Όταν το 1858 γεννήθηκε ο πρώτος γιος  του Μικέλε και της Αλμπίνα Πουτσίνι τον ονόμασαν Τζάκομο Αντόνιο Ντομένικο Μικέλε Σεκόντο Ματία, προς τιμήν των μουσικών προγόνων του.Μετά το θάνατο του Μικέλε, όλες οι ελπίδες της οικογένειας επικεντρώθηκαν στον πεντάχρονο Τζάκομο, που όμως δεν πολυνοιαζόταν.

Μπήκε στο Μουσικό Ινστιτούτο της Λούκα, αλλά οι δάσκαλοί του τον είχαν για τεμπέλη και ασεβή.
Έφτασε στο σημείο να κλέβει σωλήνες από το εκκλησιαστικό όργανο, τις οποίες στη συνέχεια πουλούσε για παλιοσίδερα και αγόραζε τσιγάρα με τα λεφτά. Ως οργανίστας, φρόντιζε να κρύβει το παράπτωμα, διασκευάζοντας τους ύμνους έτσι ώστε να αποφεύγει τους σωλήνες που έλειπαν.

Το 1876 περπάτησε 28 χιλιόμετρα μέχρι την Πίζα για να δει την Αϊντα. Το πάθος  του πλέον θα ήταν η όπερα.

Έκανε οικονομίες και πήγε στο Ωδείο του Μιλάνου το 1880. Σαν τον Βέρντι, είχε περάσει το όριο ηλικίας αλλά έγινε δεκτός.
Παρά τις θυσίες του παρέμεινε κακός μαθητής αλλά και μεγάλο ταλέντο. Το 1882 ο Πουτσίνι έμαθε ότι γινόταν διαγωνισμός για μια μονόπρακτη όπερα και αποφάσισε να συμμετάσχει. Κέρδισε μόλις μια εύφημη μνεία, αλλά οι πάτρωνες θεώρησαν ότι το έργο άξιζε και πλήρωσαν για να ανέβει το 1884. Στο κοινό της παράστασης βρέθηκε ο Τζούλιο Ρικόρντι, αξιόλογος μουσικός εκδότης, που του άρεσε τόσο ώστε παρήγγειλε άλλο ένα.

Ο «απαγορευμένος» έρωτας για την Ελβίρα και το εξωσυζυγικό σκάνδαλο
puccini_elvira
Με την θυελλώδη Ελβίρα

Ο Πουτσίνι θα έπρεπε να αδράξει την ευκαιρία, αλλά έμαθε ότι η μητέρα του πέθανε και επέστρεψε. Έγινε η κηδεία ωστόσο παρέμεινε στη Λούκα.
Οι φίλοι του δεν κατάλαβαν γιατί, αλλά υπήρχε σοβαρός λόγος: Είχε ερωτευτεί την Ελβίρα Μποντούρι Τζερμινιάνι, την κομψή και καθωσπρέπει σύζυγο ενός παλιού του συμμαθητή.
Οι αδερφές του τον παρακάλεσαν να μην ντροπιάσει την οικογένεια αλλά αυτός άφησε την Ελβίρα έγκυο.
Το σκάνδαλο ξέσπασε όταν οι δύο τους το ‘σκασαν.
Έξαλλος ο σύζυγος της Ελβίρας εξαπέλυσε τέτοιες απειλές που οι εραστές αναγκάστηκαν να κρυφτούν.

Μετά από πολυετείς ταραχές, τη γέννηση ενός νόθου γιου και ατέλειωτα προβλήματα, το νέο έργο του Πουτσίνι με τίτλο Έντγκαρ παίχτηκε το 1889. Ήταν μια απογοήτευση και ποτέ δεν απέκτησε οπαδούς.
Όμως ο Ρικόρντι παρήγγειλε άλλη μια όπερα και ο Πουτσίνι άρχισε να δουλεύει πάνω στην Μανόν Λεσκό.
Αναζητώντας ηρεμία πήγε σε ένα απομονωμένο παραθαλάσσιο χωριό. Λάτρευε την ησυχία, την απομόνωση και το κυνήγι.
Όμως η κομψή και καθωσπρέπει Ελβίρα μισούσε το πρωτόγονο ψαροχώρι.

Η Μανόν Λεσκό ανέβηκε το 1893. Ο Πουτσίνι σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Ακολούθησε η Λα Μποέμ το 1896 και η Τόσκα το 1900.
Άρχισε να εισπράττει δικαιώματα και έκανε μεγάλη ζωή. Φορούσε πανάκριβα κοστούμια, καπέλα και  παπούτσια, έχτισε πολλά σπίτια, το ένα πιο πολυτελές από το άλλο.

Ο Πουτσίνι ερωτεύεται και η Ελβίρα ξυλοκοπά την ερωμένη

Η Ελβίρα είχε μεταμορφωθεί σε μια μεσόκοπη ζηλιάρα στρίγκλα, αλλά είχε τους λόγους της. Το 1900 ο Πουτσίνι ερωτεύτηκε μια νεαρή ονόματι Κορίνα. Η Ελβίρα δοκίμασε τα πάντα, από κρίσεις υστερίας μέχρι απεργία πείνας αλά τίποτα δεν σταματούσε τον Πουτσίνι.
Μια μέρα, όταν της είπε ότι πήγαινε για κυνήγι εκείνη πήγε σε ένα χωριό όπου πίστευε ότι συναντώνται οι εραστές.
Ο Πουτσίνι είχε φύγει  και η Κορίνα βρισκόταν σε μια άμαξα. Η Ελβίρα όρμησε κι άρχισε να χτυπά την Κορίνα με την ομπρέλα της.
Γύρισε σπίτι πριν από τον Πουτσίνι και μόλις εκείνος επέστρεψε του όρμησε με γροθιές και νυχιές.

Το τροχαίο και ο γάμος με την Ελβίρα μετά από 18 χρόνια συμβίωσης

Λίγα χρόνια αργότερα, μια νύχτα με ομίχλη, ο Πουτσίνι, η Ελβίρα, ο γιος τους κι ο σοφέρ επέστρεφαν στο σπίτι, όταν το αυτοκίνητο πήρε μια λάθος στροφή, έπεσε σε φρεάτιο και ανατράπηκε. Η Ελβίρα κι ο γιος τους τραυματίστηκαν ελαφρά, ο σοφέρ έσπασε το πόδι του, αλλά ο Πουτσίνι ήταν άφαντος. Τον βγήκαν κάτω από το αμάξι, με το δεξί πόδι συντετριμμένο. Πέρασε μήνες στο κρεβάτι και για  το υπόλοιπο της ζωής του κρατούσε μπαστούνι.
Ο απατημένος σύζυγος της Ελβίρας πέθανε μια μέρα μετά το ατύχημα. Οι αδερφές του Πουτσίνι τον ικέτευσαν να παντρευτεί την Ελβίρα, αλλά εκείνος δίσταζε. Η Κορίνα απείλησε να τον μηνύσει για αθέτηση υπόσχεσης. Ο Πουτσίνι δωροδόκησε την Κορίνα και μετά από σχεδόν 18 χρόνια παντρεύτηκε την ερωμένη του.

Η ζηλιάρα σύζυγος οδηγεί την υπηρέτρια σε αυτοκτονία

Ο γάμος δεν βελτίωσε τη διάθεση της Ελβίρας. Διάβαζε όλη την αλληλογραφία του συνθέτη, κρυφάκουγε κι ακολουθούσε τον Πουτσίνι όταν έβγαινε από το σπίτι.
Πείστηκε  ότι κοιμόταν με μία υπηρέτρια ονόματι Ντόρια. Ο Πουτσίνι και η Ντόρια το αρνήθηκαν, αλλά η Ελβίρα δεν τους πίστεψε. Ακολουθούσε την Ντόρια, την αποκαλούσε «τσούλα», πήγαινε στο σπίτι της και την έβριζε. Οι αδερφοί της Ντόρια απείλησαν τον Πουτσίνι επειδή είχε ατιμάσει ένα αθώο κορίτσι.

Η απελπισμένη Ντόρια πήγε σε ένα φαρμακείο, αγόρασε ένα διαβρωτικό απολυμαντικό και το κατάπιε. Πέθανε μετά από πέντε μέρες φρικτών πόνων. Ο Πουτσίνι σκέφτηκε να αυτοκτονήσει αλλά η Ελβίρα διέδωσε τη φήμη ότι η Ντόρια πέθανε από αποτυχημένη άμβλωση.

Όταν η ιατροδικαστική εξέταση έδειξε ότι η Ντόρια πέθανε παρθένα, η οικογένειά της μήνυσε την Ελβίρα και καταδικάστηκε σε πεντάμηνη φυλάκιση και υψηλό πρόστιμο. Οι δικηγόροι του Πουτσίνι έπεισαν την οικογένεια της Ντόρια να αποσύρει τη μήνυση μετά από έναν καλό διακανονισμό και το δικαστήριο ακύρωσε την καταδικαστική απόφαση.

 Η τελευταία ημιτελής όπερα

Το ζευγάρι χώρισε για λίγο αλλά ο Πουτσίνι επέστρεψε. Το γιατί έμειναν μαζί μετά από τόση δυστυχία είναι ένα μυστήριο.
Ο Πουτσίνι αποφάσισε ότι η επόμενη όπερά του θα βασιζόταν σε ένα έργο με τον τίτλο Τουραντό.  Όμως πριν ολοκληρώσει τη μουσική μεταφέρθηκε άρον άρον στις Βρυξέλλες για ιατρική περίθαλψη. Για χρόνια υπέφερε από πονόλαιμους κι ενώ ο ίδιος νόμιζε ότι ήταν λαρυγγίτιδα ή κρυολόγημα οι γιατροί διέγνωσαν καρκίνο στο λάρυγγα.

Ο Πουτσίνι πέθανε στις 29 Νοεμβρίου 1924

Η μουσική για την Τουραντό έμεινε ημιτελής. Το 1926 ο Τοσκανίνι παρουσίασε την όπερα στη Σκάλα του Μιλάνου. Στο σημείο της τρίτης πράξης, όπου τελείωνε η παρτιτούρα του Πουτσίνι, ο διευθυντής σταμάτησε την ορχήστρα, άφησε κάτω την μπαγκέτα και στράφηκε προς το κοινό.
«Εδώ τελειώνει η όπερα», είπε «γιατί εδώ πέθανε ο Μαέστρο».

ΠΗΓΗ: «Η Μυστική Ζωή των Μεγάλων Μουσουργών» από τις εκδόσεις «ΑΙΩΡΑ»

    Ο Μπερλιόζ ως μαέστρος, διευθύνει τη "Φανταστική Συμφωνία"Διαβάστε ακόμα: Ο συνθέτης που σχεδίαζε τη δολοφονία της αγαπημένης του, της μητέρας της και του αρραβωνιαστικού της! Μπερλιόζ, ιδιοφυής ή ασήμαντος; Ένας καλλιτέχνης που είδε όλες τις γυναίκες του να πεθαίνουν…

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here