Η Τζάκι Κέννεντι- Ωνάση πέρασε τα Χριστούγεννα του 1993 με τα παιδιά και τα εγγόνια της και αμέσως μετά έφυγε μαζί με τον Μόλις Τέμπλλεσμαν για μια κρουαζιέρα στην Καραϊβική.
Έπειτα από λίγες μέρες όμως άρχισε να νιώθει έντονους πόνους στην κοιλιά.
Το προηγούμενο φθινόπωρο είχε πέσει από το άλογό της και είχε μείνει αναίσθητη για 30 λεπτά.
Η Τζάκι δεν θυμόταν να έχει αρρωστήσει ποτέ σοβαρά, εκτός από μια πνευμονία το 1962.
Φρόντιζε πολύ τη διατροφή της και γυμναζόταν με θρησκευτική πειθαρχία.
Ένιωθε όμως πως αυτή τη φορά κάτι δεν πήγαινε καλά.
Οι γιατροί της τη συμβούλευσαν να διακόψει την κρουαζιέρα και να επιστρέψει αμέσως στη Νέα Υόρκη.
Μια σειρά εξετάσεων έδειξαν αποτελέσματα που κανείς δεν ήθελε να ακούσει.
Ήταν καρκίνος. Η Τζάκι είχε λέμφωμα, Non Hodgins.
Ο Τζον και η Καρολάιν ήταν στο πλευρό της και όταν έμαθαν τα δυσάρεστα νέα, δάκρυσαν.
Υπήρχε όμως ακόμη ελπίδα, έστω και μικρή. Η Τζάκι είχε τους καλύτερους γιατρούς και η οικογένειά της θα αντιμετώπιζε την κατάσταση ενωμένη.
Η ίδια ήταν στωική. «Τι κι αν μου απομένουν μόνο πέντε χρόνια. Έχω ζήσει τόσα πολλά, ήταν μια ωραία διαδρομή», έλεγε.
Η κατάστασή της ωστόσο ήταν πολύ σοβαρή. Η ίδια κράτησε τη ψυχραιμία της και δεν έχασε το χιούμορ της.
«Δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο τελικά έκανα τόσους κοιλιακούς», έλεγε πειρακτικά.
Για τους φίλους της εξακολουθούσε να είναι ευχάριστη και χαρούμενη.
Συνέχισε να εργάζεται στον εκδοτικό οίκο Doubleday, με τον ίδιο πάντα ενθουσιασμό και ενεργητικότητα.
Εκτός από το γεγονός ότι φορούσε τιρμπάν ή περούκα και είχε έναν επίδεσμο στο μάγουλο, η Τζάκι ήταν ο υπέρκομψος εαυτός της και τίποτα δεν έδειχνε ότι διένυε τις τελευταίες εβδομάδες της ζωής της.
Δεν έδειχνε να πτοείται. Διακόσμησε εκ νέου την κρεβατοκάμαρά της χρησιμοποιώντας βέβαια το ίδιο ύφασμα που επέλεγε από το 1964.
Έγραψε επίσης αποχαιρετιστήρια γράμματα στα παιδιά της, τα οποία θα άνοιγαν μετά από τον θάνατό της.
Στην Καρολάιν έγραψε: «Τα παιδιά σου ήταν ένα υπέροχο δώρο και είμαι ευγνώμων που μπόρεσα να δω τον κόσμο μέσα από τα δικά τους μάτια. Αποκαθιστούν την πίστη μου στο μέλλον της οικογένειας.
Ο Εντ και εσύ ήσασταν υπέροχοι που τα μοιραστήκατε με εμένα τόσο γενναιόδωρα».
Στον Τζον, γνωρίζοντας το φορτίο που κουβαλούσε ως μοναχογιός του Τζον Κένεντι, έγραψε: «Αντιλαμβάνομαι την πίεση που αισθάνεσαι όλα αυτά τα χρόνια ως Κένεντι, παρότι εμείς σε φέραμε στον κόσμο, αθώο. Εσύ ειδικά έχεις μια θέση στην ιστορία. Όποιο δρόμο και να ακολουθήσεις το μόνο που ζητώ από σένα και την Καρολάιν είναι να συνεχίσετε να κάνετε εμένα, την οικογένεια των Κένεντι και τους εαυτούς σας υπερήφανους».
Ο Απρίλιος του 1994 την αντάμειψε με μια μοναδική άνοιξη, την ωραιότερη που θυμόταν η Τζάκι, τα τελευταία χρόνια στη Νέα Υόρκη.
Ένα βράδυ κάθισε δίπλα στη φωτιά και αφού ξαναδιάβασε όλα τα γράμματα των φίλων της και των διεθνών ηγετών, τα πέταξε στις φλόγες.
Την Κυριακή 15 Μαΐου βγήκε μια βόλτα στο Σέντραλ Παρκ μαζί με τον Μόρις και τα εγγόνια της.
Αισθάνθηκε όμως μια ζαλάδα και αδυναμία και γρήγορα επέστρεψε στο διαμέρισμα. Την επόμενη μέρα πήγε στο νοσοκομείο υποφέροντας από ρίγη και συμπτώματα πνευμονίας.
Οι γιατροί διέγνωσαν ότι ο καρκίνος είχε προσβάλει το συκώτι. Τίποτα πια δεν μπορούσε να γίνει.
Την Τετάρτη βγήκε από το νοσοκομείο και γύρισε σπίτι της.
Εκεί πέθανε, έχοντας γύρω τα παιδιά της και τα αγαπημένα της πρόσωπα… το βράδυ της Πέμπτης 19 Μαΐου του 1994. Ήταν 64 ετών.
ΠΗΓΗ: Jackie μια γυναίκα με στυλ, εκδόσεις Λυμπέρη