Μπορεί μια ομοφυλοφιλική σχέση στην εποχή μας να μην αποτελεί πλέον μεγάλο ταμπού, το ίδιο δεν ίσχυε και στις αρχές του 1900 και μάλιστα για ένα παράτολμο ζευγάρι γυναικών που κατάφερε να παντρευτεί παίρνοντας το ρίσκο. Ίσως μιλάμε για τον πρώτο λεσβιακό γάμο με τις ευλογίες της Εκκλησίας!
Στα μέσα του 1880 η Μαρκέλλα Γκράσια σπούδαζε δασκάλα σε ένα σχολείο της Ισπανίας. Η Ελίζα Σάντσεζ Λορίγκα δούλευε ήδη εκεί όταν οι δυο τους γνωρίστηκαν και ερωτεύτηκαν με την πρώτη ματιά.
Η σχέση τους προχώρησε χωρίς να μπορούν να κρύψουν τα αισθήματα τους.
Όταν οι γονείς της Μαρκέλλας κατάλαβαν τι είχε συμβεί, την έστειλαν να συνεχίσει τις σπουδές της στην Μαδρίτη. Κάποια χρόνια αργότερα βρέθηκε να διδάσκει σε ένα σχολείο λίγα μόλις μίλια μακριά από εκείνο της αγαπημένης της.
Για περισσότερα από δυο χρόνια η Ελίζα κάθε βράδυ διήνυε 7 μίλια για να βρεθεί κοντά στη Μαρκέλλα. Όσο περνούσαν τα χρόνια και η σχέση τους συνέχιζε αποφάσισαν ότι δεν ήθελαν πλέον να κρύβονται από κανέναν και έτσι αποφάσισαν να παντρευτούν.
Όσο θαρραλέες και αν ήταν ήξεραν ότι αυτό ήταν αδύνατον. Οι νόμοι δεν είχαν προβλέψει ούτε κατά διάνοια εκείνη την εποχή τον γάμο μεταξύ ομοφύλων. Η κατακραυγή και ο αφορισμός από την Εκκλησία μπήκαν σε δεύτερη μοίρα.
Η Ελίζα και ο «Μάριο»
Θεώρησαν πως ο μόνος τρόπος για να παντρευτούν ήταν η μια από τις δυο να υιοθετήσει ανδρική ταυτότητα, αλλά κυρίως μια πειστική αρρενωπή εμφάνιση. Η Ελίζα μεταμορφώθηκε σε Μάριο «κλέβοντας» το όνομα και τα ρούχα του νεκρού ξαδέρφου της. Βαφτίστηκε από τον πατέρα Κορτιέλλα και όταν τον ρώτησε πως ένας άνδρας στην ηλικία του δεν είχε βαπτιστεί του απάντησε ότι ο πατέρας του ήταν άθεος. Ο ιερέας δεν υποπτεύθηκε τίποτα και του έδωσε το όνομα «Μάριο» στις 26 Μαΐου 1901.
Δυο εβδομάδες αργότερα, ο ίδιος ιερέας τον πάντρεψε με την Μαρκέλλα η οποία ήταν έγκυος. Η εγκυμοσύνη είχε προκύψει εσκεμμένα, ύστερα από μια περιστασιακή σχέση με μοναδικό σκοπό την τεκνοποίηση.
Η διαπόμπευση
Η χαρά του ζευγαριού δεν κράτησε πολύ. Οι γείτονες είχαν αρχίσει να καταλαβαίνουν ότι σε αυτή την οικογένεια κάτι δεν πήγαινε καλά. Μετά από μερικούς μήνες, λίγο πριν γεννήσει η Μαρκέλλα αποκαλύφθηκε η αλήθεια. Αναγκάστηκαν να φύγουν, πηγαίνοντας από πόλη σε πόλη.
Κατέληξαν στην Πορτογαλία όπου εκεί ήρθε στον κόσμο και η κόρη τους.
Η Ελίζα συστηνόταν πλέον ως Πέπε. Προσπάθησαν να αποκτήσουν μόνιμη άδεια παραμονής, αλλά δεν τα κατάφεραν κι έτσι βρέθηκαν ενώπιον του δικαστηρίου όπου και απελάθηκαν.
Βρέθηκαν στην Αργεντινή και αποφάσισαν να υιοθετήσουν αυτή τη φορά και οι δυο γυναικείες ταυτότητες. Ήταν η Μαρία και η Κάρμεν.
Ύστερα από λίγο καιρό η Ελίζα παντρεύτηκε έναν κατά πολύ μεγαλύτερο της άνδρα με μεγάλη οικονομική επιφάνεια με σκοπό να διαλύσει κάθε υποψία και κάθε σκιά του παρελθόντος.
Τη Μαρκέλλα τη σύστησε ως αδερφή της και το παιδί ισχυρίστηκαν ότι είναι δικό της.
Ο Κρίστιαν Τζένσεν άρχισε να υποψιάζεται την σύζυγο και την «αδερφή» της όταν η Ελίζα δεν ανταποκρινόταν στις συζυγικές της υποχρεώσεις και περνούσε χρόνο μόνο με τη Μαρκέλλα. Ο γάμος διαλύθηκε και η γυναίκα βρέθηκε ξανά στο δικαστήριο. Εκεί έγινε και η τελική αποκάλυψη.
Όλοι έμαθαν για την ιστορία των δυο γυναικών. Το 1909 ο Τύπος της εποχής ανέφερε ότι η Ελίζα αυτοκτόνησε, λόγω του εξευτελισμού που υπέστη.