«Μεγάλο θανατικό» ονομάζεται η μεγαλύτερη μαζική εξαφάνιση ειδών που γνώρισε ποτέ ο πλανήτης Γη. Συνέβη πριν από 252 εκατομμύρια χρόνια και είχε ως αποτέλεσμα να εξαλειφθούν το 95% των θαλάσσιων και το 70% των χερσαίων ειδών.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, 10 χιλιάδες χρόνια πριν από την έκρηξη των ηφαιστείων αυξήθηκε ραγδαία η ποσότητα μιας κατηγορίας ισοτόπων του άνθρακα (ελαφρά ισότοπα) στους ωκεανούς. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, η θερμοκρασία της θάλασσας κατά δέκα βαθμούς Κελσίου και τα νερά να γίνουν πιο όξινα με αποτέλεσμα να αφανιστεί το σύνολο της θαλάσσιας ζωής.
Όπως ανέφερε ο Γεωλόγος του πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης Μάικλ Ραμπίνο: «Οι θερμοί ωκεανοί δεν είχαν αρκετό οξυγόνο με αποτέλεσμα να εξαφανιστούν πολλά θαλάσσια είδη».
Ακολούθησαν τεράστιες ηφαιστειακές εκρήξεις, οι οποίες διήρκεσαν 60 χιλιάδες χρόνια και απελευθέρωσαν περίπου ένα τρισεκατομμύριο λίτρα λάβας.
Το φαινόμενο συνέβη στο τέλος της Περμίου περιόδου και εξαφάνισε το μεγαλύτερο μέρος της χλωρίδας και της πανίδας της Γης.
Τα ηφαίστεια που προκάλεσαν την καταστροφή βρίσκονταν στη Σιβηρία και λέγεται ότι τότε σχηματίστηκαν τα περίφημα «Σκαλιά της Σιβηρίας», μια μεγάλη περιοχή ηφαιστειογενών πετρωμάτων που βρίσκεται στον βορρά της Ρωσίας.
Οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν τι ήταν αυτό που ξύπνησε τα ηφαίστεια. Η επικρατέστερη εκδοχή αναφέρει ότι ένας τεράστιος αστεροειδής χτύπησε τη Γη με τεράστια ταχύτητα προκαλώντας φωτιές, τσουνάμι και εκρήξεις ηφαιστείων. Ωστόσο, δεν έχει βρεθεί κανένας κρατήρας. Οι ερευνητές μελέτησαν το ενδεχόμενο να συνδέεται με μια μεγάλη τρύπα που εντόπισαν με τη βοήθεια της τεχνολογίας κοντά στα νησιά Φωκλαντ, αλλά δεν έχει επιβεβαιωθεί.
Όπως και να έχει, η καταστροφή συνέβη και παρολίγον να προκαλέσει την πλήρη εξαφάνιση της ζωής. Ουσιαστικά, η ζωή συνεχίστηκε χάρη στο 4% των ειδών που επιβίωσαν από το «Μεγάλο Θανατικό». Ανάμεσα τους ο πρόγονος του δεινοσαύρου, από τον οποίο προέρχονται τα είδη των δεινοσαύρων που κυριάρχησαν στη Γη επί 160 εκατομμύρια χρόνια και εξαφανίστηκαν στο τέλος της Κρητιδικής Περιόδου.
Με πληροφορίες από «Geology».