Λόγω της πολυετούς οθωμανικής κυριαρχίας στην Ελλάδα και της συναναστροφής Ελλήνων με Τούρκους, η ελληνική γλώσσα έχει πολλές επιρροές από την τουρκική. Έτσι καθημερινά χρησιμοποιούμε λέξεις που είναι είτε παρμένες αυτούσιες από την τουρκική είτε παραφρασμένες.
Το ίδιο συμβαίνει και με αρκετές εκφράσεις, οι οποίες χρησιμοποιούνται στην καθημερινότητα τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά.

«Μου έφυγε το καφάσι»

Η φράση χρησιμοποιείται για να δηλώσει την έκπληξη μπροστά σε ένα σπουδαίο γεγονός.
Η λέξη καφάσι, που έχουμε συνηθίσει να χρησιμοποιούμε κυριολεκτικά για το πλαστικό τελάρο, στα τούρκικα (kafa) σημαίνει κεφάλι, κρανίο.
Λέγεται ότι η έκφραση ξεκίνησε να χρησιμοποιείται κυριολεκτικά, όταν κάποιος χτυπούσε κάποιον άλλο, τόσο δυνατά, που ένιωθε σαν να του έχει φύγει το κεφάλι. Σιγά, σιγά η έκφραση πήρε τη μεταφορική της έννοια, που γνωρίζουμε.

«Χωριό που φαίνεται, κολαούζο δεν θέλει»

Με τη φράση αυτή δηλώνεται κάτι το πασιφανές. Το τόσο φανερό, που δεν χρειάζεται αναλύσεις και διευκρινίσεις.
Κολαούζος (kilavuz) στα τουρκικά σημαίνει ο «οδηγός». Η έκφραση σήμερα είναι σχεδόν κυριολεκτική.
Αρχικά τη χρησιμοποιούσαν, για να δηλώσουν αυτό ακριβώς που λέει, ότι δηλαδή κάποιο χωριό ήταν τόσο φανερό, που δεν χρειαζόταν ο οδηγός, για να δείξει τον δρόμο.

"τουμπεκί", είναι ο καπνός που χρησιμοποιείται στον ναργιλέ
«Τουμπεκί», είναι ο καπνός που χρησιμοποιείται στον ναργιλέ

«Κάνε τουμπεκί»

Η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται κυρίως στην αργκό και σημαίνει σταμάτα να μιλάς – βούλωσε το στόμα σου.
Τουμπεκί (tombeki) στα τούρκικα είναι ο καπνός που χρησιμοποιείται στον ναργιλέ και ο οποίος κοβόταν επί τόπου στα καφενεία από ειδικούς υπαλλήλους που λέγονταν ταμπήδες.
Η έκφραση άρχισε να χρησιμοποιείται από τους θαμώνες που περίμεναν να καπνίσουν, όταν οι ταμπήδες έπιαναν την κουβέντα και καθυστερούσαν στο κόψιμο του καπνού.
Οι πελάτες τότε φώναζαν «κάνε τουμπεκί», μη μιλάς δηλαδή και ετοίμασε τον καπνό να καπνίσω.
Μάλιστα, επειδή ο καλύτερος καπνός θεωρούνταν ο ψιλοκομμένος, πολλές φορές η έκφραση χρησιμοποιείται και ως «κάνε τουμπεκί ψιλοκομμένο».

«Νισάφι πια»
Το «νισάφι πια» είναι η έκφραση που αποδεικνύει περίτρανα τις επιρροές της τουρκικής γλώσσας στην ελληνική, καθώς πίσω από την καθιέρωση της δεν κρύβεται κάποια ιστορία, που της έδωσε τη μεταφορική σημασία, αλλά η απόλυτη μετάφραση.
Νισάφι σημαίνει στα τουρκικά, έλεος.
Η φράση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει αγανάκτηση, θα μπορούσε αν αντικατασταθεί με το «ελληνικό», «έλεος πια».

Σημείωση: Η αρχική φωτογραφία προέρχεται από ανάρτηση στην ομάδα Παλιές φωτογραφίες της Ελλάδας  και το λεύκωμα «ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΠΟΥ ΧΑΝΟΝΤΑΙ». Πρόκειται για καλούπια για φέσια που φτιάχνονται από τσόχα (κετσέ στα τουρκικά).

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here