Ήταν ένα ήσυχο πρωινό του Οκτωβρίου του 1979, όταν ξαφνικά μια μεγάλη έκρηξη συγκλόνισε τη Σούδα των Χανίων. Για την ακρίβεια, ήταν η μεγαλύτερη έκρηξη που έγινε σε κατοικημένη περιοχή εν καιρώ ειρήνης.
Η έκρηξη σημειώθηκε στις 9 το πρωί στο μότορσιπ «Πανορμίτης», το οποίο ήταν δεμένο στην προβλήτα μπροστά από την κεντρική πλατεία της περιοχής. Σύμφωνα με αναφορές, το πλοίο μετέφερε 500 φιάλες με υγραέριο, 4,5 τόνους σίδερα, ενώ στα αμπάρια του υπήρχαν κιβώτια με δυναμίτιδα, βαρέλια γεμάτα βενζίνη και διάφορα εμπορεύματα που είχαν προορισμό το Ηράκλειο.
Αρχικά εκδηλώθηκε φωτιά και λίγα λεπτά αργότερα σημειώθηκε η έκρηξη, «σηκώνοντας» το πλοίο στον αέρα. Η έκρηξη έγινε αισθητή σε πολλές περιοχές στα βόρεια των Χανίων, σε ακτίνα πολλών χιλιομέτρων.
Σαν να έσκασε βόμβα, το φορτίο του εκτοξεύθηκε πολλά μέτρα μακριά, προκαλώντας μεγάλες ζημιές σε υποδομές του λιμανιού, σε σπίτια, καταστήματα, και αυτοκίνητα. Λίγη ώρα αργότερα όλη η περιοχή θύμισε βομβαρδισμένο τοπίο.
Ένας άνθρωπος έχασε τη ζωή του, 138 τραυματίστηκαν εκ των οποίων οι τρεις ακρωτηριάστηκαν. Σαν από θαύμα δεν υπήρξαν περισσότερα θύματα. Μία ώρα νωρίτερα είχαν αποβιβαστεί όλοι οι επιβάτες και τα οχήματα του πλοίου της γραμμής Πειραιάς – Σούδα.
Στην περιοχή επικράτησε πανικός και ο νομάρχης την κήρυξε αμέσως σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Κλιμάκια γιατρών και νοσηλευτών φρόντιζαν τους τραυματίες. Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι του νομού, στρατιώτες, αστυνομικοί, πυροσβέστες, λιμενικοί και δημόσιοι υπάλληλοι έσπευσαν να δώσουν αίμα για τους τραυματίες.
Εικάζεται πως το πλοίο μετέφερε και πυρομαχικά, αλλά οι αρχές δεν το επιβεβαίωναν. Ωστόσο, η μαρτυρία μιας κατοίκου της περιοχής, ενίσχυσε τις υποψίες για τη μεταφορά πολεμικού υλικού:
«Τα παιδιά μου κοιμούνταν όταν άκουσα ένα μεγάλο βόμβο για να γεμίσει σε λίγο με μαύρα βλήματα η αυλή και το σπίτι μου. Τρυπούσαν την οροφή και έπεφταν μέσα. Ένα βλήμα έπεσε στην κουβέρτα του γιου μου. Το σπίτι καταστράφηκε. Ούτε βομβαρδισμός να ‘τανε…», περιέγραφε στην εφημερίδα «Χανιώτικα Νέα» η κάτοικος, που βρισκόταν στο σπίτι της τη στιγμή της έκρηξης.
Ένας καπετάνιος ρυμουλκού, ο οποίος βρισκόταν σε απόσταση 150 μέτρων από τον “Πανορμίτη” όταν έγινε η έκρηξη, ανέφερε στην ίδια εφημερίδα:
«Μόλις είδα τη φλόγα και τους καπνούς, επειδή ήξερα ότι το μότορσιπ είχε εύφλεκτα υλικά μέσα, δυναμίτες και τέτοια, τραβηχτήκαμε προς τα ανοιχτά. Δεν περάσανε δέκα δώδεκα λεπτά, γίνανε τρεις τέσσερις μικροεκρήξεις και μετά έγινε ο χαλασμός. Λες και έπεσε ατομική βόμβα. Ο καπνός σκέπασε τη θάλασσα και τη στεριά. Κλείσαμε τα μάτια μας, πέσαμε μπρούμουτα με τα χέρια στο κεφάλι να γλυτώσουμε. Τα κομμάτια από τα σίδερα πέφτανε βροχή γύρω μας. Υπεύθυνοι για όλα αυτά που γίνανε είναι εκείνοι που αφήνουν να έρχονται στο λιμάνι καράβια με τέτοιο φορτίο».
Ο στρατός έστησε σκηνές και διέθεσε κλινοσκεπάσματα, ενώ δόθηκε εντολή για όσους τα σπίτια τους υπέστησαν ζημιές να στεγαστούν σε ξενοδοχεία των Χανίων.
Για πολύ καιρό ήταν εμφανή τα σημάδια της έκρηξης στην περιοχή.
Διαβάστε: Τα αγόρια που κουβαλούν στους ώμους τα χτυπημένα αδέλφια τους μετά την πυρηνική έκρηξη στο Ναγκασάκι. «Κοιτούσε τις φλόγες. Δάγκωνε το χείλος του τόσο δυνατά που το μάτωσε». Η μαρτυρία του φωτογράφου