Μάστορας είναι αυτός που γνωρίζει καλά μια τέχνη και είναι κορυφαίος σε αυτό που κάνει. Επίσης είναι αυτός που επιβλέπει τους εργάτες ή ο ιδιοκτήτης οικιακής βιοτεχνίας. Η λέξη προέρχεται από το μεσαιωνικό μαϊστωρ που με τη σειρά του πηγάζει από το λατινικό «magister» που σημαίνει επιστάτης, άρχοντας.
Στα ελληνικά μεταφράζεται ως μάγιστρος και στα ρωμαϊκά και βυζαντινά χρόνια ήταν ο ανώτατος δημόσιος υπάλληλος.
Στη Ρώμη αυτός που υπερέχει όλων των άλλων, δηλαδή ο ανώτατος αξιωματούχος της πολιτείας ήταν ο ύπατος. Η λέξη προέρχεται από το σανσκριτικό upama και στα λατινικά μετατράπηκε σε supremus που ήταν ο ανώτατος.
Τα αξιώματά του αφαιρέθηκαν κατά τα βυζαντινά χρόνια και πέρασαν στην αρμοδιότητα του αυτοκράτορα.
Αυτοκράτορας ήταν αυτός που διέθετε τη μεγαλύτερη εξουσία και ήταν κυρίαρχος ενός κράτους. Η λέξη προέρχεται από το αρχαίο αυτοκράτωρ που σήμαινε ανεξάρτητος και χαρακτήριζε το άτομο που ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος του εαυτού του. Προέρχεται από το «αυτό» και το «κράτωρ», το οποίο είναι ομόρριζο με το ρήμα κρατώ που σημαίνει εξουσιάζω.
Πρέσβης είναι ο διπλωμάτης, ο άνθρωπος που αντιπροσωπεύει τη χώρα του. Η λέξη προέρχεται από την αρχαία λέξη «πρέσβυς» και σήμαινε τον σεβάσμιο γέροντα. Η λέξη συνδέεται με το σανσκριτικό «puro-gava» που ήταν ο αρχηγός. Αρχικά χρησιμοποιήθηκε για τους ηλικιωμένους άντρες και αργότερα πήρε τη σημασία του σπουδαίου προσώπου, καθώς τέτοια αξιώματα συνήθως κατείχαν έμπειροι ηλικιωμένοι άνδρες.
Έμπειρος είναι ο άνθρωπος που διαθέτει πείρα, τη γνώση που αποκτάται στην πράξη. Στην αρχαιότητα η λέξη πείρα σήμαινε «προσπάθεια» και στα λατινικά periculum, που ήταν η δοκιμή και ο κίνδυνος. Σημειώνεται ότι η εμπειρία δηλώνει μεμονωμένα βιώματα τα οποία έχει ζήσει κάποιος, ενώ η πείρα είναι αποτέλεσμα πολλών εμπειριών που έχει ζήσει ο άνθρωπος.
Διαβάστε επίσης: «Μόρτης» ήταν ο τυμβωρύχος, «ζεϊμπέκηδες» οι πολεμιστές, «λεβέντες» οι πειρατές. Διαβάστε τι σήμαιναν κάποτε λέξεις που έχουν περάσει στο λεξιλόγιό μας