το κείμενο δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα penna.gr
Yπάρχουν λέξεις αλλά και φράσεις τις οποίες πολλοί από εμάς χρησιμοποιούμε λάθος στην καθημερινή μας ζωή. Το αστείο είναι πως κατά πάσα πιθανότητα δεν θα μάθουμε να τις λέμε σωστά στο άμεσο μέλλον κι όλα αυτά γιατί η δύναμη της συνήθειας καμιά φορά είναι ισχυρότερη ακόμα κι από τη διάθεσή μας για μάθηση!
Το άρθρο δεν είναι οδηγός γραμματικής, απλά επιλέξαμε κάποιες από τις πιο συνηθισμένες φράσεις που μας παγιδεύουν και σας τις παρουσιάζουμε. Την ιδέα μας έδωσε το antikleidi.com
«Χαίρετε!»
Είναι ευχή. Δηλαδή να χαίρεστε! Γράφεται με έψιλον και όχι «χαίρεται» (ό,τι θυμάται).
«Κύριε/κυρία/Δεσποινίς»
Προσφωνούμε πάντα κύριο και κυρία κάποιον που δεν γνωρίζουμε και τον ζητάμε πάντα σαν κύριο ή κυρία στο τηλέφωνο σε τρίτους.
Επίσης δεσποινίδες λέμε μόνο τα κορίτσια από 16 χρονών και κάτω. Από 17 χρονών και πάνω όλες οι γυναίκες αποκαλούνται (και είναι) κυρίες.
Αντιθέτως, δεν αποκαλούμε ποτέ κύριο τον εαυτό μας!
Λέμε: «Είμαι ο Γιώργος Νταλάρας» και όχι «είμαι ο κύριος Νταλάρας»
Τέλος, δεν αποκαλούμε ποτέ κύριο κάποιον που έχει φύγει από τη ζωή γιατί έχει πάψει να είναι κύριος του εαυτού του.
«Με γεια!»
Με υγεία και όχι μεγιά
«Εξ απαλών ονύχων»
Το χρησιμοποιούμε λανθασμένα όταν θέλουμε να πούμε ότι κάτι έγινε ή το γνωρίζουμε πολύ επιδερμικά, ξώφαλτσα. Όμως σημαίνει ακριβώς το αντίθετο! Σημαίνει «από τότε που ήμουν μωρό και τα νύχια μου ήταν μαλακά, απαλά» δηλαδή από πάντα, και δείχνει την εξοικείωση με κάτι. Είναι συνώνυμο του “παιδιόθεν” (από παιδί).
«-θεν»
Όλα αυτά τα επιρρήματα με κατάληξη «θεν» λέγονται σκέτα! Το «θεν» δείχνει κατεύθυνση και σημαίνει “από”. Έτσι είναι πλεονασμός να ξαναβάζουμε το “από”. Δεν λέμε από ανέκαθεν, αλλά μόνο τη λέξη ανέκαθεν. Ομοίως, λέμε «έμπροσθεν», «όπισθεν», «άνωθεν», «κάτωθεν», «έξωθεν», «δεξιόθεν», «εκατέρωθεν», «πόθεν», «μακρόθεν» αλλά, προσοχή, δεν υπάρχει κοντόθεν!
«Ελαφρά τη καρδία»
Δηλαδή με ανάλαφρη καρδιά, άνετα, χωρίς να το πολυσκεφτώ. (Μπορείτε να το χρησιμοποιείτε εκεί που θα βάζατε λανθασμένα το «εξ απαλών ονύχων!»)
«Αβρόχοις ποσί»
Χωρίς να βρέξω τα πόδια μου. Ο λαός μας λέει «αν δε βρέξεις κώλο ψάρι δεν τρως» που σημαίνει ότι πρέπει να εμβαθύνεις σε μια δουλειά για να έχεις αποτέλεσμα και όχι να την κάνεις επιδερμικά.
«Άνοιξε τον Ασκό του Αιόλου»
Το ακούμε συχνά λανθασμένα από τους τηλεπαρουσιαστές, οι οποίοι λένε “τους ασκούς τους Αιόλου”. Ο ασκός του Αιόλου σύμφωνα με τη μυθολογία ήταν ΕΝΑ σακούλι από δέρμα ζώου, που ο Αίολος, ο θεός των ανέμων είχε φυλακίσει μέσα όλους τους αέρηδες. Συνεπώς είναι λάθος να λέμε «άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου» γιατί ήταν μόνο ένα. Όπως και το κουτί της Πανδώρας.
«Υπέρ το δέον»
Και όχι υπέρ του δέοντος! Είναι το δέον (αυτό που πρέπει να γίνει) και κάνουμε κάτι, παραπάνω κι από αυτό.
«Ον ου τύπτει λόγος, ουδέ ράβδος»
Και όχι «εκεί που δεν πίπτει λόγος πίπτει ράβδος». Σημαίνει φυσικά ότι αυτόν που δεν παίρνει από λόγια, ούτε και το ξύλο μπορεί να τον συγκινήσει. Οπότε τσάμπα ο κόπος!
«Προπηλακίζω»
Σημαίνει βρίζω χυδαία κάποιον. Δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι του επιτίθεμαι σωματικά.
«Επί τούτω»
Και όχι «επι τούτου» «εξεπιτούτου» και άλλα τέτοια χαριτωμένα, που τα λέμε για αστείο και κοντεύουν να ενσωματωθούν στην γλώσσα μας. Ομοίως και το «Επί τω έργω».
«Νους υγιής εν σώματι υγιεί»
Δηλαδή ένα δυνατό μυαλό μέσα σε ένα σώμα που υγιαίνει, που είναι καλά!
«Ζην ή ζειν;»
Από τον καιρό που το «ζη» (η παλιά υποτακτική) έγινε «ζει», συμπαρέσυρε και το απαρέμφατο. Το απαρέμφατο όμως είναι τύπος της αρχαίας ελληνικής, οπότε καλό είναι να το αφήσουμε έτσι όπως ήταν. Άρα:
Στον πατέρα μου χρωστώ το ζην, στο δάσκαλό μου το ευ ζην.
βγάζω τα προς το ζην
το ζην επικινδύνως (vivere pericolosamente).
«Μέτρον άριστον»
Και όχι «παν μέτρον άριστο». Σημαίνει ότι είναι καλό να έχουμε μέτρο σε όλα. Βάζοντας όμως μπροστά το «παν» αλλάζει αμέσως το νόημα και σημαίνει «μέτρο να’ ναι κι ό,τι να ναι!»
Δίνω το «παρών»
Δηλαδή σε μια εκδήλωση, στο αγγελτήριο με κάλεσαν και δήλωσα «παρών». Και όχι δίνω το «παρόν» δηλαδή το …τώρα!
Με το όπλο «παρά πόδα»
Δηλαδή με το όπλο δίπλα από τον πόδα μου (το ποδαράκι μου). Φυσικά όχι «παρά πόδας». Σημαίνει είμαι σε προσοχή. Και δεν το μπερδεύουμε με το: «κατά πόδας» που σημαίνει παίρνω κάποιον στο κατόπι, τον ακολουθώ, κατά βήμα (και του έχω σπάσει τα νεύρα…)
«Εφ’ όπλου λόγχη»
Και όχι «εφ΄ όπλου λόγχης». Ομοίως, σημαίνει προσαρτώ στο όπλο μου τη λόγχη και είμαι ετοιμοπόλεμος.
«Έρπειν»
και όχι έρπινγκ. Είναι ομολογουμένως απολαυστικό γιατί οι φαντάροι του κόλλησαν την αγγλική κατάληξη ing (erping) αλλά δεν υπάρχει! Είναι κι αυτό απαρέμφατο του ρήματος έρπω.
«Εκ των ων ουκ άνευ»
Και όχι σκέτο «εκ των ουκ άνευ». Δηλαδή από αυτά που δεν μπορείς να κάνεις χωρίς.
«Του λόγου το ασφαλές»
Και όχι το αληθές. Είναι από το απολυτίκιο των Φώτων (των Θεοφανείων) και δεν του αλλάζουμε τα φώτα!
Δεν έχει «που την κεφαλή κλίνη»
Και όχι «κλίναι». Δεν έχει δηλαδή που να γείρει το κεφάλι του να ακουμπήσει. Είναι αυτό που λέμε «δεν έχει μαντήλι να κλάψει!» Είναι από τα Ευαγγέλια κι αυτό και το κρατάμε ως έχει.
Πχ, & π.Χ.!
Π.Χ. «Προ Χριστού» με κεφαλαίο το Χ.
Π.χ. «Παραδείγματος χάριν», με μικρό το χ.
Μ.Χ. «Μετά Χριστόν» και όχι μετά Χριστού.
Πως αποκαλούμε έναν ιερέα;
«Πάτερ Γεώργιε» (κλητική) όταν του απευθύνουμε το λόγο. Πως όμως μιλάμε για κάποιον ιερέα; Τον «πατέρα Γεώργιο» και όχι τον …πάτερ Γεώργιο. Γράφεται πάντα με μικρό γιατί Πατέρας με κεφαλαίο είναι μόνο ο Θεός.
Ο πατήρ/πατέρας Γεώργιος
Του πατρός/πατέρα Γεωργίου
Τω πατρί/(δεν έχουμε πια) Γεωργίω (πως λέμε “την έφαγα στο δόξα πατρί”)
Τον πατέρα/πατέρα Γεώργιο
Ω! πάτερ!/πατέρα Γεώργιε
Επίσης λέμε:
Ο συνήθης ύποπτος αλλά το σύνηθες φαινόμενο
Ο ευμεγέθης κύριος Πάγκαλος αλλά το ευμέγεθες πακέτο
Η αυτάρκης Κρήτη αλλά το αύταρκες νησί
Ο κακοήθης άνθρωπος αλλά το κακόηθες μελάνωμα
Ομως προσοχή:
Ο φιλοθεάμων άνθρωπος και το φιλοθεάμον (και όχι φιλοθέαμον) κοινό.
Ώρες και χαιρετούρες
Π.μ. «Προ Μεσημβρίας» αλλά μ.μ. «Μετά Μεσημβρίαν». (κατά το προ Χριστού / μετά Χριστόν).
Τέλος, από τις 12.01 πμ (προ μεσημβρίας) είναι πρωί και λέμε «καλημέρα!» μέχρι τις 12.00μ (το μεσημέρι). Από τις 12:01 μμ (μετά μεσημβρίαν) είναι απόγευμα και λέμε «καλησπέρα!» μέχρι τις 12:00 τα μεσάνυχτα!
Όταν φεύγουμε από κάπου καλό είναι να αποφεύγουμε το «αντίο» γιατί σημαίνει “θα τα πούμε στον άλλο κόσμο” (στο Θεό) και δεν είναι κι ελληνικό! Μπορούμε όμως με άνεση να χρησιμοποιήσουμε το «Εις το επανιδείν!» μια ευχή για να ξαναϊδωθούμε…
Είπαμε πολλά και σώνει,
ας λαλήσει κι άλλο αηδόνι…
- Διαβάστε την απάντηση του κυρίου Σαραντάκου στο συγκεκριμένο θέμα:
Καταρχάς, να πούμε ότι η έκφραση «δεν έχει πού την κεφαλήν κλίνη» πράγματι παραδίδεται κάπως έτσι στο Ευαγγέλιο (Ματθ. 8.20 και Λουκ. 9.58: Ο υιός του ανθρώπου ουκ έχει πού την κεφαλήν κλίνη). Αυτό το ‘κλίνη’ είναι υποτακτική (θέλει υπογεγραμμένη στα αρχαία). Προσέξτε βέβαια ότι η φράση του Ευαγγελίου δεν είναι ίδια με τη σημερινή, σήμερα δεν θα πούμε «ουκ», θα πούμε «δεν» και η διαφορά αυτή δεν είναι τόσο ασήμαντη.
Η αρχαία φράση «ουκ έχει πού την κεφαλήν κλίνη», όμως, είναι όπως είπα σε υποτακτική, και το ρήμα «κλίνω»… κλίνεται. Δηλαδή, στα αρχαία, στο πρώτο πρόσωπο θα λέγαμε «ουκ έχω πού την κεφαλήν κλίνω» και στο πρώτο πληθυντικό «ουκ έχομεν πού την κεφαλήν κλίνωμεν«, στο τρίτο πληθυντικό «ουκ έχουσι πού την κεφαλήν κλίνωσι» και ούτω καθεξής.
Σήμερα, λέμε «δεν έχω πού την κεφαλήν κλίναι«, επειδή στη σημερινή γλώσσα η σύνταξη αυτή, με την υποτακτική χωρίς το ‘να’, είναι ανύπαρκτη, ενώ το απαρέμφατο, παρόλο που δεν υπάρχει ζωντανό στη νέα γλώσσα είναι πιο οικείο μέσα από τις επιβιώσεις του.
Αλλά η αντικατάσταση της υποτακτικής από το απαρέμφατο σε αυτήν ακριβώς την ευαγγελική έκφραση δεν έγινε χτες, δεν έγινε τον περασμένον αιώνα, είναι κάτι που έχει καθιερωθεί στην ελληνική γλώσσα εδώ και πολλούς πολλούς αιώνες.
Τον 4ο μόλις αιώνα μ.Χ., ο Ιωάννης Χρυσόστομος, ένας από τους επιφανέστερους πατέρες της εκκλησίας, ρήτορας χαρισματικός, στις ομιλίες περί μετανοίας γράφει:
Θα μου πείτε, αφού στο Ευαγγέλιο είναι «την κεφαλήν κλίνη». Πράγματι -αλλά εμείς δεν χρησιμοποιούμε τη φράση ακριβώς όπως στο Ευαγγέλιο, δεν λέμε «ουκ». Όταν χρησιμοποιήσουμε αυτούσια τη φράση του Ευαγγελίου («ο υιός του ανθρώπου ουκ έχει πού την κεφαλήν κλίνη») θα τηρήσουμε τη διατύπωση του Ευαγγελίου. Αλλά στον καθημερινό μας λόγο, θα πούμε:
«Απολύθηκα, με χώρισε και η Μαρία, και δεν έχω πού την κεφαλήν κλίναι».
Μόνο αυτός ο τύπος είναι ελληνικά. Το να πεις «δεν έχω πού την κεφαλήν κλίνη» είναι σπασμένα περσικά, διότι συντάσσεις αντωνυμία πρώτου προσώπου με ρήμα τρίτου, σαν να λες «εγώ φεύγει». Το να πεις «δεν έχω πού την κεφαλήν κλίνω» είναι τραγέλαφος, που ανακατεύει αρχαία σύνταξη με το νεοελληνικό αρνητικό μόριο. Εκτός πια αν χρησιμοποιεί κανείς τη φράση μόνο στο τρίτο ενικό πρόσωπο.