Η Αμερικανίδα φωτογράφος Μαίρη – Έλεν Μαρκ, που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή σε ηλικία 75 ετών, αποτελεί μια παθιασμένη εκπρόσωπο της φωτογραφικής τέχνης. Κατάφερε μέσα από τις εικόνες της να απαθανατίσει με ακρίβεια και ευαισθησία την ωμή πραγματικότητα. Κάποιες από αυτές μπορούν να χαρακτηριστούν σοκαριστικές, αλλά όπως έλεγε η ίδια: «Θέλω οι φωτογραφίες μου να εκφράζουν τα μεγάλα συναισθήματα που όλοι μας βιώνουμε».
Το 1978, έμεινε για τρεις μήνες στη Βομβάη όπου φωτογράφισε την καθημερινότητα των ιερόδουλων της «κόκκινης οδού» Φάλκλαντ.
Ανήλικα κορίτσια μέσα σε σπίτια που έμοιαζαν κλουβιά.
Έφηβες κοπέλες πνιγμένες στην βρωμιά. Συνθήκες υγιεινής, ανύπαρκτες.
Πολλές έγιναν μητέρες και μεγάλωσαν τα παιδιά τους στο «εργασιακό τους περιβάλλον».
Τραβεστί, ιδιοκτήτριες οίκων ανοχής, ναρκωτικά, παράνομη διακίνηση γυναικών.
Ένα συνονθύλευμα εκμετάλλευσης και ωμής βίας που κρατάει μέχρι σήμερα. Κορίτσια που έμαθαν να χαμογελούν και να υπομένουν γιατί μόνο αυτό επιτρεπόταν να κάνουν.
Η φωτογράφος αρχικά, θεωρήθηκε μια παρείσακτη ξένη και αντιμετωπίστηκε εχθρικά. Οι γυναίκες της έριχναν σκουπίδια στο νερό και την τσιμπούσαν. Οι άνδρες την κύκλωναν απειλητικά. Της έκλεψαν τα χρήματα, την χτύπησαν δυνατά στο πρόσωπο. Επέμεινε. Η Μαρκ, δεν έκανε πίσω.
Σταδιακά τη σεβάστηκαν και την αποδέχθηκαν, πρώτα οι μαστροποί. Ακολούθησαν οι ιδιοκτήτριες των οίκων ανοχής. Της άνοιξαν τις πόρτες τους και επέτρεψαν στη φωτογράφο να τραβήξει όποιο στιγμιότυπο ήθελε. Απόλυτη ελευθερία σε ένα χώρο απόλυτης καταπίεσης.
Το πρότζεκτ ονομάστηκε «Falkland Road: Οι πόρνες της Βομβάης. Το κατατρεγμένο χρονικό μιας άθλιας ζωής». Τα περισσότερα κορίτσια είχαν απαχθεί από τις οικογένειες τους.
Άλλες οικογένειες που δεν ήθελαν τα κορίτσια τα είχαν πουλήσει σε μικρή ηλικία στους οίκους ανοχής.
Οι περισσότερες υποτάχθηκαν με καθημερινό ξύλο και απειλές. Την χειρότερη μοίρα είχαν τα παιδιά που γεννούσαν οι ιερόδουλες της Βομβάης.
Αρκετοί φωτογράφοι και ρεπόρτερ προσπάθησαν να ακολουθήσουν τα βήματα της Μαρκ στην συγκεκριμένη περιοχή.
Ωστόσο τα πράγματα δεν είναι όπως παλιά. Χιλιάδες πόρνες, μαστρωποί και πελάτες, πέθαναν από Έιτζ.
Οι ανθρωπιστικές οργανώσεις δημιούργησαν καταφύγια anti-trafficking και σπίτια για τα παιδιά.
Κάποτε περίπου 50 χιλιάδες άτομα εργάζονταν γύρω από το σεξ στην ευρύτερη περιοχή. Σήμερα ο αριθμός έχει πέσει στις 20 χιλιάδες.
Η περιοχή άρχισε να αναπλάθεται και οι ιδιοκτήτριες των οίκων ανοχής πιστεύουν ότι οι μέρες τους είναι μετρημένες. Κάτι τέτοιο όμως δείχνει απίθανο αφού οι περισσότεροι κάτοικοι των γύρω περιοχών πιστεύουν ότι απλά θα μεταφερθούν σε άλλο σημείο συνεχίζοντας ανενόχλητοι να εμπορεύονται τα παρθένα σώματα μικρών κοριτσιών, μέσα στα κλουβιά.