» από τον γιατρό Λουίς που υπερασπίστηκε τη χρήση της στη Βουλή. Αλλά η μοναρχική εφημερίδα «Λεζ ακτ ντε Απότρ» επιτέθηκε με ένα άρθρο της στον αρχικό εμπνευστή της, τον γιατρό Γκιγιοτέν και ο λαός του απέδωσε τη μητρότητα της γκιλοτίνας. Αυτό τον γέμισε πίκρα και δεν μπόρεσε να παρηγορηθεί ποτέ

Εκείνη την ημέρα η πρότασή του δεν συζητήθηκε. Την επανέφερε όμως, τη 1η Δεκεμβρίου και η Βουλή συζήτησε το ενδεχόμενο να φέρει στη Γαλλία, τη «μηχανή που έκοβε κεφάλια».
Η πρότασή του δεν συζητήθηκε και πάλι, αλλά στη βουλή δημιουργήθηκε θέμα για το αν έπρεπε να διατηρηθεί ή όχι η θανατική ποινή.
Μετά από πολύμηνες διαφωνίες, αποφασίσθηκε ότι η θανατική ποινή θα παρέμενε, όμως η εκτέλεση θα γινόταν αποκλειστικά με αποκεφαλισμό με τα μέσα της εποχής.

Έτσι η πρόταση του Γκιγιοτέν, ήρθε ξανά στο προσκήνιο όταν ο «πρώτος εκτελεστής» της χώρας, δήμιος Σανσόν υπέβαλε στον υπουργό Δικαιοσύνης ένα υπόμνημα για τις δυσκολίες της δουλειάς του.
Τον Μάρτιο, ο γιατρός Λουί επανέλαβε τη σημασία της χρήσης της μηχανής που θα έκοβε κεφάλια με ακρίβεια.
Το νέο μηχάνημα ήταν γεγονός υιοθετώντας την ονομασία του γιατρού Λουί. Στην αρχή ήταν γνωστή ως Λουϊζόν ή Λουϊζέτ, όμως τελικά επικράτησε με την ονομασία του αρχικού εισηγητή της, Γκιγιοτέν και ονομάστηκε γκιλοτίνα.
Στις 25 Απριλίου 1792, η γκιλοτίνα χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά.
Το πρώτο κεφάλι που κόπηκε ήταν ενός ληστή, ονόματι Ζακ Πελλετιέ. Ο επόμενος που εκτελέστηκε ήταν ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΣΤ’, ο οποίος μάλιστα είχε δείξει μεγάλο ενδιαφέρον για τη μηχανή και για τη βελτίωσή της.
Από εκείνη την ημέρα δεν σταμάτησε να λειτουργεί.

Το ψυχαγωγικό σόου της εκτέλεσης

Οι δημόσιες εκτελέσεις καταργήθηκαν το 1939, όταν ένα περιοδικό στη Γαλλία δημοσίευσε φωτογραφίες από την εκτέλεση. Το κράτος κατηγόρησε το περιοδικό ότι επεδίωκε να ερεθίσει τα εγκληματικά ένστικτα των αναγνωστών για αυτό και αποφασίσθηκε οι εκτελέσεις να γίνονται στο προαύλιο των φυλακών.

Η τελευταία δημόσια εκτέλεση στη Γαλλία έγινε το 1939. Ο Ευγένιος Βάιντμαν οδηγείται στη λαιμητόμο στις Βερσαλλίες. Τη φωτογραφία αυτή δημοσίευσαν όλες τις εφημερίδες της εποχής προκαλώντας σάλο

Μέχρι όμως να γίνει αυτό, ο κόσμος συνέρρεε στην Place de la Revolution κατά χιλιάδες, προκειμένου να «απολαύσει» το ψυχαγωγικό θέαμα της εκτέλεσης.
Τραγουδούσαν, έλεγαν αστεία ή απήγγειλαν ποιήματα σχετικά με τον μελλοθάνατο. Οι θεατές του φρικτού «σόου» μπορούσαν να αγοράσουν και πρόγραμμα με τον κατάλαγο των θυμάτων της γκιλοτίνας ή να φάνε σε ένα τοπικό εστιατόριο κοντά στην πλατεία που ονομαζόταν «Καμπαρέ της Γκιλοτίνας».

Η γέννηση της γκιλοτίνας

Αν και συνδέθηκε πολύ με τη Γαλλία και τη Γαλλική επανάσταση, η λαιμητόμος πρωτοεμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1509 στη Γένοβα, όταν το μηχάνημα χρησιμοποιήθηκε για την εκτέλεση ενός επαναστάτη, του Ντεμέτριο Τζουστιάνι.
Ήταν γνωστή και στη Σκωτία ως «the maiden» ενώ στη Γερμανία ως «Dile» ή «Hobe».
Οι Ναζί χρησιμοποίησαν πολύ τις γκιλοτίνες και ο Αδόλφος Χίτλερ, διέταξε την τοποθέτηση 20 γκιλοτίνων σε ολόκληρη τη Γερμανία. Από το 1933 ως το 1945, εκτελέστηκαν 16.500 άτομα με τη λαιμητόμο.

Τη σχεδίαση της λαιμητόμου ανέλαβε ο κατασκευαστής πιάνων, Τομπίας Σμιτ. Έλαβε 812 φράγκα από την αρχική κατασκευή και μετά ανέλαβε να κατασκευάσει κι άλλες. Πλούτισε από τις γκιλοτίνες που έφτιαξε όμως σπατάλησε όλα του τα χρήματα για τα μάτια μιας όμορφης χορεύτριας και έτσι πέθανε φτωχός

Στην Ελλάδα η γκιλοτίνα ή καρμανιόλα, ήρθε στις αρχές του 20ου αιώνα με τους Βαυαρούς.
Υπήρχε μία μόνιμη στις φυλακές στο Ναύπλιο και μία μεταφερόμενη, που χρησιμοποιούσαν οι δήμιοι σε κάθε επικράτεια.

Με πληροφορίες από Ιστορία Εικονογραφημένη 

Διαβάστε επίσης στη ΜτΧ: Ο αποκαλούμενος «γερμανός βρυκόλακας» ήταν ο τελευταίος κατάδικος που εκτελέστηκε δημόσια με γκιλοτίνα. Εγινε στο Παρίσι και το κατέγραψαν σε φιλμ (βίντεο) 

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here