Οι πίνακες και οι συνθέσεις του κοσμούν μέχρι σήμερα ναούς, παλάτια και δημόσια κτίρια της Ιταλίας κυρίως στη Βενετία, την Πάντοβα και το Τρεβίζο.
Έργα του υπάρχουν επίσης στο Παρίσι, στη Βιέννη, στη Μόσχα και στην Αγία Πετρούπολη.
Ο Αντώνιος Βασιλάκης γνωστός με το προσωνύμιο «ξένος», θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους αναγεννησιακούς ζωγράφους που συνέδεσε το όνομά του και την τέχνη του με την Ιταλία του 16ου αιώνα.
Από τη Μήλο στη Βενετία και ο φθόνος του δασκάλου του
Ο Βασιλάκης γεννήθηκε το 1556 στη Μήλο και ήταν ο μικρότερος από τα τρία αδέρφια της οικογένειας.
Ο πατέρας του Στέφανος, ήταν καπετάνιος και συμμετείχε στη ναυμαχία της Ναυπάκτου, όπου και σκοτώθηκε πολεμώντας.
Τότε ο 15χρονος Βασιλάκης μαζί με τα αδέρφια του εγκαταστάθηκαν στη Βενετία.
Ο νεαρός γράφτηκε στη σχολή του αναγεννησιακού ζωγράφου Πάολο Βερονέζε.
Το ταλέντο του ήταν μοναδικό και γρήγορα υιοθέτησε όλες τις τεχνοτροπίες του μεγάλου ζωγράφου.
Μετά από τρία χρόνια, ωστόσο, ο Βερονέζε έδιωξε τον Βασιλάκη από τη σχολή, καθώς ζήλεψε τις ικανότητες του ανερχόμενου ζωγράφου και φοβήθηκε ότι θα του «έκλεβε» τη δόξα.
Ο Αντώνιος Βασιλάκης, για να επιβιώσει, πούλησε όλους τους πίνακες που είχε ζωγραφίσει στο πλάι του Βερονέζε και στη συνέχεια συνεργάστηκε με τον επίσης καταξιωμένο ζωγράφο και μέντορα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, Τιντορέτο.
Ο «ξένος» της Βενετικής Σχολής
Τον Δεκέμβριο του 1577 ξέσπασε μια μεγάλη φωτιά στη Βενετία, που κατέστρεψε ολοσχερώς το παλάτι των Δόγηδων.
Η πυρκαγιά ήταν και η μεγάλη ευκαιρία του Βασιλάκη.
Ο ζωγράφος είχε δείξει προηγουμένως δείγματα του ταλέντου του, μιας και είχε ζωγραφίσει αρκετές τοιχογραφίες στο επισκοπικό παλάτι του Τρεβίζο, στην εκκλησία «Sant’Agata» στην Πάντοβα, καθώς επίσης και σε εκκλησίες της Βενετίας.
Έτσι, ήταν ένας από τους καλλιτέχνες, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την ανακίνηση του παλατιού.
Ο Αντώνιος Βασιλάκης έμεινε γνωστός στους καλλιτεχνικούς κύκλους με το όνομα «Aliense», εξαιτίας της μη ιταλικής καταγωγής του.
Το ψευδώνυμο προερχόταν από τη λατινική λέξη «alienus», που σήμαινε ξένος.
Ο «ξένος» ζωγράφος, σύντομα κατέκτησε την Ιταλική πόλη και ήταν ένας από τς σημαντικότερους εκπροσώπους της Βενετικής Σχολής.
Οι πίνακες του ανταποκρινόταν στην πολυτελή ζωή των αστών της οικονομικά ισχυρής Βενετίας του 16ου αιώνα.
Αν και η τεχνοτροπία του μιμούνταν τα έργα του Βερονέζε και του Τιντορέτο, γρήγορα ο Βασιλάκης ανέπτυξε τη δική του ζωγραφική ταυτότητα, με έντονα, θερμά και ζωηρά χρώματα, αλλά και εκλεπτυσμένες μορφές.
Ο Βασιλάκης διακρίθηκε ιδιαίτερα με τις αγιογραφίες του, με αποτέλεσμα η Εκκλησία και το Ιταλικό κράτος να υποστηρίξουν το έργο του.
Για πολλά χρόνια έμενε σε μια τεράστια έπαυλη στη Βενετία και συχνά τον επισκέπτονταν ευγενείς και πρέσβεις για να θαυμάσουν από κοντά τη μοναδική συλλογή του.
Το πείσμα του Βασιλάκη να μην εγκαταλείψει τη Βενετία
Η «Κατάκτηση της Τύρου» και η «Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Σταυροφόρους, είναι μόλις δύο από τα συνολικά 40 έργα του που κοσμούν το παλάτι των Δόγηδων.
Μόνο στη Βενετία, σε τουλάχιστον 30 εκκλησίες υπάρχουν έργα του Βασιλάκη, με αποκορύφωμα την οροφή της εκκλησίας του Αγίου Μάρκου, όπου ο Βασιλάκης φιλοτέχνησε την αναπαράσταση του Παραδείσου.
Οι πιο προσωπικοί του, ίσως, πίνακες, βρίσκονται στην εκκλησία του Αγίου Πέτρου στην πόλη Περούτζια, όπου δημιούργησε 13 πίνακες εμπνευσμένος από τη ζωή του Χριστού.
Το ταλέντο του Βασιλάκη πέρασε τα σύνορα της Ιταλίας και ο βασιλιάς της Πολωνίας, Σιγισμούνδος Γ, του πρότεινε να ταξιδέψει στη χώρα του για να ανακαινίσει και το δικό του ανάκτορο.
Ο Βασιλάκης ήταν ανένδοτος, καθώς πεισματικά δεν ήθελε να εγκαταλείψει τη Βενετία, η οποία μετά από τόσα χρόνια είχε γίνει η δεύτερη πατρίδα του.
Αντί αυτού, ο Πολωνός αυτοκράτορας αγόρασε αρκετά έργα του ζωγράφου που είχε εμπνευστεί από την αρχαιότητα και τη μυθολογία.
Ο Βασιλάκης, μάλιστα, μετά από χρόνια άνοιξε τη δική του σχολή, από την οποία «αποφοίτησαν» σπουδαίοι μεταγενέστεροι ζωγράφοι.
Πολλά έργα του επίσης, υπάρχουν στη Γερμανία, την Αυστρία, τη Ρωσία, αλλά και στην Ισπανία, σε μικρότερο βαθμό, καθώς στη χώρα των Ιβήρων ο μεγαλύτερος εκπρόσωπος της αναγεννησιακής τέχνης ήταν ο Ελ Γκρέκο.
Προσωπική ζωή
Ο καταξιωμένος ζωγράφος στάθηκε άτυχος στην προσωπική του ζωή.
Παντρεύτηκε τρεις φορές.
Από την πρώτη γυναίκα, απέκτησε ένα γιο, τον Στέφανο, επίσης ζωγράφο με τον οποίο συνεργάστηκαν αρκετές φορές.
Ο ζωγράφος είχε και δύο κόρες.
Η δεύτερη σύζυγός του πέθανε και ο τελευταίος του γάμος ήταν ο χειρότερος.
Ο Βασιλάκης ανέλαβε όλα τα έξοδα τόσο της γυναίκας του, όσο και του θείου της, αλλά και του γιου της που είχε αποκτήσει από τον προηγούμενο γάμο της.
Ο γάμος τον κούρασε τόσο οικονομικά όσο και ψυχολογικά, ενώ σύμφωνα με τον βιογράφο και μαθητή του ζωγράφου, Κάρλο Ριντόρφι, ο Βασιλάκης είχε ζωγραφίσει έναν πίνακα που τον έδειχνε να κουβαλάει στις πλάτες του, τη γυναίκα του, τη νοσοκόμα της, τον θείο της και τον γιο της, ενώ συνήθιζε να λέει σε όσους τον έδειχνε πως «αυτό είναι το βάρος που θα κουβαλάω μέχρι να πεθάνω».
Ο συγκεκριμένος πίνακας δεν έχει διασωθεί.
Ο Αντώνιος Βασιλάκης, πέθανε σε ηλικία 73 χρόνων, στις 15 Απριλίου 1629, Μεγάλο Σάββατο, μετά από πυρετό που τον καταπονούσε για σχεδόν δύο εβδομάδες.
Τάφηκε στην εκκλησία του Αγίου Βιταλίου, η οποία βρίσκεται κοντά στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βενετίας.
Ο έλληνας ζωγράφος, υπήρξε επίσης μέλος της αδελφότητας του Αγίου Νικολάου του Ελληνικού Έθνους, καθώς επίσης και μέλος της αδελφότητας των Ενετών ζωγράφων.
Ο Αντώνιος Βασιλάκης θεωρείται ο μεγαλύτερος έλληνας εκπρόσωπος της Βενετικής Σχολής, παρά το γεγονός ότι στην Ελλάδα είναι σχετικά άγνωστος.
Ο Ριντόρφι έγραψε για τον μέντορά του πως «οι μεγάλες αρετές του τον καθιστούν καύχημα, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της Βενετίας,η οποία περικλείει τόσα πολλά από τα λαμπρά του έργα».