Ένα απρόβλεπτο μελόδραμα εξελίχτηκε στο θέατρο της πόλης Σαρτένι της Κορσικής, στις 10 Ιουνίου του 1963.
Η είδηση έφτασε μέχρι και στις ελληνικές εφημερίδες, όπου δημοσιεύτηκε με τον περιγραφικότατο τίτλο “Η προς τα σκόρδα αγάπη πρωταγωνιστού μελοδραματικού θιάσου έγινεν αιτία ματαιώσεως παραστάσεως”.
Στις 10 Ιουνίου του 1963, η πριμαντόνα Άννα Μαρία Περούτσι έφτασε στο όμορφο, γραφικό Σαρτένι, για να δώσει παράσταση στο τοπικό θέατρο.
Οι ντόπιοι έσπευσαν να αγοράσουν εισιτήρια και το βράδυ το θέατρο ήταν κατάμεστο.
Τα φώτα έκλεισαν και οι θεατές περίμεναν με ανυπομονησία στις θέσεις τους.
Περίμεναν όμως άδικα.
Η πριμαντόνα δεν εμφανίστηκε.
Οι θεατές άρχισαν να εκνευρίζονται και ρωτούσαν τους ταξιθέτες για την καθυστέρηση.
Ταυτόχρονα, στα παρασκήνια εξελισσόταν ένα δράμα αντάξιο της θεατρικής σκηνής.
Η πριμαντόνα Περούτσι κόντεψε να “χάσει τον κόσμο κάτω απ’ τα πόδια της”, όταν ένιωσε τη φαρμακερή ανάσα του συμπρωταγωνιστή της.
Ο τενόρος είχε φάει το περίφημο σκόρδο που παρήγαγε το Σαρτένι, για το οποίο περηφανεύονταν οι ντόπιοι ότι ήταν το πιο δυνατό και νόστιμο της Μεσογείου.
Η Περούτσι, με ύφος τραγικής ηρωίδας, δήλωσε ότι ήταν αδύνατον να παίξει στο πλευρό του “σκορδοφάγου” τενόρου.
Ο διευθυντής του θιάσου προσπάθησε μάταια να της αλλάξει γνώμη, αλλά η πριμαντόνα ήταν αποφασισμένη: “Και μόνον να ανοίξει το στόμα του μου προξενεί ναυτίαν!”
Ο διευθυντής αναγκάστηκε να βγει ο ίδιος στη σκηνή, για να ενημερώσει το εξαγριωμένο κοινό ότι η παράσταση θα αναβαλλόταν.
Όταν τους είπε τον λόγο, ότι δηλαδή η πρωταγωνίστρια δεν ανεχόταν τη μυρωδιά του ντόπιου σκόρδου, ο κόσμος έγινε έξω φρενών.
Σηκώθηκαν απ’ τις θέσεις τους και όρμηξαν προς τα παρασκήνια.
Χτυπούσαν την πόρτα της και φώναζαν.
Χρειάστηκε να εμφανιστεί η χωροφυλακή, για να κατευνάσει τα πνεύματα και να συνοδεύσει την πριμαντόνα μέχρι το λεωφορείο που την απομάκρυνε απ’ την περιοχή.
Το επεισόδιο έληξε, ευτυχώς χωρίς θύματα.
Ο δυστυχής τενόρος δήλωσε αργότερα: “Μόνον πέντε κεφάλια έφαγα! Μου αρέσει πολύ. Τι να κάμω;”