Το 1942 η Ελπίδα Χωματιανού, που έκανε καριέρα στο θέατρο ως Σπεράντζα Βρανά, ήταν μόλις 13 ετών. Είχε απομείνει τελείως μόνη, μετά και από το θάνατο της μητέρας της.
«Πήγα στο Μεσολόγγι κι αφού οι συγγενείς μου με αντιμετώπισαν αδιάφορα, αναγκάστηκα να βρω άλλο τρόπο για να εξασφαλίσω το φαγητό μου και να επιβιώσω», θυμόταν χρόνια αργότερα. Έτσι, ακολούθησε το θεατρικό μπουλούκι του Ρολάνδου Χρέλια, που εμφανιζόταν στην περιοχή του Αιτωλικού.
Τραγούδησε δοκιμαστικά δίπλα σε μια από τις πρωταγωνίστριες και σχεδόν αμέσως αποφάσισαν να πάρει μέρος στην παράσταση.
Η νεαρή Σπεράντζα όμως είχε πολύ άγχος, κάτι που διέκριναν οι έμπειροι ηθοποιοί του θιάσου.
«Εγώ συνήθως έτρωγα γλυκό. Eκείνη την ημέρα μου παράγγειλαν κονιάκ, για να ζεσταθεί ο λαιμός μου και να μην έχω τρακ.
Ούτε ξέρω πόσα κονιάκ ήπια. Πήγαμε στο θέατρο. Ήμουν σχεδόν μεθυσμένη. Φόρεσα το ωραίο φόρεμα της Υβόνης (ηθοποιός) και ήρθε η ώρα να βγω στο σανίδι».
Όταν ήρθε η ώρα να κάνει σιγόντο στο ρεφρέν του τραγουδιού «Τ’ όνειρο της αγάπης μας έσβησε», άκουσε μεθυσμένη το κοινό να ξεσπά σε επιδοκιμασίες, χωρίς να καταλαβαίνει το λόγο. Ξαφνικά κατάλαβε ότι από το τρακ, τραβούσε αμήχανα με τα χέρια τη διάφανη μουσελίνα που φορούσε, με αποτέλεσμα να ξεγυμνώσει το στήθος της.
Πανικοβλημένη η νεαρή Σπεράντζα, παράτησε το τραγούδι και αποσύρθηκε στο καμαρίνι.
Εκεί περίμενε μέχρι να τελειώσει η παράσταση, παρά τις φωνές του ανδρικού πληθυσμού να ξαναβγεί στη σκηνή.
«Οι βλάχοι φώναζαν να ξαναβγώ. Βέβαια. Πού θα ξανάβλεπαν τέτοιο θέαμα».
Με αυτόν τον περιπετειώδη τρόπο η Σπεράντζα Βρανά έκανε την πρώτη θεατρική εμφάνιση με ένα μπουλούκι, που θα άλλαζε για πάντα τη ζωή της.
«Τα μπούτια μου είχαν τρίχες και έκανα σαν σπαστικό»
Η ηθοποιός ήταν πλέον μέλος του θεατρικού μπουλουκιού.
Καθημερινά προσπαθούσε να μάθει τη δουλειά από τους παλιότερους αλλά δεν έλειπαν οι κακές στιγμές την ώρα της παράστασης.
Το 1943, εν μέσω πολέμου, ο θίασος του Ρολάνδου Χρέλια, βρέθηκε στη Λάρισα.
Η παράσταση που θα παρουσιάζονταν στην πόλη και στα γύρω χωριά ήταν η «Δασκάλα μαθητής».
Η Βρανά θα έπαιζε ένα μικρό ρόλο και πάλι, δίπλα στον ηθοποιό Αποστολάκη.
«Ήμουν τόσο άσχετη, είχα πάθει και μια αντράλα γιατί μου φόρεσαν ένα κοντό ρούχο και φαινόντουσαν τα μπούτια μου που είχαν τρίχες. Καθώς προσπαθούσα να παίξω έκανα σαν σπαστικό», θυμόταν η ηθοποιός.
Οι αντιδράσεις του κοινού αυτή την φορά όμως δεν ήταν θερμές.
Η ερμηνεία της νεαρής δεν άρεσε και έτσι οι χωρικοί της ούρλιαζαν «έμπα μέσα μωρή κρύα».
Στην επόμενη παράσταση «Γενοβέφα» ήταν πλέον πρωταγωνίστρια.
«Το τι ξύλο έφαγα για να βγάζω κλάμα δεν περιγράφεται. Κλάμα εγώ, κλάμα και οι θεατές που με έβλεπαν να κλαίω».
Κατά τη διάρκεια των μετακινήσεων με τα πόδια ή με κάποιο μέσο, η Σπεράντζα Βρανά έμενε μαζί με το μπουλούκι, στο ύπαιθρο ή όπου άλλου έβρισκαν.
«Πολυτέλειες και ξενοδοχεία μας ήταν άγνωστα. Κάθε φορά που επιχειρούσαμε να πάμε σε ξενοδοχεία, μας έδιωχναν γιατί δεν είχαμε χρήματα να πληρώσουμε.
Χαρακτηριστική είναι η σκηνή που περιγράφει σε μια περιοδεία με τον Χατζηχρήστο και την τότε γυναίκα του Νίτσα.
«Μείναμε σε ένα δωμάτιο σε μια μάντρα που πωλούσε ασβέστη και κάρβουνο. Δεν είχε κουφώματα. Είχαμε βάλει κάτι σαρακοφαγωμένες κουβέρτες στα παράθυρα γιατί χιόνιζε και είχε πολύ κρύο. Δεν υπήρχαν κρεβάτια. Πάνω σε τρίποδα βάζαμε τάβλες και παλιές κουβέρτες και ξαπλώναμε. Στη μέση είχαμε ένα μαγκάλι για να ζεσταινόμαστε», θυμόταν η ηθοποιός.
Το όνειρο της επιθεώρησης
Μέχρι τα 18 της η Σπεράντζα Βρανά, είχε γίνει μια πανέμορφη και «εκρηκτική» ηθοποιός και περιζήτητη πλέον από όλα τα θεατρικά μπουλούκια.
Δεν ξέχασε όμως ποτέ τις παραστάσεις που έπαιξε, γυρνώντας από πόλη σε πόλη και από χωριό σε χωριό.
Για αυτήν υπήρξαν το καλύτερο σχολείο. Εκεί έμαθε τι ήταν η οπερέτα, το δράμα και οι μουσικές κωμωδίες.
Το μόνο που δεν έμαθε ήταν οι επιθεωρήσεις. «Σε αυτές δεν συμμετείχα. Έλεγα ένα τραγουδάκι στην αρχή και έφευγα».
Όταν το μπουλούκι της κάποτε γύρισε στην Αθήνα, η νεαρή ηθοποιός είχε πεισμώσει και ήθελε να κάνει επιθεώρηση.
Οι κουβέντες που είχε ακούσει στις πρώτες εμφανίσεις, την είχαν σημαδέψει.
«Δεν θα μου ξαναέλεγαν εμένα έμπα μέσα μωρή κρύα», έλεγε η Βρανά.
Άρχισε να παρακολουθεί καθημερινά διάφορες επιθεωρήσεις που τότε «ξεφύτρωναν» η μια πίσω από την άλλη, στα θέατρα της πρωτεύουσας.
Από την κουίντα έβλεπε ηθοποιούς όπως τους Ορέστη Μακρή, Βασίλη Αυλωνίτη, Κούλη Στολίγγα, η Ντιριντάουα, η Γεωργία Βασιλειάδου και άλλους.
Ξεπατίκωνε τις κινήσεις και τις εκφράσεις τους και έκανε όνειρα ότι θα έπαιζε δίπλα τους.
Λίγα χρόνια μετά θα έπαιζε τελικά σε επιθεώρηση μαζί με άλλους νέους και ελπιδοφόρους ηθοποιούς, όπως το Νίκο Ρίζο, την Ειρήνη Παπά, το Ντίνο Ηλιόπουλο και άλλους πρωτοεμφανιζόμενους πρωταγωνιστές.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Γιατί ο Δημήτρης Χορν μηδένισε τη Βουγιουκλάκη στις πτυχιακές. «Θα παρατήσω το θέατρο», ήταν η αντίδραση της Αλίκης, που είχε κερδίσει μια γενναιόδωρη κριτική από τον Λουντέμη…