Ιανουάριος 1943, Βοσνία. Η 17χρονη Λέπα Ράντιτς απαγχονίστηκε, επειδή πυροβόλησε εναντίον Γερμανών στρατιωτών.
Πριν σπρώξουν το καφάσι που είχαν τοποθετήσει κάτω απ’ τα πόδια της, της έδωσαν την ευκαιρία να γλυτώσει. Ζήτησαν να μάθουν τα ονόματα των συνεργατών της στην αντίσταση.
Η Ράντιτς αρνήθηκε να τους καταδώσει. Απάντησε ότι οι ταυτότητές τους θα αποκαλύπτονταν, όταν θα έρχονταν οι ίδιοι να εκδικηθούν τον θάνατό της.
Η Ράντιτς ήταν μόνο μία από τις χιλιάδες γυναίκες που εκτελέστηκαν από τους Ναζί στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οποιαδήποτε μπορούσε να συλληφθεί και να εκτελεστεί, χωρίς να δικαστεί.
Οι πιο τυχερές οδηγούνταν στο εκτελεστικό απόσπασμα και πέθαιναν ακαριαία, χωρίς να βασανιστούν. Τις περισσότερες φορές όμως, έβρισκαν το τέλος τους στην αγχόνη που στηνόταν πρόχειρα σε ένα δέντρο.
Ορισμένες φορές επέλεγαν να τις κρεμάσουν από χαμηλό ύψος, έτσι ώστε η πτώση να είναι μικρή και να καθυστερήσουν το θάνατό τους.
«Φρόντιζαν» το φρικιαστικό θέαμα και για αυτό άφηναν τα πόδια τους ελευθέρα για να φαίνεται η απελπισμένη κίνηση την ώρα που πάλευαν να πάρουν ανάσα.
Τα μάτια τους έμεναν ακάλυπτα, για να φαίνεται ο τρόμος τους.
Πολλές φορές άφηναν τα θύματα τους να κρέμονται στο ίδιο σημείο για ημέρες για την τρομοκράτηση του άμαχου πληθυσμού.
Μάσα Μπρουσκίνα
Στις 26 Οκτωβρίου 1941 οι Γερμανοί εισβολείς κρέμασαν την 17χρονη Λευκορωσίδα Μάσα Μπρουσκίνα, μαζί με τους, Βολόντια Σερμπατέιβιτς και Κριλ Τρους.
Είχαν συλληφθεί απ’ τους Γερμανούς, επειδή δούλευαν σε ένα κρυφό νοσοκομείο, όπου νοσηλεύονταν τραυματισμένοι Σοβιετικοί.
Τους κρέμασαν, αφού τους έβαλαν να περπατήσουν στον δρόμο, κουβαλώντας μία πινακίδα που έγραφε ότι ήταν παρτιζάνοι.
Οδηγήθηκαν στην αγχόνη και τα πτώματά τους έμειναν κρεμασμένα τρεις μέρες.
Ζόγια Ανατόλιεβνα Κοσμοντεμιάνσκαγια
Η 18χρονη Ρωσίδα ήταν μέλος της Σοβιετικής μυστικής αστυνομίας.
Τη νύχτα της 27ης Νοεμβρίου 1941, μαζί με δύο συνεργάτες, έβαλε φωτιά σε ένα κτίριο στο χωριό Petrischtschewo κοντά στη Μόσχα.
Οι Γερμανοί συνέλαβαν έναν απ’ τους συνεργάτες, ο οποίος την κατέδωσε.
Η Ανατόλιεβνα βασανίστηκε, ανακρίθηκε και οδηγήθηκε στην αγχόνη.
Καθώς έβαζαν το σκοινί γύρω από το λαιμό της, είπε στους στρατιώτες: «Δεν μπορείτε να κρεμάσετε και τα 190 εκατομμύρια».
Το πτώμα της έμεινε στο χιόνι, χωρίς να ταφεί.
Κάποιος μάλιστα έσκισε τα ρούχα της, αποκαλύπτοντας το στήθος της.
Μαρία Κίσλιακ
Η Μαρία ήταν μία πανέμορφη 18χρονη απ’ τον χωριό Λέντνο της Ουκρανίας.
Ήταν μέλος της αντίστασης, μαζί με τον συμμαθητή της, Φέντορ Ρουντένκο.
Εκμεταλλευόμενοι την ομορφιά της Κίσλιακ, θα προσπαθούσαν να δελεάσουν έναν Γερμανό στρατιώτη και μετά να τον σκοτώσουν.
Η κοπέλα τον προσέγγισε, προσποιήθηκε ότι της άρεσε και του ζήτησε να πάνε μια βόλτα.
Όταν απομακρύνθηκαν, ο Ρουντένκο τον πλησίασε από πίσω και τον χτύπησε στο κεφάλι με ένα λοστό.
Η Κίσλιακ συνελήφθη την επόμενη μέρα, αλλά επέμενε ότι ήταν αθώα, παρά τα άγρια βασανιστήρια που υπέστη.
Αφέθηκε ελεύθερη, αλλά λίγους μήνες αργότερα, σκότωσε άλλο έναν στρατιώτη με τον ίδιο τρόπο.
Εκείνη τη φορά, οι Γερμανοί συνέλαβαν 100 κατοίκους του χωριού και απείλησαν ότι θα τους σκοτώσουν όλους, εάν ο δολοφόνος δεν παραδινόταν.
Τότε η Μαρία και οι συμμαθητές της εμφανίστηκαν στους Γερμανούς και παραδέχτηκαν την ενοχή τους.
Η Μαρία, ο Ρουντένκο και ο φίλος τους, Βασίλι Μπουγκριμένκο οδηγήθηκαν στην αγχόνη στις 18 Ιουνίου του 1943.