Παρόλο που η πίτσα θεωρείται «εφεύρεση» των Ιταλών, η πρώτη συνταγή χρονολογείται πολλά χρόνια πριν. Αρχαίοι πολιτισμοί, μεταξύ των οποίων οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι, οι Βαβυλώνιοι και οι Αιγύπτιοι έψηναν επίπεδο ψωμί σε πλίνθινους φούρνους και υπήρχε ποικιλία στη γέμιση.
Ήταν ένα γρήγορο φαγητό και αρκετά διαδεδομένο ανάμεσα στους εργάτες και τις οικογένειές τους. Ωστόσο, η πίτσα καθιερώθηκε τον 18ο αιώνα ως το γρήγορο φαγητό των φτωχών της Νάπολης. Από τότε πέρασαν πολλοί αιώνες μέχρι να περάσει η πίτσα τα σύνορα της μικρής ιταλικής πόλης. Καθοριστικός ήταν ο ρόλος μιας βασίλισσας.
Η»σατανική» τομάτα και οι «λατσαρόνι»
Το 1522 έφτασε στην Ευρώπη από το Περού η τομάτα. Ένα προϊόν άγνωστο, το οποίο αρχικά προκάλεσε φόβο στους Ευρωπαίους. Πολλοί το θεωρούσαν δηλητηριώδες και το φυτό χρησιμοποιήθηκε από τον φτωχό πληθυσμό της Νάπολης. Η ιταλική πόλη, που ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα π. Χ από αρχαίους Έλληνες, ήταν μία παραθαλάσσια πόλη που γνώρισε μεγάλη ακμή κατά τον 17ο και 18ο αιώνα.
Ως αυτόνομο βασίλειο, η Νάπολη ήταν επίσης γνωστή για τους διαβόητους «λατσαρόνι» της.
Οι «λατσαρόνι» ήταν οι πιο φτωχοί της κατώτερης κοινωνικής τάξης του βασιλείου. Οι περισσότεροι ζούσαν στους δρόμους, ενώ αρκετοί έκαναν δουλειές του «ποδαριού».
Εκείνη την εποχή υπολογίζονταν σε περίπου πενήντα χιλιάδες άτομα και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην κοινωνική και πολιτική ζωή της Νάπολης.
Συνήθιζαν να ενεργούν συλλογικά και να υποκινούν τα πλήθη, ενώ αποδείχτηκαν τρομεροί σε περιόδους αναταραχών. Το καθημερινό τους φαΐ ήταν η προζυμένια πίτα. Με την έλευση της τομάτας, γάρνιραν την πίτα με αυτήν και προσέθεταν ελαιόλαδο και τυρί. Έτσι δημιουργήθηκε η ιταλική πίτσα.
Το εύκολο αυτό φαγητό καθιερώθηκε σταδιακά σε όλα τα ταξικά στρώματα της Νάπολης, με εξαίρεση την ελίτ του βασιλείου, η οποία ακολουθούσε τις λιτοδίαιτες συνήθειες των Γάλλων.
Η μοτσαρέλα και «ύμνος» της βασίλισσας
Η Ιταλία ενοποιήθηκε το 1861 και το 1889, ο Βασιλιάς Ουμβέρτος Α’ μαζί με τη Βασίλισσα Μαργαρίτα, επισκέφτηκαν τη Νάπολη.
Ο θρύλος έλεγε πως το βασιλικό ζεύγος βαρέθηκε τη λιτή γαλλική διατροφή που ακολουθούσε και θέλησε να δοκιμάσει τη διάσημη πίτσα από την πιτσαρία «Μπράντι», που ιδρύθηκε το 1760.
Μέχρι τότε, οι «λατσαρόνι» είχαν εξελίξει την τέχνη της πίτσας και προσέφεραν στη βασίλισσα διάφορες παραλλαγές της.
Τα τυριά, το ελαιόλαδο, οι γαύροι και το σκόρδο ήταν πολύ συνηθισμένα προϊόντα που χρησιμοποιούσαν.
Της άρεσε περισσότερο η λεγόμενη πίτσα «μοτσαρέλα», η πίτα δηλαδή με επικάλυψη λευκού μαλακού τυριού, τομάτες και βασιλικό.
Πολλοί λένε ότι η βασίλισσα ενθουσιάστηκε με τα χρώματα της πίτσας που παρέπεμπαν στα χρώματα της ιταλικής σημαίας.
Από τότε, η συγκεκριμένη πίτσα ονομάστηκε «Μαργαρίτα», ενώ η επίσκεψη της βασίλισσας ήταν και ένας από τους λόγους που η πίτσα από φαγητό των φτωχών, μπήκε στο διαιτολόγιο της αριστοκρατίας.
Το πρώτο «fast food» της Αμερικής
Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου πολλοί Ιταλοί μετανάστευσαν στην αμερικανική ήπειρο, με σκοπό να βρουν δουλειές στα μεγάλα βιομηχανικά, αλλά και πολιτιστικά κέντρα της εποχής. Πόλεις όπως η Νέα Υόρκη, το Σικάγο και η Βοστόνη, γέμισαν με νεοφερμένους Ιταλούς.
Μαζί τους έφεραν και τις παραδόσεις τους, αλλά και την αγαπημένη τους πίτσα.
Γρήγορα, το εύκολο και γευστικό φαγητό έγινε συνήθεια όχι μόνο ανάμεσα στους Ναπολιτάνους, αλλά και στους ντόπιους.
Η πρώτη πιτσαρία στη Αμερική άνοιξε το 1905 στο Μανχάταν από τον μετανάστη Λομπάρντι.
Η ιστορική πιτσαρία μέχρι σήμερα χρησιμοποιεί τον ίδιο φούρνο από τη στιγμή που άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες της.
Η δημοτικότητα της πίτσας όμως εκτοξεύτηκε στην Αμερική τα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Καθώς οι πόλεις διευρύνονταν και Αμερικανοί, ιταλικής καταγωγής, μετακινούνταν στα προάστια, η κατανάλωση της πίτσας αυξήθηκε αρκετά.
Πλέον, οι παραλλαγές του δημοφιλούς γρήγορου φαγητού περιλαμβάνουν ανανά και καπνιστό σολομό, ενώ πολλά χρόνια μετά την πρώτη πίτσα των «λατσαρόνι», τα κέρδη της κάθε χρόνο ξεπερνούν τα 32 δισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως.