Τη δεκαετία του ’80, το πιο φημισμένο πολιτικό ντουέτο ήταν o 40ος πρόεδρος των ΗΠΑ, Ρόναλντ Ρήγκαν και η μοναδική γυναίκα πρωθυπουργός της Βρετανίας, Μάργκαρετ Θάτσερ.
Οι δύο ηγέτες είχαν θαυμάσιες σχέσεις μεταξύ τους και συζητούσαν συχνά.
Το 1982, Ολλανδοί δημοσιογράφοι παρέλαβαν μια ανώνυμη κασέτα που υποτίθεται ότι ήταν η καταγραφή μέρους μιας συνομιλίας μεταξύ του Ρήγκαν και της Θάτσερ.
Η συνομιλία ήταν κακής ποιότητας, ημιτελής και δύσκολο να την παρακολουθήσει κανείς λόγω του υψηλού επιπέδου παρεμβολών και θορύβου, αλλά οι φωνές αναγνωρίζονταν εύκολα.
Η συζήτηση τους αφορούσε τα δύο πιο θέματα που απασχολούσαν περισσότερο την επικαιρότητα εκείνη την περίοδο: τον πόλεμο των Φόκλαντ μεταξύ Βρετανίας και Αργεντινής και τη διαμάχη μεταξύ Σοβιετικής Ένωσης και ΗΠΑ για τις Πυρηνικές Δυνάμεις Μέσου Βεληνεκούς.
Ο πόλεμος των Φόκλαντ
Ξεκινούσε με τα γεγονότα στη διάρκεια του πολέμου των Φόκλαντ.
Τα νησιά Φόκλαντ είναι ένα έρημο αρχιπέλαγος βαθιά στο νότιο Ατλαντικό και κατοικούνται κυρίως από πρόβατα.
Η πλησιέστερη στεριά είναι η Αργεντινή και απέχει 480 χλμ. προς τα δυτικά.
Ήταν βρετανικά νησιά από τις αρχές του 19ου αιώνα, αλλά τα διεκδικούσε και η Αργεντινή.
Τον Απρίλιο του 1982 η δεξιάς απόχρωσης δικτατορία του Στρατηγού Γκαλτιέρι εισέβαλε στα νησιά, πιστεύοντας ότι η βρετανική κυβέρνηση ήταν πολύ μακριά και πολύ απασχολημένη για να παρέμβει. Η Θάτσερ όμως το είδε ως την ιδανική ευκαιρία να ωφεληθεί πολιτικά και να βγει από τη δύσκολη θέση.
Έστειλε μια βρετανική στρατιωτική δύναμη να επανακαταλάβει τα νησιά.
Αν και οι ΗΠΑ, στενός σύμμαχος της Αργεντινής και της Βρετανίας, προσπαθούσαν να μεσολαβήσουν ώστε το ζήτημα να λυθεί μέσω διαπραγματεύσεων, όλες οι ελπίδες για ειρήνη εξανεμίστηκαν όταν ένα βρετανικό υποβρύχιο βύθισε ένα πολεμικό πλοίο της Αργεντινής, το «Στρατηγός Μπελγκράνο», με αποτέλεσμα τον θάνατο 300 ατόμων.
Δυο ημέρες αργότερα, ένας αργεντινός πύραυλος έπληξε το βρετανικό πολεμικό «Σέφιλντ», με αποτέλεσμα την απώλεια 24 ατόμων.
Στην κασέτα, ο Ρήγκαν αναφέρεται σε αυτά τα συμβάντα, υπονοώντας ότι η Θάτσερ είχε επίτηδες βάλει στόχο το Μπελγκράνο για να καταποντίσει της αμερικανικές ειρηνευτικές προσπάθειες.
Η Θάτσερ ακούγεται στην κασέτα να λέει: «Η Αργεντινή ήταν ο εισβολέας! Χρησιμοποιήθηκε βία. Βία χρησιμοποιούμε και τώρα για να τους τιμωρήσουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται». Ο Ρήγκαν στη συνέχεια κατηγορεί τη Θάτσερ ότι άφησε να χτυπηθεί το Σέφιλντ, ώστε να εξασφαλίσει ότι θα υπάρξει ένοπλη σύρραξη μεταξύ των δύο χωρών.
Ο βομβαρδισμός της Ευρώπης
Κατόπιν, η συζήτηση μεταφέρεται στην πυρηνική πολιτική των ΗΠΑ σε περίπτωση σοβιετικής εισβολής στην Ευρώπη.
Σε αυτό το σημείο, ο Ρήγκαν λέει παγερά: «Σε περίπτωση σύγκρουσης, θα εξαπολύσουμε πυραύλους εναντίον συμμάχων για τον αποτελεσματικό περιορισμό της Σοβιετικής Ένωσης».
Αυτό σήμαινε ότι οι ΗΠΑ θα στόχευαν ευρωπαϊκές χώρες για να αποκρούσουν μια σοβιετική επίθεση.
Οι τελευταίες λίγες παραμορφωμένες φράσεις υπονοούν ότι ο πρόεδρος μπορεί να εξέταζε ακόμη και το ενδεχόμενο να βομβαρδίσει το Λονδίνο, αν ήταν απαραίτητο.
Διαβάστε ακόμα: Στρατός εναντίον απεργών. Η Θάτσερ ήταν έτοιμη να στείλει τον στρατό, για να αντιμετωπίσει την απεργία των ανθρακωρύχων, που κράτησε 12 μήνες
Επρόκειτο για «εκρηκτικό» υλικό, αν η κασέτα αποδεικνυόταν γνήσια.
Όμως, οι Ολλανδοί δημοσιογράφοι που την παρέλαβαν εξέφρασαν αμέσως τη δυσπιστία τους.
Μια μεταγενέστερη εξέταση της κασέτας έδειξε ότι δεν ήταν προϊόν καταγραφής μιας συνομιλίας, αλλά εξολοκλήρου συρραφή από τμήματα ομιλιών των δύο ηγετών.
Το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ έδειξε αμέσως με το δάχτυλο τη σοβιετική υπηρεσία πληροφοριών, KGB, η οποία ήταν γνωστή για την παραγωγή πλαστών εγγράφων.
Μια πλαστή κασέτα θα ήταν κάτι πρωτόγνωρο για τη σχετικά απλή τεχνολογία της KGB, αλλά ο τύπος των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας συντάχθηκε με την ερμηνεία της σοβιετικής πλαστογραφίας.
Το 1984 η κυριακάτικη βρετανική εφημερίδα Observer, που φημιζόταν για την ερευνητική δημοσιογραφία, αποκάλυψε ότι η κασέτα του «Θάτσεργκεϊτ» δεν ήταν μία απαίσια σοβιετική σκευωρία, αλλά είχε συναρμολογηθεί από τα μέλη του συγκροτήματος Crass σε μια αγροικία στη μικρή αγγλική πόλη του Έπινγκ στο Έσεξ, λίγο έξω από το Λονδίνο.
Το συγκρότημα σχηματίστηκε το 1977 αυτοπροσδιοριζόμενο ως «αναρχοπανκ» και με ιδέες ισχυρά φεμινιστικές, αντιρατσιστικές, αντιπολεμικές, αντικαταναλωτικές και αντιπαγκοσμιοποιητικές.
Οι Crass δεν περίμεναν το είδος της αντίδρασης που εκδήλωνε η κυβέρνηση και ο Τύπος των ΗΠΑ για την κασέτα.
Σε μια μεταγενέστερη συνέντευξη, ένα από τα μέλη του συγκροτήματος είπε:«Η αντίδραση ήταν πολύ μεγαλύτερη από αυτή που περιμέναμε. Απλώς δεν πιστέψαμε ότι θα την πατούσαν. Αυτό δείχνει τι μπορεί να καταφέρει κανείς».
Ένα άλλο μέλος πρόσθεσε σχετικά: «Πιστεύουμε πως, παρόλο που η κασέτα ήταν φάρσα, αυτά που λέγονται είναι στην ουσία αλήθεια. Μείναμε έκπληκτοί που χρεώθηκε στη KGB».
Το συγκρότημα διαλύθηκε το 1984.
ΠΗΓΗ: Οι Μεγαλύτερες Απάτες της Ιστορίας, Eric Chaline, Εκδόσεις Κλειδάριθμος