Πηγή: Μια σταγόνα ιστορία, Δημήτρης Καμπουράκης, εκδόσεις Πατάκη
Την Άνοιξη του 1192, κι ενώ η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ψυχορραγεί ένας εξηνταπεντάχρονος τυχοδιώκτης, ο Ανδρονίκος Κομνηνός οδηγεί τους οπαδούς του από την Παφλαγονία, όπου βρισκόταν εξόριστος, εναντίον την Κωνσταντινούπολης. Αυτοκράτορας στη Βασιλεύσουσα ήταν ο Αλέξιος ο Β’, μόλις 12 χρονών.
Στην πραγματικότητα κυβερνούσε η μάνα του, Μαρία της Αντιόχειας, που είχε τον τίτλο της επιτρόπου του αυτοκράτορα. Η Μαρία ήταν μια εξαιρετικά σκληρή γυναίκα, είχε φροντίσει να παντρέψει τον πιτσιρικά γιο της με τη δεκαετριάχρονη Άννα και κυβερνούσε με σιδηρά πυγμή. Επειδή όμως ευνοούσε πολύ τους Λατίνους, είχε εξοργίσει τους Βυζαντινούς υπηκόους της.
Ο Ανδρόνικος Κομνηνός με τη βοήθεια του όχλου, παίρνει την εξουσία, αλλά δεν πειράζει τον νεαρό αυτοκράτορα. Κλείνει τη Μαρία σε μοναστήρι και ορίζεται συμβασιλέας και επίτροπος του δωδεκάχρονου Αλέξιου. Μόλις σταθεροποιείται η θέση του στο θρόνο, στραγγαλίζει πρώτη τη Μαρία, έπειτα τον ίδιο τον αυτοκράτορα και στη συνέχεια παντρεύτηκε τη χήρα του, την κατά πενήντα χρόνια μικρότερή του, Άννα.
Στέφεται αυτοκράτορας και για τρία χρόνια κυβερνά σκοτώνοντας, τυφλώνοντας και ακρωτηριάζοντας όποιον θεωρεί αντίπαλό του.
Δεν ασχολείται καθόλου με τη διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας, αλλά μόνο με την εξόντωση όσων θεωρεί ότι επιβουλεύονται τον θρόνο του.
Οι εξωτερικοί εχθροί αρχίζουν να γίνονται επικίνδυνοι, το 1185 μάλιστα οι Νορμανδοί καταλαμβάνουν τη Θεσσαλονίκη και βαδίζουν εναντίον της Κωνσταντινούπολης.
Ο λαός επικρίνει τον αυτοκράτορα υποστηρίζοντας ότι δεν προετοίμασε την άμυνα του κράτους, αυτός όμως αντιδρά μ’ ένα κύμα τρομοκρατίας και με καταδίκες σε θάνατο όσων του ασκούν κριτική. Ανάμεσά τους καταδικάζει και τον Ισαάκιο Άγγελο, που όμως καταφεύγει στην Αγία Σοφία για να μην συλληφθεί. Από κει ο Ισαάκιος καλεί τον λαό να τον υποστηρίξει.
Ο όχλος ανταποκρίνεται, επαναστατεί, καθαιρεί τον Ανδρονίκο Κομνηνό και κάνει αυτοκράτορα τον Ισαάκιο. Ο Ανδρονίκος προσπαθεί να το σκάσει αλλά συλλαμβάνεται και οδηγείται μπροστά στο νέο αυτοκράτορα. Αυτός του επιβάλλει την ποινή της διαπόμπευσης.
Παρακολουθήστε τώρα μια τυπική εικόνα διαπόμπευσης όπως την περιέγραψαν οι χρονικογράφοι της εποχής:
Δεμένος με χαλκάδες και αλυσίδες στον λαιμό, ο Ανδρόνικος οδηγείται μπροστά από το Ισαάκιο. Μετά τον άγριο ξυλοδαρμό, του μαδούν τα γέννια και τα μαλλιά του ξεριζώνουν όλα τα δόντια με τανάλιες. Γυναίκες τον γρονθοκοπούν στο στόμα, έπειτα του κόβουν το δεξί χέρι, τον τυφλώνουν από το δεξί μάτι και τον ρίχνουν στη φυλακή.
Την επομένη το πρωί, τον βγάζουν από το κελί, τον τυφλώνουν και από το άλλο μάτι, τον ανεβάζουν πάνω σε μια ψωριασμένη γκαμήλα και τον περιφέρουν στην Αγορά. Εκεί τον παραδίδουν στις διαθέσεις του εξαγριωμένου πλήθους. Στο λιντσάρισμα που ακολουθεί πρωτοστατούν οι ζητιάνοι, οι περιθωριακοί, τα χειρότερα κατακάθια της πόλης. Πόρνες, χασάπηδες, χαμάληδες, ταμπάκηδες, ληστές των υπονόμων και θαμώνες καπηλειών.
Τον χτυπούν με ρόπαλα, του πετούν στα μούτρα βοϊδοκοιλιές και περιττώματα γαϊδάρων, τον τρυπούν με μυτερά ραβδιά, τον λιθοβολούν. Μια πόρνη έρχεται μ’ένα καζάνι βραστό νερό και τον περιλούζει. Τον σέρνουν ως τον Ιππόδρομο, που είναι γεμάτος κόσμο, καθώς έχει γίνει γνωστό ότι θα λινσταριστεί εκεί ο Ανδρόνικος.
«Τον κρεμούν ανάποδα, ενώ ο Ανδρόνικος που ζει ακόμη ψελλίζει: «Ίνα τι κάλαμον συντετριμμένον πρεπικλάτε;» δηλαδή «Γιατί συνεχίζετε να τσακίζετε ένα σπασμένο καλάμι»; Αρχίζουν να του κόβουν κομμάτια απ’το κορμί του. Του ξεριζώνουν τα γεννητικά όργανα και του τα χώνουν στο στόμα. Τελικά ξεψυχά όταν του μπήγουν ένα σπαθί στον φάρυγγα. Το άψυχο κορμί του κομματιάστηκε, τα κομμάτια του αφέθηκαν να σαπίσουν πολλές μέρες στον Ιππόδρομο κι έπειτα πετάχτηκαν στη θάλασσα χωρίς ταφή».
Ήταν ο ίδιος μανιασμένος όχλος που τρία χρόνια νωρίτερα είχε στέψει αυτοκράτορα τον Ανδρόνικο Κομνηνό μέσα σε ουρανομήκεις αλαλαλγμούς θριάμβου. Μικρή ιστορική λεπτομέρεια: Ο νέος αυτοκράτορας Ισαάκιος ο Β’, που ανέβηκε στον θρόνο με τη βοήθεια του όχλου επέβαλε στον αντίπαλό του αυτή την φρικτή τιμωρία, δέκα χρόνια αργότερα, το 1195 καθαιρέθηκε από τον ίδιο του τον αδελφό, τον Αλέξιο τον Γ’ , που κατέβαλε την εξουσία πάλι με τη βοήθεια του όχλου.
Ο Ισαάκιος τη γλίτωσε φθηνότερα από τον πάλαι ποτέ αντιπαλό του. Φυλακίστηκε για το υπόλοιπο της ζωής του, αφού πρώτα τυφλώθηκε.
Πηγή: Μια σταγόνα ιστορία, Δημήτρης Καμπουράκης, εκδόσεις Πατάκη