Είναι γνωστό ότι και επί χούντας γίνονταν εκτελέσεις ποινικών.
Στα εκτελεστικά αποσπάσματα συμμετείχαν φαντάροι που υπηρετούσαν τη θητεία τους.
Υπήρξαν φαντάροι που σημάδεψαν την ζωή τους από αυτή την εμπειρία
Παιδιά που πάλεψαν με τον τρόμο και στόχευσαν ψηλά, στα σύννεφα, για να αποφύγουν τον χαρακτηρισμό του εκτελεστή.
Στη «Μηχανή του Χρόνου» συναντήσαμε έναν πολίτη, που τότε υπηρετούσε τη θητεία του και είχε την εφιαλτική εμπειρία να συμμετάσχει υποχρεωτικά σε εκτελεστικό απόσπασμα.
Ο τότε φαντάρος μας διηγήθηκε το πιο σκοτεινό κομμάτι της ζωής του.
«Πέρασε ένας αξιωματικός και μας έβαλε από μια σφαίρα στο Μ1 (τουφέκι) και στηθήκαμε απέναντι από τους μελλοθανάτους». Έτρεμε στην αφήγηση.
«Μας είχαν πει, ότι αν δε σκοτωθεί και ρίξουμε όλες τις σφαίρες έξω, θα πάμε στρατοδικείο και μετά σε απόσπασμα».
Σήμερα είναι κοντά στα 7ο και ακόμα συγκλονίζεται για τη συμμετοχή του στο εκτελεστικό απόσπασμα της χούντας. Θυμάται και λυγίζει απο την οδύνη.
«Είναι αδύνατο να αστοχήσεις μ’ ένα όπλο που βρίσκει στόχο στα χίλια μέτρα, πόσο μάλλον στα έξι βήματα.
Ο αξιωματικός μας, ήταν αυτός που έπρεπε να ρίξει τη χαριστική βολή, αλλά επειδή δεν ήθελε, είχε αποφασίσει εξ αρχής, ότι θα δώσουν τη βολή, οι δυο ακραίοι από κάθε απόσπασμα.
Ο ένας δεν μπόρεσε να πυροβολήσει και αναγκάστηκε να το κάνει ο άλλος. Αυτός που πυροβόλησε ήταν φίλος μου, Πειραιώτης.
Έπαθε σοκ μόλις έβαλε το όπλο στο κεφάλι του νεκρού. Τα θυμάμαι όλα. Ίσως ξεχνάω μερικές λεπτομέρειες, αλλά το συναίσθημα, η ανατριχίλα, το δέος είναι ίδια κάθε φορά που τα θυμάμαι και δεν θα τα ξεχάσω ποτέ».
Η τελευταία εκτέλεση που συγκλόνισε την Ελλάδα
Στις 25 Αυγούστου του 1972 έγινε η τελευταία εκτέλεση στην Ελλάδα. Ο ποινικός κρατούμενος Βασίλης Λυμπέρης στήθηκε στα έξι μέτρα. Μόλις ο ήλιος πρόβαλε στην ανατολή είδε για τελευταία φορά τις αχτίδες του κι άκουσε τα παραγγέλματα του εκτελεστικού αποσπάσματος. Ηταν μόλις 27 ετών.
Ο Βασίλης Λυμπερης ζήτησε να του δέσουν τα μάτια. Τους παρακάλεσε αν γίνεται να του βουλώσουν τα αυτιά, ώστε να μην ακούει τα παραγγέλματα. Αυτό ήταν πρακτικά αδύνατον.
Ο αξιωματικός φώναξε «οπλίσατε». Ο Λυμπέρης λύγισε στα γόνατα.
Ο αξιωματικός συνέχισε: «σκοπεύσατε»
Ο ιερέας θυμάται πως όσοι δεν κρατούσαν όπλο κρύφθηκαν πίσω από τα αυτοκίνητα για να μη δουν το θέαμα.
Η καρδιά τους χτύπαγε δυνατά. Τα όπλα των φαντάρων συνέχιζαν να τρέμουν, όσο άκουγαν τα παραγγέλματα κι έβλεπαν το θύμα τους γονατισμένο.
Ο αξιωματικός διέταξε «πυρ». Η εκτέλεση Λυμπέρη έμεινε στην ιστορία, ως ο επίλογος των εκτελέσεων στη χώρα μας.
Η ειρωνεία είναι ότι η χούντα του Παπαδόπουλου ήταν αυτή που ντε φάκτο έκλεισε τον κύκλο του αίματος.
Οι δικτάτορες δεν είχαν περισσότερες ευαισθησίες από τις εκλεγμένες κυβερνήσεις που εφάρμοζαν την θανατική ποινή.
Είχαν όμως την ανάγκη να δείξουν ένα εκδημοκρατισμένο προσωπείο, στην Ευρώπη που πίεζε.
Η θανατική ποινή καταργήθηκε στη χώρα μας και ντε γιούρε ύστερα από πολλά χρόνια.
Όλη η ιστορία δημοσιεύεται στο βιβλίο «Ιστορίες από τη Μηχανή του Χρόνου», εκδόσεις Πατάκη.