Ο Ρον Γκαλέλα ήταν ο πρώτος παπαράτσο που κυνηγούσε διάσημους για να τους βγάλει φωτογραφίες σε αυθόρμητες και καθημερινές στιγμές τους, αδιαφορώντας για το δικαίωμά τους στην ιδιωτικότητα. Ο δρόμος, ήταν το δικό του στούντιο και έκανε τα πάντα για μια καλή λήψη. Η επιμονή και το θράσος του που το έκανε να ξεπερνά τα όρια, τον οδήγησαν πολλές φορές στα δικαστήρια αλλά και στο νοσοκομείο.
Η Τζάκι Κένεντι ήταν η εμμονή του. Έκανε τα πάντα για να απαθανατίσει την πρώτη κυρία των ΗΠΑ.
Η πιο γνωστή φωτογραφία του είναι η «Ανεμοδαρμένη Τζάκι», που τραβήχτηκε το 1971 στην οδό Μάντισον της Νέας Υόρκης.
Ο Γκαλέλα όταν είδε την Τζάκι στο δρόμο, μπήκε σε ταξί και την ακολούθησε. Δεν ήθελε να τον καταλάβει γιατί δεν θα ήταν πια αυθόρμητη.
Κάποια στιγμή ο ταξιτζής της κόρναρε και εκείνη γύρισε να κοιτάξει ανυποψίαστη. Δεν ήξερε ότι ο Γκαλέλα παραμόνευε και του χάρισε ένα χαμόγελο. Για αυτό το χαμόγελο ο Γκαλέλα την αποκαλούσε «Μόνα Λίζα». Όταν η Τζάκι κατάλαβε ότι ήταν ο Γκαλέλα, έβαλε τα γυαλιά της και συνέχισε το δρόμο της, χωρίς να χαμογελάει πια.
Η Τζάκι είχε πρόβλημα όταν την φωτογράφιζε με τα παιδιά της. Κάποια στιγμή, η Τζάκι για να προστατέψει τα παιδιά της Καρολάιν και τον Τζον από τη δημοσιότητα, φώναξε στο φύλακα της «Σπάσε την κάμερα του», φράση που χρησιμοποιήθηκε ως τίτλος για το ντοκιμαντέρ που έγινε σχετικά με τη ζωή του φωτογράφου.
Η επίμονη καταδίωξη της Τζάκι τον οδήγησε στα δικαστήρια όπου του επέβαλαν περιοριστικά μέτρα. Έπρεπε να βρίσκεται τουλάχιστον 46 μέτρα μακριά της. Ο Γκαλέλα, φυσικά, τα παραβίαζε επανειλημμένως. Όταν μειώθηκαν περίπου στα 8 μέτρα, ο Γκαλέλα κουβαλούσε μαζί του ένα μέτρο προκειμένου να υπολογίζει την απόσταση μεταξύ τους. Τίποτα δεν τον σταματούσε από το πάθος του να βγάλει την καλύτερη φωτογραφία.
Οι σχέσεις του με τους διάσημους δεν ήταν ιδιαίτερα καλές. Το 1973, ο Γκαλέλα ακολουθούσε τον Μάρλον Μπράντο, μετά το γύρισμα τηλεοπτικής εκπομπής. Η επιμονή του αυτή τη φορά τον έστειλε στο νοσοκομείο. Ο ηθοποιός τον χτύπησε στο πρόσωπο με αποτέλεσμα να του σπάσει το σαγόνι και πέντε δόντια.
Ο φωτογράφος πίστευε ότι τον χτύπησε με στόχο να τον εκδικηθεί για την έμμονη καταδίωξη της Τζάκι Κένεντι, με την οποία φαίνεται πως διατηρούσε ερωτική σχέση το 1965.
Ο Γκαλέλα του έκανε μήνυση. Κέρδισε αποζημίωση 40.000 δολάρια, που ήταν καλό ποσό για να φτιάξει ολόκληρη την οδοντοστοιχία του. Ο Γκαλέλα όμως, δεν ενδιαφερόταν για τα χρήματα, ήθελε να δείξει στον κόσμο ότι δεν μπορούσαν να τον γρονθοκοπούν επειδή τους φωτογράφιζε. Την επόμενη φορά που βρέθηκε κοντά στον Μπράντο ήταν προετοιμασμένος: φορούσε κράνος.
Μούσα του παπαράτσι ήταν και η Ελίζαμπεθ Τέιλορ. Ο Γκαλέλα είχε πληρώσει 15 δολάρια τον φύλακα αποθήκης, για να του επιτρέψει να κλειδωθεί εκεί μέσα όλο το Σαββατοκύριακο. Η αποθήκη είχε θέα στο γιοτ της Τέιλορ και του τότε συζύγου της Ρίτσαρντ Μπάρτον. Έβγαζε φωτογραφίες ένα ολόκληρο απόγευμα. Ήταν τόσο κοντά, που τους άκουγε ακόμα και να τσακώνονται. Κανείς όμως δεν τον πήρε χαμπάρι.
Ο Γκαλέλα είχε ξυλοκοπηθεί από τον φύλακα του Μπάρτον, ο οποίος είχε στείλει κάποιον να του κλέψει ακόμα και το φιλμ για να μην δημοσιευτούν οι φωτογραφίες του. Η Ελίζαμπεθ, που ήταν γενικά ανεκτική μαζί του, είχε πει ότι θα τον σκοτώσει! Αργότερα, έβαλε τις φωτογραφίες του στη βιογραφία της. Κατά βάθος εκτιμούσε τη δουλειά του.
Οι ιστορίες με τις περιπέτειες του Γκαλέλα είναι πάρα πολλές. Δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού ο άνθρωπος που κρυβόταν σε θάμνους και σκαρφάλωνε σε δέντρα για να τραβήξει τις φωτογραφίες από την καλύτερη γωνία και με την πιο αυθόρμητη πόζα, προκαλούσε αντιδράσεις.
Το έργο του όμως, εν τέλει εκτιμήθηκε. Μπήκε σε εκθέσεις και μουσεία σε όλο τον κόσμο. Μπορεί ο πρώτος παπαράτσι να έχει σταματήσει πλέον να κυνηγάει τους διάσημους, αλλά παρευρίσκεται, κατά καιρούς, σε διάφορες εκδηλώσεις για να ξαναθυμηθεί τους παλιούς καλούς καιρούς – τότε που η κάμερα ήταν προέκταση του χεριού του.
Η φωτογραφία ήταν η ζωή του Γκαλέλα, το πάθος του και γι’ αυτό έφτανε στα άκρα, παραβιάζοντας πολλές φορές την προσωπική ζωή γνωστών προσώπων. Παρ’ όλα αυτά ήταν ο άνθρωπος που αγαπούσαν να μισούν, αφού η κάθε φωτογραφία τους αποτελούσε μοναδικό πορτραίτο.