25 Αυγούστου 1981. Στην κεντρική οδό Ερυθρού Σταυρού της Καβάλας, οι κάτοικοι με δάκρυα στα μάτια, έβλεπαν νεκρούς στο οδόστρωμα, ένα νεαρό άνδρα και μια κοπέλα.
Είχαν δεθεί με μια ζώνη και αυτοκτόνησαν πέφτοντας από ύψος 30 μέτρων, επειδή οι γονείς της κοπέλας δεν ενέκριναν τον γάμο τους.
Η είδηση σόκαρε την κοινή γνώμη και τότε όλοι έκαναν λόγο για ένα τραγικό τέλος, αντίστοιχο με αυτό του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας.
Ο Γιάννης Γ. ήταν 21 ετών και εργαζόταν στην πόλη ως γυψαδόρος.
Η Ελπίδα Μ. είχε κλείσει τα 19 της χρόνια και έκανε τα πρώτα μεροκάματα ως βοηθός σε κομμωτήριο.
Όταν οι δύο νέοι γνωρίστηκαν, η κοπέλα ήταν ήδη αρραβωνιασμένη.
Οι γονείς της δεν έβλεπαν με «καλό μάτι» τον έρωτα που αναπτυσσόταν με το Γιάννη.
Διαρκώς τη συμβούλευαν να τον εγκαταλείψει και να γυρίσει στον αρραβωνιαστικό της.
Κάποια στιγμή η κοπέλα, βλέποντας την επιμονή των γονιών της, εγκατέλειψε το σπίτι της για να ακολουθήσει τον νέο που αγαπούσε.
Όταν το ζευγάρι διαπίστωσε ότι οι γονείς της Ελπίδας «δεν έβαζαν νερό στο κρασί τους», αποφάσισε να θέσει τέρμα στη ζωή τους.
Βρήκαν μια πενταώροφη νεοανεγειρόμενη πολυκατοικία και μπαίνοντας μέσα, έκοψαν και οι δύο τις φλέβες τους.
Φτάνοντας στην ταράτσα, ένωσαν με μια πέτσινη ζώνη τις θηλιές των παντελονιών και βούτηξαν στο κενό, από ύψος 30 μέτρων.
Οι οικοδόμοι που αντίκρισαν το πρωί τα πτώματα, νόμιζαν ότι πρόκειται για τουρίστες.
Η είδηση συγκλόνισε την κοινή γνώμη και άρχισε μια συζήτηση για το δικαίωμα των γονέων να παρεμβαίνουν στη ζωή των παιδιών τους και στην επιλογή του συντρόφου τους. Στην Ελλάδα του 1980 υπήρχε ακόμη το συνοικέσιο, τα προξενιά και η προίκα. Ειδικά στην επαρχία το ποσοστό των προξενιών ήταν πολύ μεγάλο.
Η κατάσταση άλλαξε σταδιακά και δυστυχώς με πολλές απώλειες, καθώς δημιουργήθηκαν με βία, χιλιάδες οικογένειες στις οποίες δεν υπήρχε καμία χημεία στο ανδρόγυνο.