Αγωνιστής της κοινωνικής δικαιοσύνης και έντονα πολιτικοποιημένος, ο νομπελίστας συγγραφέας καυτηρίαζε την υποκριτική κοινωνία της Γαλλίας η οποία απομακρυνόταν από τα ιδεώδη της Γαλλικής Επανάστασης.
Ήταν άθεος και τα έργα του συμπεριλήφθηκαν στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων. Μετά τον θάνατό του κατηγορήθηκε για «κακόγουστη γραφή και έλλειψη φαντασίας»
Πρώτα χρόνια
Ο Ζακ Ανατόλ Φρανσούα Τιμπώ, όπως ήταν το πραγματικό όνομα του Ανατόλ Φρανς, γεννήθηκε στις 16 Απριλίου του 1844 στο Παρίσι.
Σπούδασε στο καθολικό Κολλέγιο Στανισλάς μαζί με τους γόνους της κοινωνικής ελίτ. Όμως, ο Φρανς προερχόταν από μια φτωχή οικογένεια και δέχτηκε πολλά αρνητικά σχόλια για την κοινωνική του καταγωγή. Γρήγορα παράτησε τις σπουδές του, γύρισε στο σπίτι του και ξεκίνησε να εργάζεται στο βιβλιοπωλείο του πατέρα του.
Στους τέσσερις τοίχους του καταστήματος γαλουχήθηκαν σταδιακά και οι πολιτικές πεποιθήσεις του νεαρού συγγραφέα, καθώς ο πατέρας του είχε συγκεντρώσει μια τεράστια συλλογή άρθρων και περιοδικών που αναφέρονταν στην Γαλλική Επανάσταση.
«Το νησί των Πιγκουίνων» και η υπόθεση Ντρέιφους
Ως βιβλιοπώλης, ο Ανατόλ ήρθε σε επαφή με αρκετούς διανοούμενους της εποχής και με πολλούς εκδότες.
Αφιέρωνε όλο τον ελεύθερο χρόνο του στην ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων και δοκιμίων και σύντομα εργάστηκε ως κριτικός σε εφημερίδες.
Παράλληλα δούλευε και ως «νέγρος». Δημοσίευε δηλαδή άρθρα με το όνομα κάποιου άλλου προσώπου. Αυτό του έδινε τη δυνατότητα να κερδίσει λίγα περισσότερα χρήματα.
Με το βιβλίο του «Το έγκλημα του Σιλβέστρ Μπονάρ», που εκδόθηκε το 1881, έγινε δεκτός στα μεγάλα λογοτεχνικά σαλόνια.
Ακολούθησαν τα επίσης επιτυχημένα μυθιστορήματα, «To οινομαγειρείο της βασίλισσας Πεντώκ», «Η εξέγερση των αγγέλων» και «Θαΐς».
Ο έντονος ιδεολογικός σκεπτικισμός και η ειρωνική του πένα ήταν εμφανής σε όλα του τα έργα και αντανακλούσαν τους κοινωνικούς του προβληματισμούς.
Ήδη από το 1894, μια εποχή έντονου αντισημιτισμού, ο Φρανς υπερασπίστηκε τον Γάλλο λοχαγό εβραϊκής καταγωγής, Άλφρεντ Ντρέιφους, ο οποίος κατηγορήθηκε άδικα.
Τότε ξεκίνησε να ασχολείται και με την πολιτική ζωή της Γαλλίας, υιοθετώντας τις πεποιθήσεις του σοσιαλισμού και επιθυμώντας μια δίκαιη κοινωνία.
Οι προβληματισμοί του δεν αφορούσαν μόνο την εγκόσμια ζωή, αλλά και τον μεταθανάτιο βίο. Ήταν άθεος και πίστευε πως η θρησκεία ήταν ακόμη μια κοινωνική κατασκευή που είχε σκοπό να χειραγωγεί και να περιορίζει την ανεξαρτησία και την ελεύθερη βούληση των ανθρώπων.
Για τον Φρανς, το κάθε άτομο ήταν υπόλογο στον εαυτό του και ήταν αυτό που όριζε την δική του μοίρα και μέλλον.
«Το νησί των Πιγκουίνων», το οποίο εκδόθηκε το 1908 ήταν η αρχή για να έρθει σε ρήξη με την Εκκλησία.
Πρόκειται για την πρώτη σατυρική νουβέλα του, η οποία περιέγραφε την ιστορία ενός Χριστιανού ιεραπόστολου ο οποίος βάφτιζε πιγκουίνους προκαλώντας πρόβλημα στον Θεό που επέτρεπε τη βάφτιση μόνο των ανθρώπων.
Η «Εξέγερση των αγγέλων», το 1914, αναφερόταν στον Μορίς και τον φύλακα άγγελό του, οι οποίοι συμμάχησαν με τους άλλους αγγέλους να επαναστατήσουν ενάντια στον Θεό και να απαλλαχθούν από το δεσποτικό καθεστώς του.
Το 1922, τα βιβλία του συμπεριλήφθηκαν στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων του Βατικανού.
Προσωπική ζωή
Ο Ανατόλ Φρανς παντρεύτηκε το 1877 τη Βαλέρια Γκεράν και απέκτησαν μία κόρη. Οι πολλές εξωσυζυγικές σχέσεις του συγγραφέα οδήγησαν τελικά στη διάλυση του γάμου.
Σε ηλικία 76 ετών, ο Ανατόλ παντρεύτηκε την Έμμα Λαπρεβότ με την οποία έμειναν μαζί έως τον θάνατό του, τέσσερα χρόνια αργότερα στις 12 Οκτωβρίου 1924.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ασπάστηκε τις ιδέες του κομμουνισμού. Υπέρμαχος του Ουμανισμού ωστόσο κατηγόρησε οποιοδήποτε καθεστώς περιόριζε την ελευθερία του ανθρώπου με αποτέλεσμα να διαγραφεί από το Κομουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας.
Μετά τον θάνατο του, αρκετοί γάλλοι κριτικοί κατηγόρησαν το έργο του ως στεγνό, άτεχνο, κακογραμμένο και πεσιμιστικό.
Προς υπεράσπισή του, ο Τζορτ Όργουελ έγραψε πως τα έργα του «είναι σαφή και ευανάγνωστα και χωρίς αμφιβολία τα κίνητρα της αρνητικής κριτικής είναι πολιτικά».
Ο Ανατόλ Φρανς πλέον θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Γάλλους συγγραφείς και κριτικούς.
Το 1921 βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας έπειτα από οχτώ υποψηφιότητες.
Η διαύγεια, η ειρωνεία και η μάταιη ελπίδα για μια αδελφική κοινωνία του είχε ως αποτέλεσμα να τον συγκρίνουν συχνά με τον Βολταίρο.
Ορισμένα από τα αποφθέγματα του Ανατόλ Φρανς:
«Η αδιάφορη φύση δεν κάνει καμιά διάκριση μεταξύ καλού και κακού. Μόνο η συνήθεια ρυθμίζει τα ήθη».
«Όλα τα ιστορικά βιβλία που δεν γράφουν ψέματα είναι καταπληκτικά ανιαρά».
«Το μεγαλείο της ισότητας απέναντι στο νόμο: απαγορεύει στους πλούσιους, όπως και στους φτωχούς, να κοιμούνται κάτω από γέφυρες, να ζητιανεύουν και να κλέβουν ψωμί».
«Δεν ξέρουμε τι να κάνουμε σ’ αυτήν τη σύντομη ζωή και παρ’ όλα αυτά, θέλουμε να ελπίζουμε και σε μια αιώνια».
«Οι πολιτικοί είναι σαν τα άλογα: δεν μπορούν να προχωρήσουν ίσια χωρίς παρωπίδες».
«Αυτό που ονομάζουμε στρατηγική, βασικά έχει να κάνει με το να περνάμε τα ποτάμια από τις γέφυρες και να διασχίζουμε τα βουνά από τα μονοπάτια».
«Αξιοσέβαστοι είναι οι άνθρωποι που κάνουν ό,τι όλοι οι άλλοι».
«Προτιμούσα πάντα την τρέλα των παθών από τη σοφία της αδιαφορίας».
«Είναι στη φύση του ανθρώπου να σκέφτεται λογικά και να ενεργεί παράλογα».
«Μια γυναίκα χωρίς στήθος είναι σαν κρεβάτι χωρίς μαξιλάρια».
«Μόνο οι άντρες που δεν ενδιαφέρονται για τις γυναίκες ενδιαφέρονται για την τουαλέτα των γυναικών. Οι άνδρες που αγαπούν τις γυναίκες ποτέ δεν προσέχουν αυτά που φοράνε».
«Η άγνοια και το λάθος είναι απαραίτητα για τη ζωή, όπως το ψωμί και το νερό».
«Μόνο η επιθυμία και η απραξία μας κάνουν θλιμμένους».
«Η τύχη είναι το «ψευδώνυμο»του Θεού, όταν δεν θέλει να υπογράψει».
«Αξιοσέβαστοι είναι οι άνθρωποι που κάνουν ό,τι όλοι οι άλλοι».
«Το να ξέρεις δν είναι τίποτα,το πάν είναι να φαντάζεσαι».
«Το να ζεις χωρίς ψευδαισθήσεις είναι το μυστικό της ευτυχίας».