Στις 11 Οκτωβρίου 1973 το ελληνικό φορτηγό πλοίο «Τσιμένταρχος», με 21 άτομα πλήρωμα, δέχεται πυρά ενώ πλέει ανοιχτά της Λαοδικείας, στη Συρία.
Δύο Έλληνες ναυτικοί χάνουν τη ζωή τους, άλλοι επτά τραυματίζονται, το πλοίο παίρνει φωτιά και βυθίζεται.
Είναι λίγες ημέρες αφότου έχει ξεσπάσει ο Δ΄αραβοϊσραηλινός πόλεμος στη Μέση Ανατολή ή αλλιώς ο Πόλεμος του Γιομ Κιπούρ, και το πλοίο βρίσκονταν «εγκλωβισμένο» εν μέσω διασταυρούμενων πυρών.
Το φορτηγό πλοίο είχε καταπλεύσει στο λιμάνι λίγες μέρες νωρίτερα προερχόμενο από την Τεργέστη μεταφέροντας άλευρα.
Όταν ξεφόρτωσε, ετοιμάστηκε να αναχωρήσει αλλά δεν του δόθηκε άδεια από τις τοπικές αρχές.
Περίμενε αγκυροβολημένο ενώ οι αεροπορικές επιδρομές των Ισραηλινών και οι απαντήσεις με πυροβόλα των Σύρων ήταν ασταμάτητες.
Το πλοίο χτυπήθηκε από ισραηλινές ρουκέτες, δύο από τις οποίες έπεσαν στην αποθήκη καυσίμων και προκάλεσαν έκρηξη από την οποία σκοτώθηκαν οι δύο ναυτικοί Ν. Κοντογιάννης και Γ. Δαμαλάς.
Μαζί με το ελληνικό χτυπήθηκε κι ένα γιαπωνέζικο πλοίο, χωρίς ανθρώπινα θύματα.
Οι 17 από τους 19 διασωθέντες του «Τσιμένταρχος» έφτασαν στο αεροδρόμιο του Ελληνικού στις 14 Οκτωβρίου.
Σοκαρισμένοι και κατάκοποι, με τα σημάδια από τα τραύματα σε πρόσωπο και σώμα.
Τους υποδέχθηκαν οι συγγενείς τους, δημοσιογράφοι, ο διευθύνων σύμβουλος της πλοιοκτήτριας εταιρίας και αξιωματικοί του Λιμενικού.
Ο κυβερνήτης του σκάφους και ο υποπλοίαρχος παρέμειναν στη Λαοδικεία για να ανέβουν στο μισοβυθισμένο πλοίο και να εξακριβώσουν τις ζημιές, να βρουν τα ναυτιλιακά έγγραφα και τις σορούς των Κοντογιάννη και Δαμαλά.
Οι 17 ναυτικοί έφτασαν στην Αθήνα μέσω Βηρυτού. Στο αεροδρόμιο περιέγραψαν τις σκηνές κόλασης που έζησαν.
Το πλοίο είχε ξεφορτώσει τρεις μέρες νωρίτερα αλλά οι αρχές της Συρίας του απαγόρευσαν να αποπλεύσει. Διέταξαν να αγκυροβολήσει σε σημείο έξω από το λιμάνι.
Το κακό ξέσπασε στη 1.45 τα ξημερώματα της Πέμπτης 11 Οκτωβρίου.
Οι Ισραηλινοί με κανονιοφόρους έριχναν ρουκέτες και οι Σύροι απαντούσαν με πυροβόλα.
Στη μέση ήταν τα δύο φορτηγά, το ελληνικό και το ιαπωνικό.
Τις εφιαλτικές στιγμές περιέγραψε ο τρίτος μηχανικός Γιάννης Διγενής:
«Το πλοίο μας έφαγε τρεις ρουκέτες. Η μία πέρασε από το μηχανοστάσιο και έσκασε μέσα στους κοιτώνες του πληρώματος. Η έκρηξη σημειώθηκε ανάμεσα στις καμπίνες των άτυχων συναδέλφων μας Δαμαλά και Κοντογιάννη.
Εμείς τριγύρω βρεθήκαμε στην κόλαση. Αέρια, θραύσματα, κομμάτια από ξύλα και ατσάλι. Ο πλοίαρχος μας διάταξε άμεση εγκατάλειψη του σκάφους. Κατεβάσαμε μια λαστιχένια λέμβο χωρητικότητας 12 ανδρών. Χωρέσαμε 19.
Το ρεύμα μας παρέσυρε περίπου ενάμιση μίλι.
Αυτό ίσως στάθηκε η σωτηρία μας γιατί ο τόπος φλεγόταν στην περιοχή όπου βρισκόταν το καράβι μας. Μείναμε κουρνιασμένοι με την ψυχή στο στόμα στη βάρκα μέχρι τις 6.10 το πρωί.
Τότε ένα ρυμουλκό του λιμανιού μας μάζεψε. Μέσα στην αντάρα του πολέμου οι τοπικές υπηρεσίες μας περιέθαλψαν. Ολόκληρο το πρυμναίο τμήμα του πλοίου μας καταστράφηκε.
Το είδα ημιβυθισμένο να καίγεται με την πρύμνη στο νερό και την πλώρη ψηλά».
Ο ναύτης Νικόλαος Λάππας βρισκόταν σε υπηρεσία στη μηχανή:
«Μόλις άκουσα τις πρώτες βολές έτρεξα να ξυπνήσω τους συναδέλφους μου. Τα γεγονότα εξελίχθηκαν αστραπιαία. Ρουκέτες, βόμβες, εκρήξεις.
Σταθήκαμε τυχεροί που μας παρέσυρε το ρεύμα μακριά από το καταδικασμένο καράβι μας».
Με την έναρξη του αραβοϊσραηλινού πολέμου συνολικά 15 ελληνικά πλοία εγκλωβίστηκαν σε λιμάνια της Μέσης Ανατολής. Οι αρχές των εμπλεκομένων κρατών -Συρία, Αίγυπτος και Ισραήλ- έδωσαν σταδιακά τις σχετικές άδειες για τον απόπλου.
Ο πόλεμος έληξε με νίκη του Ισραήλ, αλλά οι αραβικές χώρες μετά τις πρώτες νίκες ένιωσαν να ανακτούν την πολεμική τους τιμή που είχαν χάσει στην ντροπιαστική ήττα του πολέμου των 6 ημερών. Στη συνέχεια η Αίγυπτος έγινε το πρώτο αραβικό κράτος που αναγνώρισε το Ισραήλ.
Διαβάστε: Η ναυμαχία των Σπετσών, όπου ο ελληνικός στόλος αυτοσχεδίασε και κατατρόπωσε 87 πλοία του τουρκοαιγυπτιακού στόλου. Πώς τέσσερις Έλληνες ναυτικοί παράκουσαν τις εντολές του Μιαούλη και παρέσυραν τους Τούρκους στην καταστροφή