Χάνσελ και Γκρέτελ, ένα παραμύθι που εδώ και αιώνες κρατάει συντροφιά σε παιδιά σε όλο τον κόσμο.
Μπορεί η υπόθεση να αφορά μία μάγισσα κανίβαλο, που τρώει μικρά παιδάκια αλλά, όπως στα περισσότερα παραμύθια ο κακός της υπόθεσης δεν τα καταφέρνει και στο τέλος “αυτοί ζουν καλά και εμείς καλύτερα”.
Στην πραγματικότητα όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο αθώα.
Το παραμύθι
Η πρώτη επίσημη καταγραφή του παραμυθιού έγινε από τους αδελφούς Γκριμ το 1812. Η υπόθεση αφορά δύο αδέρφια, τον Χάνσελ και την Γκρέτελ.
Ο ξυλοκόπος πατέρας και η μητέρα τους – η οποία σε άλλες εκδοχές του παραμυθιού παρουσιάζεται ως η κακιά μητριά – αποφασίζουν να αφήσουν τα παιδιά στο δάσος να μεγαλώσουν μόνα τους, επειδή ήταν φτωχοί.
Παρόλο που την πρώτη φορά, ακολουθούν τα πετραδάκια που έριχναν κάτω και καταφέρνουν να γυρίσουν πίσω, οι γονείς τους τα αφήνουν και πάλι στο δάσος.
Αυτή τη φορά, τα πουλιά έφαγαν τα ψίχουλα που είχαν ρίξει για να βρουν και πάλι το σπίτι τους. Έτσι, χάνονται. Ξαφνικά βρίσκουν ένα σπίτι φτιαγμένο από λιχουδιές. Τα παιδιά πεινασμένα αρχίζουν να τρώνε κομμάτια του σπιτιού.
Η γριά που ζούσε εκεί, τους κάλεσε στο σπίτι για να τους προσφέρει φαγητό και κρεβάτι να ξεκουραστούν. Τελικά όμως ήταν κακιά μάγισσα η οποία
φυλακίζει τον Χάνσελ και κρατάει την Γκρέτελ για να την υπηρετεί.
Συμπληρωματικά, ταΐζει τα παιδιά για να παχύνουν, με σκοπό να τα μαγειρέψει.
Την ημέρα όμως που αποφασίζει να τα φάει, η Γκρέτελ την σπρώχνει μέσα στον τεράστιο φούρνο της και τη σκοτώνει. Ελευθερώνει τον αδερφό της, παίρνουν τους πολύτιμους λίθους της μάγισσας, γυρνάνε σπίτι τους και τέλος καλό, όλα καλά.
Η προέλευση του παραμυθιού
Βασικός άξονας του παραμυθιού είναι το φαγητό. Η πείνα οδήγησε τους γονείς να διώξουν τα παιδιά τους.
Αυτά πεινασμένα κατέληξαν στη μάγισσα. Αυτή ο μόνος λόγος που τα τάιζε ήταν για να τα φάει.
Λέγεται ότι το παραμύθι προέρχεται από την περίοδο του Μεγάλου Λιμού στη βόρεια Ευρώπη, την περίοδο 1315-1322.
Τότε, έντονες βροχοπτώσεις, πλημμύρες και χαμηλές θερμοκρασίες, κατέστρεψαν πολλές καλλιέργειες. Οι τιμές ανέβηκαν και τα τρόφιμα ήταν δυσεύρετα και πανάκριβα. Η κρίση προκάλεσε εκατομμύρια θανάτους.
Η περίοδος χαρακτηρίστηκε από αύξηση της εγκληματικότητας.
Επίσης, οι άνθρωποι ήταν πιο ευάλωτοι σε ασθένειες. Για να ξεγελάσουν την πείνα τους έτρωγαν ακόμα και γάτες, σκύλους και ποντίκια.
Πολλοί επειδή δεν μπορούσαν να ταΐσουν τα παιδιά τους, τα άφηναν να μεγαλώσουν μόνα τους. Έχουν καταγραφεί κρούσματα κανιβαλισμού και παιδοκτονιών.
Παράλληλα, κατά τον 14ο αιώνα που χρονολογείται η γέννηση του παραμυθιού μέχρι τον 17ο αιώνα, αρκετός κόσμος πίστευε πως υπήρχαν μάγισσες, τις οποίες κυνηγούσε και καταδίωκε αφού τις θεωρούσε πλάσματα του Σατανά.
Η φωτιά ήταν ο τρόπος να απαλλαγούν από αυτές και να τις τιμωρήσουν για τις αμαρτίες τους. Έτσι, και η μάγισσα του παραμυθιού δε θα μπορούσε να γλιτώσει. Κάηκε μέσα στις φλόγες του ίδιου της του φούρνου.
«Η πραγματική ιστορία»
Κάποιοι δίνουν άλλη ερμηνεία στο παραμύθι, λίγο πιο τρομακτική. Θεωρούν ότι βασίστηκε στην πραγματική ιστορία της Καθαρίνα Σκράντεριν, φουρνάρισσας από τη Γερμανία που γεννήθηκε το 1618.
Η διάσημη για τη μαγειρική της Καθαρίνα, έγινε στόχος άλλου φούρναρη της περιοχής, του Χανς Μέτζλερ που την ζήλευε. Προκειμένου να απαλλαγεί από εκείνη την κατηγόρησε για μαγεία. Το δικαστήριο κήρυξε την Καθαρίνα αθώα.
Ο Χανς όμως δεν το έβαλε κάτω.
Μαζί με την αδερφή του Γκρέτε, διέρρηξαν το σπίτι της, την δολοφόνησαν και την έκαψαν σε έναν από τους φούρνους της.
Ίσως τελικά οι αδελφοί Γκριμ να αντέστρεψαν τους ρόλους και η μάγισσα να μην ήταν η κακιά της υπόθεσης στην πραγματικότητα. Αλλά τα παραμύθια δεν έχουν ως στόχο να αναπαράγουν την πραγματικότητα αν και εμπνέονται από αυτή.