Ήταν ένα βράδυ του Απρίλη του 1961, όταν δεκάδες άτομα είδαν μια μητέρα να σέρνει στους δρόμους της Αθήνας αλυσοδεμένο το 12χρονο γιο της.
Παρακολουθώντας το απάνθρωπο θέαμα, της επιτέθηκαν για να τη λιντσάρουν, αλλά επενέβη η αστυνομία και τη συνέλαβε.
Το παραστράτημα του παιδιού που οδήγησε στο δέσιμο με την αλυσίδα
Το παιδί είχε εισαχθεί σε οικοτροφείο στον Πειραιά, ύστερα από το διαζύγιο των γονιών του. Η μητέρα του, Σ.Β., εργαζόταν σε ένα εργοστάσιο στη Γερμανία. Όταν πληροφορήθηκε από τη διεύθυνση του ιδρύματος, ότι το παιδί ήταν ατίθασο, αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα για να το φροντίσει.
Σύμφωνα με τη δικογραφία της υπόθεσης, το οικοτροφείο είχε διώξει τον 12χρονο, διότι το προσωπικό δεν μπορούσε άλλο να αντέξει την ανάρμοστη συμπεριφορά του.
Μόλις η μητέρα είδε το γιο της να τριγυρνά στους δρόμους, τον έδειρε και αποφάσισε να τον φέρει στην Αθήνα.
Την επομένη το μεσημέρι, μάνα και γιος πήγαν στην τράπεζα για να βγάλουν χρήματα.
Η Σ.Β. έβαλε τα χρήματα στην τσάντα της και την έδωσε στο παιδί να την προσέχει, μέχρι εκείνη να ζητήσει ορισμένες διευκρινήσεις από έναν υπάλληλο.
Ο μικρός εκμεταλλεύτηκε το γεγονός. Έκλεψε 11 χιλιάδες δραχμές και έγινε καπνός.
Όταν η γυναίκα πήρε είδηση τι είχε συμβεί, κατέφυγε στην αστυνομία. Εκεί, οι αστυνομικοί της συνέστησαν να πάει πίσω στον Πειραιά και να ψάξει για το γιο της.
Και δεν είχαν άδικο. Το παιδί εντοπίστηκε κοντά στο λιμάνι. Είχε βγάλει εισιτήριο για την Κρήτη και μέχρι να φύγει το πλοίο, περίμενε σε ένα παιχνιδάδικο. Μόλις τον βρήκε η μάνα του, τον έδεσε με αλυσίδα και τον έφερε στην Αθήνα με το λεωφορείο.
Οι επιβάτες είχαν αναστατωθεί βλέποντας την κατάσταση του παιδιού και απαιτούσαν από τη μητέρα να το απελευθερώσει. «Αποκλείεται! Είναι επικίνδυνος! Αν τον αφήσω ποιος ξέρει τι είναι ικανός να κάνει! Άντε βρες τον μετά», φώναζε έξαλλη.
Τελικά το λεωφορείο έφτασε στον προορισμό του και η Σ.Β. άρχισε να το σέρνει στην οδό Αθηνάς.
Η δίκη στο Αυτόφωρο
Η 50χρονη μητέρα συνελήφθη και οδηγήθηκε δύο ημέρες αργότερα στο Αυτόφωτο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών με την κατηγορία της σωματικής βλάβης σε βάρος ανηλίκου.
Μάρτυρες κατηγορίας στην υπόθεση ήταν 3 από τους αυτόπτες μάρτυρες του περιστατικού, ενώ μάρτυρας υπερασπίσεως ήταν το 12χρονο αγόρι. «Εγώ τη συγχώρησα. Να τη συγχωρήσετε κι εσείς», έλεγε και ξανάλεγε το παιδί κατά τη διάρκεια της δίκης.
Η γυναίκα παρουσιάστηκε αγανακτισμένη για τη στάση που κράτησε το πλήθος απέναντι της.
«Δικό μου είναι το παιδί και ότι θέλω το κάνω! Τι τους ένοιαζε αυτούς και με γιουχάιζαν και ήθελαν να με δείρουν; Στη Γερμανία δεν συμβαίνουν αυτά. Παλιότερα, είχα το παιδί μου μαζί μου και ουδέποτε μου δημιούργησαν οι γείτονες τέτοια προβλήματα, όταν με έβλεπαν να το δέρνω», υποστήριζε.
Στο ερώτημα του δικαστή αν είχε ξαναδέσει το γιο της με αλυσίδα, εκείνη απάντησε προκλητικά: «Τον έδεσα άλλη μια φορά στη Γερμανία. Ο μικρός πήγε στην εισαγγελία, αλλά οι Γερμανοί δικαστές δεν θεώρησαν ότι είχα διαπράξει κάποιο αδίκημα και δεν με τιμώρησαν. Από αγάπη το έκανα, για να το προφυλάξω».
Η κατάθεση του παιδιού
Όταν κλήθηκε το παιδί να καταθέσει έδωσε τη δική του εξήγηση για τα γεγονότα: «Υπάρχουν πράγματα που με ενοχλούν και γι’ αυτό επαναστατώ πότε, πότε. Δεν είμαι πλέον μικρός και καταλαβαίνω πότε κάποιος με αγαπά και πότε όχι. Για τον πατέρα μου, πιστεύω ότι δεν με αγάπησε ποτέ. Για την μητέρα μου δεν έχω καταλήξει ακόμα σε συμπέρασμα αν με αγαπά ή όχι. Πάντως η συμπεριφορά της απέναντι μου, δεν ήταν ποτέ εντάξει. Μόλις έκανα αταξία με έδερνε ή με έδενε με την αλυσίδα. Μια φορά με άφησε δεμένο για ένα ολόκληρο βράδυ. Τελικά, με έδιωξε από κοντά της και με έστειλε στο οικοτροφείο. Γνώρισα μια συνομήλικη μου και την αγάπησα. Και εκείνη με αγαπάει πολύ. Με φίλησε στο στόμα».
Όπως αποδείχτηκε, το παιδί είχε κλέψει τα χρήματα, για να πάει να βρει το κορίτσι.
Όσο για τη μητέρα του, ζήτησε την απαλλαγή της: «Δεν διαμαρτύρομαι τόσο που με πόνεσε, αλλά για το ότι με ρεζίλεψε. Πάντως, εγώ τη συγχωρώ. Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Καλή ή κακή, είναι η μάνα μου. Μήπως έχω και κανέναν άλλον στον κόσμο; Γι’ αυτό ζητώ από το δικαστήριο να την αφήσει. Μην με ρωτάτε άλλα. Με κάνατε και δάκρυσα και αυτό δεν μου αρέσει!».
Η δίκη αναβλήθηκε για να ολοκληρωθεί την επόμενη μέρα. Οι εφημερίδες δεν κάλυψαν τη συνέχεια της δίκης. Πιθανολογείται ότι η γυναίκα αφέθηκε ελεύθερη και επέστρεψε στη Γερμανία με το γιο της.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
«Η βιτριολίστρια της Τρούμπας». Η ιερόδουλη που τύφλωσε με βιτριόλι τον πρώην εραστή της την ώρα που κοιμόταν….