Το 1973, το μέλλον της 26χρονης Νταμάρις Ρουίς διαγραφόταν λαμπρό.
Σπούδαζε νομικά και είχε μόλις ανακηρυχτεί η ωραιότερη γυναίκα στη Βενεζουέλα, εκπροσωπώντας την επαρχία Σούκρε, απ’ όπου και καταγόταν.
Όμως η ζωή της πήρε καθοδική πορεία μετά τη στέψη της.
Εγκατέλειψε τις σπουδές της και προσπάθησε να βγάλει τα προς το ζην, πουλώντας χειροποίητα κοσμήματα στο Καράκας.
Ούτε αυτό το επαγγελματικό σχέδιο ευόδωσε και η κοπέλα αναγκάστηκε να ζητήσει βοήθεια από τον αδερφό της, ο οποίος όμως την κακοποιούσε.
Της απαγόρευε να βλέπει γνωστούς και φίλους, ακόμα και να βγαίνει από το σπίτι χωρίς την άδειά του.
Ο αδελφός της την ξυλοκοπούσε άγρια και πολλές φορές την άφηνε χωρίς φαγητό για μέρες.
Η αστυνομία, παρά τις εκκλήσεις για βοήθεια, δεν έκανε ποτέ τίποτα.
Το 2000 κατάφερε να φύγει κρυφά από το σπίτι, αλλά μέσα σε λίγες ημέρες έμεινε χωρίς χρήματα και καμία στήριξη.
Τα τελευταία 15 χρόνια, η Ρουίς ζούσε ως άστεγη στους δρόμους του Καράκας.
Δεν είχε καμία επαφή με την οικογένειά της.
Πέθανε πριν από λίγες μέρες, αλλά κανείς συγγενής δεν την αναζήτησε.
Όσοι όμως την είχαν γνωρίσει, είχαν τις καλύτερες εντυπώσεις, όπως η Ροσάλμπα Γκόμες:
«Τη συναντούσα μερικές φορές τη βδομάδα και συζητούσαμε. Ήταν όμορφη εσωτερικά και εξωτερικά.
Ήταν πολύ μορφωμένη, είχε σπουδάσει για χρόνια και είχε άποψη για τα πάντα.
Μπορούσα να την ακούω να μιλάει για ώρες και απολάμβανα τις συζητήσεις μας».