Το Σεπτέμβριο του 1991, επτά εκδότες και διευθυντές εφημερίδων περνούσαν την πύλη του Κορυδαλλού.
Το «έγκλημά» τους ήταν ότι από το Δεκέμβριο του 1990, είχαν δημοσιοποιήσει μία ή δύο προκηρύξεις τρομοκρατικών οργανώσεων, παρά το νόμο της κυβέρνησης Μητσοτάκη που απαγόρευε τη δημοσίευση με το σκεπτικό ότι δίνεται βήμα σε τρομοκράτες να επικοινωνήσουν τις ιδέες τους και μάλιστα με αφορμή τρομοκρατικές ενέργειες.
Οι δημοσιογράφοι ήταν οι : Σεραφείμ Φυντανίδης (Ελευθεροτυπία), Χρήστος Θεοχαράτος (Έθνος), Δημήτρης Μαρούδας (Νίκη), Κώστας Κοντοπάνος (Αυριανή), Κώστας Γερονικολός (Δημοκρατικός Λόγος), Σπύρος Καρατζαφέρης (48 Ώρες) και Κώστας Παπαϊωάννου (Ποντίκι).
Η ποινή που τους είχε επιβληθεί ήταν φυλάκιση από 5 – 10 μήνες. Παρά το γεγονός ότι οι καταδικασμένοι δημοσιογράφοι μπορούσαν να ασκήσουν έφεση, δεν το έκαναν καταγγέλοντας παρεμβάσεις του πρωθυπουργού στη δικαιοσύνη και αντιλήψεις του παρελθόντος.
Αίσθηση είχε προκαλέσει μάλιστα η σύλληψη του Σεραφείμ Φυντανίδη στο σπίτι του, την ώρα που μιλούσε στο ραδιόφωνο του SKY. Αυτή η σύλληψη είχε γίνει αργότερα από τις άλλες καθώς έλειπε σε συνέδριο στο εξωτερικό.
Πριν από τον Κορυδαλλό οι δημοσιογράφοι μεταφέρθηκαν με κλούβα στο κτήριο της Υποδιεύθυνσης Μεταγωγών Αθηνών, για να περάσουν τη νύχτα.
Σιγά – σιγά όμως η περιοχή κατακλύστηκε από διαμαρτυρόμενους που συμπαραστέκονταν στους καταδικασθέντες.
Πολλοί από αυτούς κρατούσαν σημαίες του ΠΑΣΟΚ και φώναζαν συνεχώς συνθήματα όπως «κάτω τα χέρια από τον Τύπο», «κάτω τα χέρια απ’ το ΠΑΣΟΚ», «κάτω το κράτος της Δεξιάς».
Οι διαδηλωτές δεν άργησαν να κλείσουν και τα δύο ρεύματα της Εθνικής Οδού προκαλώντας κυκλοφοριακό χάος.
Λίγο μετά έφταναν στα κρατητήρια πολλοί βουλευτές του ΠΑΣΟΚ για να συμπαρασταθούν στους φυλακισμένους. Έντονες ήταν και οι αντιδράσεις όλων των Ελληνικών συνδικαλιστικών οργανώσεων του Τύπου, αλλά και πολλών διεθνών δημοσιογραφικών συνδικάτων.
Τις ημέρες που ακολούθησαν οι δημοσιογράφοι και οι εφημερίδες τους, δέχτηκαν «κύματα» συμπαράστασης από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα συνδικάτα, τις φοιτητικές νεολαίες και τον πανεπιστημιακό κόσμο αλλά και από πολλούς πολίτες. Στις 19 Σεπτεμβρίου μάλιστα, στην οδό Σολωμού, κάτω ακριβώς από τα συρματοπλέγματα της μάντρας των φυλακών Κορυδαλλού, δόθηκε μια μεγάλη συναυλία συμπαράστασης. Η Μαρία Φαραντούρη, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Θάνος Μικρούτσικος και ο Λουκιανός Κηλαηδόνης τραγούδησαν στους συγκεντρωμένους .
Ο αντιτρομοκρατικός νόμος
Η φυλάκιση των εκδοτών – δημοσιογράφων ήταν το κορύφωμα της έντονης αντιπαράθεσης, που είχε ξεσπάσει μήνες νωρίτερα στη Βουλή με αφορμή τον αντιτρομοκρατικό νόμο 1916 «για την προστασία της κοινωνίας από το οργανωμένο έγκλημα».
Είχε προηγηθεί η δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη και ο νόμος -μεταξύ άλλων – προέβλεπε την απαγόρευση δημοσίευσης των προκηρύξεων τρομοκρατικών οργανώσεων στις εφημερίδες.
Μέχρι τότε η πάγια τακτική των τρομοκρατών για την ανάληψη της ευθύνης, ήταν να τηλεφωνούν στα τηλεφωνικά κέντρα εφημερίδων και αργότερα καναλιών και να λένε που άφηναν τις προκηρύξεις.
Τα Μέσα Ενημέρωσης έστελναν τους ανθρώπους τους, που έβρισκαν τις προκηρύξεις (συνήθως σε κάδους απορριμάτων) και στη συνέχεια τις δημοσιοποιούσαν.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θεωρούσε, ότι με τον νόμο που ψήφισε, θα εμπόδιζε καθοριστικά την πρόσβαση των ιδεών της τρομοκρατικής οργάνωσης 17Ν στην κοινωνία.
Για την αντιπολίτευση όμως δεν επρόκειτο μόνο για περιορισμό της ελευθερίας του Τύπου αλλά και για επανεγκαθίδρυση του αστυνομικού κράτους.
Τελικά οι εκδότες – δημοσιογράφοι αποφυλακίστηκαν μετά από 13 ημέρες, καθώς η ποινή τους είχε ανασταλτικό χαρακτήρα και έκριναν ότι δεν υπήρχε νόημα να μείνουν άλλο στη φυλακή, καθώς το μήνυμα είχε περάσει.
Είχε χρειαστεί να εξαγοράσουν τις ποινές τους οι διοικήσεις των Ενώσεων Ιδιοκτητών και Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθήνας. Ο λεγόμενος, τρομονόμος της κυβέρνησης Μητσοτάκη, καταργήθηκε το 1993.