Στις 2 Μαΐου 1945, ο μικρός αδερφός του Βέρνερ Φον Μπράουν, Γερμανού ερευνητή του ναζιστικού κόμματος, πήγε με το ποδήλατο του στις αμερικανικές γραμμές και τους είπε: «Είμαι ο Μάγκνους Φον Μπράουν, ο αδερφός μου κατασκεύασε τους πυραύλους V-2» ήταν τα λόγια του και οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, άδραξαν την ευκαιρία.
Άλλωστε ήταν σε εξέλιξη η επιχείρηση «Paperclip», όπου διακεκριμένοι Γερμανοί επιστήμονες φυγαδεύτηκαν στις ΗΠΑ για να εργαστούν για λογαριασμό τους και ο Μπράουν ήταν κορυφαία περίπτωση. Ακόμη και φανατικοί Ναζί να ήταν, οι ΗΠΑ τους έδιναν συγχωροχάρτι, αρκεί να συνεργάζονταν μαζί τους.
Ο Βέρνερ Φον Μπράουν, ο επιστήμονας που άλλαξε την ιστορία της διαστημικής έρευνας, γεννήθηκε το 1912. Γιος ενός Βαρόνου και υπουργού της τότε γερμανικής κυβερνήσεως μεγάλωσε σε ένα αριστοκρατικό περιβάλλον του Βερολίνου.
Η θέαση του φεγγαριού ήταν το έναυσμα, όπως είχε δηλώσει, για να αναπτύξει το πάθος του για το διάστημα. Οι γονείς του είχαν αγοράσει ένα τηλεσκόπιο και τότε ξεκίνησε να ονειρεύεται ότι κάποια στιγμή οι άνθρωποι θα ταξιδεύουν με πυραύλους έξω από τη γη.
Μαζί με τον αδερφό του έκανε τα πρώτα του πειράματα. Είχαν φτιάξει ένα πυραυλοκίνητο έλκηθρο, το οποίο προσγειώθηκε σε μια βιτρίνα ενός μανάβικου. Δεκαετίες αργότερα, οι πύραυλοι του Μπράουν θα έμπαιναν σε τροχιά. «Κάποια στιγμή ο άνθρωπος θα περπατήσει στο διάστημα» είχε γράψει σε μια σχολική εργασία, και πράγματι περπάτησε χάρη και σε αυτόν.
Το 1932 σε ηλικία 20 ετών έκανε μια επίδειξη πυραύλου στον γερμανικό στρατό μαζί με την ομάδα του. Οι στρατιωτικοί δεν ενθουσιάστηκαν με το αποτέλεσμα αλλά δέχθηκαν να τους χρηματοδοτήσουν, φυσικά υπό τον όρο της αποκλειστικότητας και της απόλυτης μυστικότητας.
Όλοι αρνήθηκαν την πρόταση εκτός από έναν, τον Βέρνερ Φον Μπράουν.
Απώτερος σκοπός του ήταν να εξελίξει τους πυραύλους. Ο στρατός θα χρηματοδοτούσε τη διδακτορική έρευνα στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου και αυτός θα δημιουργούσε όπλα υψηλής τεχνολογίας.
Υπηρέτησε στο πυροβολικό σώμα ως ερευνητής σε πυραυλικά προγράμματα. Στα 22 του είχε ήδη φτιάξει τους πυραύλους Α2 και μέχρι τα 25 είχε γίνει τεχνικός διευθυντής όλων των μυστικών προγραμμάτων.
Στις 3 Οκτωβρίου 1942, ο πρώτος πύραυλος Α4 η διαφορετικά V2, που στα γερμανικά σήμαινε «το όπλο της εκδίκησης» εκτοξεύθηκε πιάνοντας ταχύτητα πενταπλάσια του ήχου. Ο Χίτλερ, τους χρησιμοποίησε το 1944 ως υπερηχητικές βόμβες, θεωρώντας πως αυτό θα ήταν το μυστικό φονικό του όπλο, εναντίον της Βρετανίας.
Συνολικά σκότωσαν 5.000 αμάχους. Η τρομερή ταχύτητα που ανέπτυξε, ήταν το έναυσμα για τη μετέπειτα δημιουργία ενός πυραύλου, που δεν θα χρησιμοποιούνταν για να σκοτώσει αλλά για να ταξιδέψει στο διάστημα.
Λίγο πριν τη λήξη του πολέμου, βλέποντας ότι η Γερμανία θα έχανε το πόλεμο, έπεισε τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας του να συνεργαστούν με την Αμερική.
Η ομάδα του Μπράουν ήταν το «μυστικό δισκοπότηρο» που ήθελαν Αμερικανοί και Ρώσοι. Οι Γερμανοί ερευνητές δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση να πέσουν στα χέρια των Σοβιετικών.
Αφού παραδόθηκαν στους Αμερικανούς, η ομάδα Μπράουν ξεκίνησε τις μελέτες για τον πύραυλο που θα έστελνε στο διάστημα. Ήταν η περίοδος του ψυχρού πολέμου, που η κατάκτηση τους διαστήματος ήταν το μήλον της έριδος μεταξύ Αμερικής και Σοβιετικής Ένωσης.
Ο Μπράουν που πίστευε ότι η ανθρωπότητα έπρεπε να κατακτήσει το διάστημα και ότι το μεγάλο βήμα θα γινόταν στην εποχή του, δεν σταμάτησε να εξελίσσει τα μοντέλα των πυραύλων που δημιουργούσε.
Τελικά, η Σοβιετική Ένωση τους πρόλαβε το 1957. Ο Φον Μπράουν ακολούθησε το 1958 εκτοξεύοντας έναν πύραυλο με τον δορυφόρο Explorer. Αλλά δεν ήταν αρκετό. Απώτερος σκοπός του ήταν να εκτοξεύσει έναν επανδρωμένο πύραυλο με διαστημόπλοιο.
Στις 16 Ιουλίου 1969 το όνειρό του είχε γίνει πραγματικότητα. Το «Apollo 11» εκτοξεύθηκε στο διάστημα και ο πρώτος άνθρωπος περπάτησε στη σελήνη.
Τα επόμενα χρόνια οι Αμερικανοί δεν ενδιαφέρονταν να χρηματοδοτήσουν διαστημικά προγράμματα. Ο Φον Μπράουν παραιτήθηκε από τη ΝΑΣΑ και πέθανε στις 16 Ιουνίου 1977 από καρκίνο έχοντας καταφέρει να πραγματοποιήσει αυτό που στα νιάτα του φάνταζε αδύνατο. ‘Οπως είχε πει και ο ίδιος: «Έμαθα να χρησιμοποιώ τη λέξη αδύνατο, με τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή».