Αίσθηση προκάλεσε η ομιλία του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αργυροκάστρου Παναγιώτη Μπάρκα για την ελληνική μειονότητα, παρουσία του Αλβανού πρωθυπουργού και τριών υπουργών της κυβέρνησης. Ο Μπάρκας αναφέρθηκε στην συνεισφορά του ελληνισμού στην περιοχή και εξήγησε γιατί είναι αβάσιμες οι θεωρίες των Αλβανών σε σχέση με το αυτόχθονο του ελληνισμού στα εδάφη αυτά. Ο Ράμα που παρακολούθησε την ημερίδα στους Αγ. Σαράντα ως προσκλεκλημένος, όταν πήρε το λόγο είπε χαρακτηριστικά: «Ο καθηγητής τα είπε περίτεχνα. Τα στοιχεία του δεν μπορεί να τα αμφισβητήσει κανείς».
Ο πρωθυπουργός της Αλβανίας, Έντι Ράμα και τρεις υπουργοί της κυβέρνησής του, παραβρέθηκαν στη συνάντηση με θέμα «Κοινή ένταξη. Διατηρώντας και ενισχύοντας την εθνική ταυτότητα».
Ο Ράμα εξήρε το ρόλο της Ελληνικής εθνικής μειονότητας στην Αλβανία (ΕΕΜ) ώστε να υπάρχει πολυφωνία στη χώρα, που οδηγεί στην ενότητα και τη συμβίωση προς όφελος όλων και αποτελεί την ουσία του πλούτου, που δεν επιτρέπεται να καταχραστεί κανείς για μικροπολιτικά συμφέροντα. Θεώρησε την ταυτότητα της ΕΕΜ αδιαπραγμάτευτη και υπόθεση που δεν αφορά την ίδια, αλλά το κράτος στο οποίο αυτή ανήκει.
Η Μηχανή του Χρόνου δημοσιεύει τα σημαντικότερα σημεία της ομιλίας του καθηγητή Μπάρκα:
Ο καθηγητής αναφέρθηκε πρώτα στο παράδειγμα του Αλή Πασά
«Έγινε γνωστός σε Δύση και Ανατολή, από τον Βοναπάρτη και το Βύρωνα μέχρι τους τσάρους της Ρωσίας, όχι για τα όπλα και την πονηριά του, αλλά προβάλλοντας τον ελληνικό διαφωτισμό των Ιωαννίνων». Όπως τόνισε: «Η επίσημη γλώσσα του ήταν η ελληνική. Ήταν αυτός ο λόγος που ο άσπλαχνος πασάς ούτε στιγμή δεν εμπόδισε την ελληνική παιδεία και διαφωτισμό. Κατά συνέπεια, σ΄αυτή την πραγματικότητα αντιπαράθεσης αντιθέτων μέχρις εσχάτων, στον πολιτιστικό και εκπαιδευτικό τομέα, τα αντίθετα αυτά συμβίωναν και συνεργούσαν, συνέβαλαν στην οικονομία, στο εμπόριο, δημιουργώντας δυνατότητες για την προσδοκία της ελευθερίας».
Ο κ. Μπάρκας συνέχισε την ομιλία του αναφερόμενος στο θέμα της παιδείας, στη μητρική γλώσσα της σημερινής εθνικής ελληνικής μειονότητας.
Όπως είπε: «Ο σεβασμός, η στήριξη και η προώθησή της είναι χρέος που οφείλουμε στην ιστορία και την παράδοση, που συμβάλλουν για να δούμε καλύτερα το παρόν και να ατενίσουμε με σιγουριά το μέλλον. Ο διαφωτισμός των ελληνικών γραμμάτων σε τούτα τα μέρη, συνέβαλε πρώτα στην καλλιέργεια και δημιουργία της νεοελληνικής ιδεολογίας, ως ιδέα και πραγματικότητα».
» Σημαντικό είναι ότι η ελληνική γλώσσα – και όχι μόνο – έγινε το μέσο έκφρασης αυτών, ιδιαίτερα από το 1860 όταν ο Αναστάσης Πυκαίος ίδρυσε την πρώτη εφημερίδα στην ελληνική γλώσσα για το αλβανικό θέμα.
Οι Μήτκος, Βρέτος, Χριστοφορίδης, Βεκιλχάρτζης και αρκετοί άλλοι Αλβανοί λόγιοι της αλβανικής εθνικής αναγέννησης, χρησιμοποίησαν την ελληνική για να εκδηλώσουν, τόσο την αγάπη για τον ελληνισμό, όσο και την επιθυμία για την καλλιέργεια του αλβανισμού.
Ο Θεοφάνης Νόλης, η Ουρανία Ρούμπο, ο Ισμαήλ Κεμάλι, ο Πυγαίος, ο Χριστοφορίδης και μέχρι τον Κονίτσα, έβλεπαν στον ελληνισμό τον κύριο εκφραστή και υποστηριχτή της ταυτότητάς τους και το γεγονός αυτό, επί χρόνια στη σειρά δεν κατάφεραν να βλάψουν, ούτε η πολιτική και οικονομική επένδυση του Σουλτάνου Αμπντουλχαμίτ ούτε τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων».
«Ωστόσο, είναι ιστορικά γνωστό ότι με αυτές τις αρχές και σχέσεις τράφηκε, για περίπου έναν αιώνα, η ιδέα του δυαδικού ελληνοαλβανικού κράτους. Αυτοί οι γνωστοί λόγιοι των αλβανικών γραμμάτων, οι οποίοι είχαν δίπλα Έλληνες δασκάλους ή ανθρώπους των γραμμάτων, ήξεραν να διακρίνουν κάλλιστα τον ελλαδικό ελληνισμό (ελληνικό κράτος) ως αυτοσκοπό, από τον οικουμενικό ελληνισμό ως διαχρονική διαφωτιστική αξία, που δρα ως πραγματικότητα πέρα από εθνικισμούς, σωβινισμούς, εχθρότητες, ρατσισμούς, εγωισμούς κλπ.
Εμείς σήμερα, αρνούμαστε να παραδεχτούμε τη δεύτερη αυτή πραγματικότητα του ελληνισμού, να κάνουμε όπως έπραξε η αφρόκρεμα των Αλβανών λογίων. Περισσότερο θέλουμε να την αποφύγουμε ή να την εξουδετερώσουμε.
Για το σκοπό αυτό, εσκεμμένα, προσπαθούμε να ταυτίσουμε τον ελληνισμό με τον εθνικισμό, φθάνοντας μέχρι την παρερμηνεία του Έλληνα πολιτικού αρβανίτικης καταγωγής, Ι. Κωλέττη. Ταυτοχρόνως, επιδιώκεται η οικειοποίηση, ως αλβανικών, των οικουμενικών αξιών του ελληνικού πολιτισμού, όπως της μυθολογίας, των μαντείων, των θεοτήτων, της μουσικής και όλων των άλλων αξιών, που αποτελούν τα θεμέλια του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου πολιτισμού.»
«Η αντινομία αυτή, θέλω να πιστεύω, ότι στέκει στο θεμέλιο όλων των παρεξηγήσεων, προκαταλήψεων και αντιπαραθέσεων που εμποδίζουν την καλλιέργεια μιας πραγματικότητας πρότυπου όσον αφορά τη ειρηνική συμβίωση, την κατανόηση, την πρόοδο, την πολυπολιτισμικότητα και τη συνεργασία μεταξύ γειτόνων.»
Η συμβολή της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας
«Η Εθνική Ελληνική Μειονότητα στην Αλβανία παραμένει ο φορέας των αξιών αυτών, ανεξαρτήτως της κρατικής στάσης απέναντί της. Στην πορεία της προς το μέλλον, έχει βγάλει συνεχώς από τη μνήμη της τις αρνητικές εμπειρίες που εμπνέουν συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις.
Ας θυμηθούμε πώς λησμόνησε το αιματοκύλισμα που δέχτηκε σε γυναικόπαιδα και γερόντους μετά την καταστροφή του Λυκουρσιού, πώς λησμόνησε το χαλασμό του 1912-13, όταν 20 χωριά του Βούρκου καταστράφηκαν και 25.000 Έλληνες κάτοικοι εκδιώχθηκαν από τις στρατιές των Αλβανών, που πήγαιναν να βοηθήσουν τον τουρκικό στρατό στα Ιωάννινα.
Λησμόνησε τις συνέπειες, που υπέστη από τους διωγμούς που της επιβλήθηκαν με τη βοήθεια των Ιταλών κατακτητών την περίοδο 1917-20, κάποιες από τις οποίες βιώνει ακόμα και σήμερα.
Λησμόνησε ότι στις αλβανικές φυλακές του 1945-55, η ελληνική γλώσσα ανταγωνίζονταν επάξια την αλβανική κλπ.
Όμως όλοι πρέπει να γνωρίζουμε την έκθεση της CIA του 1934, που σημειώνει ότι ο βασιλιάς Ζώγου δεν θα μπορούσε να εγκαθιδρύσει το κράτος του, χωρίς τη συμβολή των Ελλήνων εντός της επικράτειάς του.
Πρέπει να θυμηθούμε ότι αυτή η μειονότητα λησμόνησε τις εθνικές πληγές στο μεσοπόλεμο και στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τάχθηκε με όλες τις δυνάμεις του στο πλευρό του αλβανικού λαού, σφραγίζοντας με αίμα και θυσίες όλα τα δικαιώματά της.
Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι στο μεταπολεμικό αλβανικό κράτος, πρόσφερε την πιο αξιόλογη συνεισφορά της, αλλά και πλήρωσε ακριβό τίμημα, λόγω ακριβώς της ικανότητάς της, της συνεισφοράς της και ασφαλώς λόγω της ταυτότητάς της.
Παρόμοιο χαρακτήρα, θέληση και ενέργεια παράγει η ελληνική μειονότητα και σ΄αυτόν, τον τέταρτο αιώνα της αλβανικής μεταπολίτευσης. Αγνοεί την βαριά περίοδο του 1993-97, όταν απειλήθηκε η ίδια η ύπαρξή της. Αλλά από σεμνότητα δεν θέλει να θυμηθεί ότι δεν στάθηκε ποτέ εμπόδιο στην ενταξιακή πορεία της Αλβανίας στους ευρω-ατλαντικούς θεσμούς, ενώ είχε αρκετούς λόγους να πράξει το αντίθετο.
Σήμερα αποτελεί την πιο νομοταγή κοινότητα στην Αλβανία και με τη φιλοσοφία αυτή διαθέτει τις ισχυρότερες οικονομικές επιχειρήσεις στη χώρα».
Οι περιουσίες της μειονότητας
«Δεν επιτρέπεται αυτής της μειονότητας να της υφαρπάζονται αδίκως οι περιουσίες της από κρατικές δομές και τη διεφθαρμένη δικαιοσύνη, με πλαστογραφημένα αποδεικτικά από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, τα οποία ακόμα και σε περίπτωση που θα ήταν σωστά – που δεν είναι – είχαν παραχωρηθεί στους ιδιοκτήτες τους ως ανταμοιβή για την αλλαξοπιστία τους και για τις υπηρεσίες που προσέφεραν στη αυτοκρατορία αυτή.
‘Η να υφαρπάζονται οι περιουσίες της προς ικανοποίηση του βρώμικου χρήματος και της λαιμαργίας των πολιτικών, οι οποίοι μέχρι σήμερα δεν γνώριζαν που έπεφτε η θάλασσα – τόσο το χειρότερο όταν τέτοιες ενέργειες αποσκοπούν στην αφομοίωσή της. Δεν μπορεί να επιτραπούν παράγοντες εκτός αυτής της μειονότητας να μιλούν εξ ονόματος της για την εθνική ταυτότητα των μελών της».
Στη συνέχεια ο Παναγιώτης Μπάρκας μίλησε για την παιδεία και τα σχολικά βιβλία και επισήμανε την θετική βούληση στην πολιτική της υπουργού Παιδείας και Αθλητισμού Λιντίτα Νικόλα. Με δική της πρωτοβουλία παράγονται βιβλία για τους μαθητές αυτών των σχολείων σε πλήρη ταύτιση με τη φύση, τα ενδιαφέροντα και την ταυτότητά τους.
Τελειώνοντας την ομιλία του ο καθηγητής, ανέφερε ότι είναι πεπεισμένος ότι η σημερινή κυβέρνηση διαθέτει τη βούληση και το όραμα, ώστε στην υπηρεσία αυτής της προσέγγισης να συντάξει και να ψηφίσει το νόμο για τις εθνικές μειονότητες. «Ώστε, μια τέτοια προσέγγιση να συνοδέψει με επενδύσεις σε υποδομές σε όλους τους τομείς και περιοχές, με τη λήψη μέτρων για την εγγύηση της τάξης και ασφάλειας. Αλλά, σε πρώτη γραμμή, να εντοπίσει και να προβάλλει άτομα απ΄αυτή την μειονότητα ικανά, αξιοπρεπείς συνομιλητές, ικανούς συνεργάτες, δημιουργικούς στη συνεισφορά τους στην υπηρεσία της εθνικής ελληνικής μειονότητας και της χώρας».
Ο υπουργός Εξωτερικών της Αλβανίας, Ντιτμίρ Μπουσάτι (Ditmir Bushati) θα επισκεφθεί στις 2 και 3 Μαρτίου την Αθήνα, όπου θα συναντηθεί με τον Έλληνα ομόλογό του, Νίκο Κοτζιά.