Πηγή: Μια σταγόνα ιστορία, Δημήτρης Καμπουράκης, εκδόσεις Πατάκη
«Nα σας καλέσω σε ένα εξωτικό γεύμα, σε ένα νησί του Ειρηνικού, τη Μελανησία του 19ου αιώνα». Την περιγραφή κάνει ένας Ευρωπαίος ναυτικός, ο σερ Χιού Ρόμιλλυ, ο οποίος έτυχε να παρακολουθήσει ένα συμπόσιο των ιθαγενών του νησιού. Πριν από το γεύμα είχε προηγηθεί σκληρή μάχη ανάμεσα στις φυλές του νησιού και τα λάφυρα δεν ήταν τίποτε άλλο από τα υλικά που θα απάρτιζαν το γεύμα.
Ο Σερ Χιου Ρόμιλλυ περιγράφει σοκαρισμένος:
«Τα πτώματα έξι εχθρών που είχαν σκοτωθεί στη μάχη και ύστερα είχαν κατακρεουργηθεί κρέμονταν από ένα δέντρο με τα πόδια λίγο πάνω από το έδαφος, δίνοντας την εντύπωση πως οι νικητές περίμεναν να σιτέψει το κρέας. Μετα οι γυναίκες έκαναν τις απαραίτητες προετοιμασίες για να μπορέσουν οι άντρες αργότερα να μαγειρέψουν το κρέας. Πρώτα περιέλουσαν τα πτώματα με βραστό νερό και ύστερα έγδερναν το ανθρώπινο δέρμα, με μαχαίρια από μπαμπού. Η διαδικασία που ακολουθούσαν δεν διέφερε και πολύ από αυτή που ακολουθείται για την προετοιμασία του χοιρινού κρέατος.
Στη συνέχεια, οι γυναίκες έκοβαν προσεχτικά τα μαλλιά των νεκρών και τα φύλαγαν για να τα χρησιμοποιήσουν ως διακοσμητικά στις καλύβες τους. Μόλις τελείωναν τα προκαταρκτικά οι γυναίκες, αναλάμβαναν δράση οι άντρες μάγειροι της φυλής. Φαίνονταν να είναι απόλυτα εξοικειωμένοι με τη θέα του παραμορφωμένου ανθρώπινου σώματος, μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις δεν δίσταζαν να αστειευτούν με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε σώματος.
Στο μεταξύ, οι υπόλοιποι άντρες της φυλής είχαν φροντίσει να βάλουν μπροστά τους φούρνους, ανάβοντας μεγάλες φωτιές. Ήταν η ώρα που θα κατέβαζαν από το δέντρο ότι είχε απομείνει από το ανθρώπινο πτώμα. Τότε, εμφανίστηκε ο ηλικιωμένος φύλαρχος, ο οποίος αναλάμβανε τη σοβαρότατη δουλειά: να κομματιάσει το κρέας σε μερίδες.
Ο τεμαχισμός γινόταν πάνω σε ένα στρώμα από πλεγμένα φοινικόφυλλα. Το κεφάλι κόπηκε με σεβασμό από το υπόλοιπο σώμα. Ο φύλαρχος την ώρα που έκοβε το σώμα, εξήρε τις πολεμικές αρετές του νεκρού, αλλά δεν παρέλειψε παράλληλα να αναγγείλει με χαρά ότι η γυναίκα και τα παιδιά του μακαρίτη θα πέθαιναν τώρα από την πείνα, καθώς είχαν χάσει τον προστάτη τους».
Ο χωρισμός των μερίδων γινόταν πριν από το μαγείρεμα του σώματος. Οι άντρες της φυλής έτρωγαν τα καλύτερα κομμάτια, ενώ τα κομμάτια δεύτερης διαλογής δινόντουσαν στις γυναίκες της φυλής.
Εδώ τελειώνει η περιγραφή του σοκαρισμένου ναυτικού. Η διαφορά όμως των δύο τρόπων σκέψης και ζωής δεν σημαίνει αυτόματα και διαφορά ηθικής ή πολιτισμού.
Ως θρύλος, είναι γνωστός ένας διάλογος ανάμεσα σε κάποιο φλεγματικό άγγλο αξιωματικό και στον φύλαρχο μιας φυλής ανθρωποφάγων.
Ο λόγος περί των πολεμικών επιτευγμάτων των στρατευμάτων τους:
-«Εμείς κάνουμε πολέμους που έχουν μέχρι και δέκα νεκρούς», είπε με περηφάνια ο φύλαρχος.
-«Σιγά, το επίτευγμα»! απάντησε ο Άγγλος. Εμείς στους δικούς μας πολέμους, έχουμε πολλές χιλιάδες νεκρούς».
-«Σοβαρά; και πώς τους τρώτε τόσους χιλιάδες νεκρούς», ρώτησε απορημένος ο φύλαρχος.
-«Εμείς δεν τους τρώμε, κύριε», αντέδρασε ενοχλημένος ο Άγγλος. «Εμείς δεν είμαστε άγριοι, όπως εσείς. Εμείς είμαστε πολιτισμένοι».
-«Δεν τους τρώτε; Και τότε γιατί τους σκοτώνετε;».