Καθώς ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος όδευε προς το τέλος, οι Συμμαχικές Δυνάμεις βομβάρδισαν ανηλεώς και ισοπέδωσαν τη Μεσαιωνική πόλη της Δρέσδης.
Η αεροπορική επίθεση ήταν τόσο σφοδρή, που οι νεκροί ξεπέρασαν τα θύματα της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι .
Από τις 13 ως τις 15 Φεβρουαρίου, έπεσαν στην πόλη περίπου 4.000 τόνοι εκρηκτικών.
722 βαριά βομβαρδιστικά της RAF και 527 αμερικανικά αεροσκάφη, βομβάρδιζαν μια πόλη που δεν μπορούσε να αμυνθεί.Περίπου 135.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, η συντριπτική πλειονότητα ήταν άμαχοι.
Στην πόλη που δεν είχε στρατηγική αξία, είχαν βρει καταφύγιο χιλιάδες πρόσφυγες από τα ανατολικά.
Η αντιαεροπορική άμυνα ήταν ανύπαρκτη, ενώ πρώτα χτυπήθηκαν οι πυροσβεστικοί σταθμοί της πόλης.
Το 90% του ιστορικού κέντρου της πόλης παραδόθηκε στις φλόγες και σε ακτίνα 8 τετραγωνικών χλμ. η πόλη ερημώθηκε.
Η Δρέσδη καιγόταν επί επτά ημέρες, αφήνοντας στους δρόμους χιλιάδες απανθρακωμένα πτώματα.Από την πύρινη λαίλαπα δε γλύτωσαν ούτε τα μπαρόκ και αναγεννησιακά μνημεία της Δρέσδης, όπως η όπερα Semperoper, το παλάτι Τσβίνγκερ και το σύμβολο της πόλης, ο καθεδρικός Ναός της Παναγίας, Frauenkirche.
Η Δρέσδη, γνωστή από τους πλούσιους καλλιτεχνικούς και αρχιτεκτονικούς θησαυρούς της, αποκαλούνταν και ως Φλωρεντία του Έλβα.
Όσα νοσοκομεία έμειναν όρθια, αδυνατούσαν να διαχειριστούν τον αριθμό των τραυματιών, ενώ αναγκαία κρίθηκε η καύση των πτωμάτων και οι μαζικές ταφές, για την αποφυγή του κινδύνου πανώλης.
Μόνο στην κεντρική πλατεία Άλτμαρκτ αποτεφρώθηκαν 6.865 νεκροί. Οι κάτοικοι ανακάλυπταν πτώματα μέχρι το 1966, οπότε και ολοκληρώθηκε η ανοικοδόμηση της πόλης.
Εκδικητική μανία, ή καίριο χτύπημα;
Ο βομβαρδισμός της Δρέσδης παραμένει ακόμη και σήμερα μια από τις πιο αμφιλεγόμενες στιγμές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Οι ζημιές που σημειώθηκαν στους ελάχιστους στρατιωτικούς στόχους, που βρίσκονταν στο βόρειο τμήμα της πόλης, ήταν μικρότερες από αυτές στην παλαιά πόλη.
Η επιχειρησιακή σκοπιμότητα της επιδρομής αμφισβητήθηκε έντονα. Ο Κόκκινος Στρατός βρίσκονταν μόλις 60 χλμ έξω από το Βερολίνο, ενώ οι υπόλοιπες Συμμαχικές Δυνάμεις από τη Δύση, έσφιγγαν τον κλοιό γύρω από τον Χίτλερ.
Πολλοί έκαναν λόγο για εκδικητική μανία των Συμμάχων που ήθελαν να τιμωρήσουν τους Γερμανούς και να κάμψουν το φρόνημά τους. Η επίσημη εκδοχή ανέφερε ότι η Δρέσδη υπήρξε ζωτικής σημασίας κέντρο μεταφοράς πληροφοριών για τους Ναζί, που έπρεπε να προσβληθεί.
Λίγες ημέρες πριν τον βομβαρδισμό της Δρέσδης, είχε γίνει η «Διάσκεψη της Γιάλτας».
Από τις 4 έως τις 11 Φεβρουαρίου του 1945, οι τρεις μεγάλοι, συναποφάσισαν το μέλλον του κόσμου μετά τη σίγουρη πτώση της Ναζιστικής Γερμανίας.
Μεταξύ όσων αποφασίστηκαν στη Γιάλτα, ήταν οι βομβαρδισμοί γερμανικών πόλεων όπου υπήρχαν πολεμικά εργοστάσια. Στη Δρέσδη όμως ισοπεδώθηκε η πόλη.
Αργότερα στις 28 Μαρτίου και μετά το κύμα αμφισβήτησης που ξέσπασε στην Ευρώπη, ο Ουίστον Τσώρτσιλ, προσπάθησε να κρατήσει αποστάσεις και σε τηλεγράφημά του έγραψε:
«Μου φαίνεται ότι έφτασε η στιγμή όπου το θέμα των βομβαρδισμών των γερμανικών πόλεων, κατ’ ουσίαν προς εκφοβισμό, παρ’ ότι με πρόσχημα άλλες δικαιολογίες, πρέπει να αναθεωρηθεί. Διαφορετικά, θα παραλάβουμε μια εντελώς κατεστραμμένη γη. Η καταστροφή της Δρέσδης θέτει υπό σοβαρή αμφισβήτηση τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς. Είμαι της γνώμης ότι οι στρατιωτικοί στόχοι θα πρέπει στο εξής να είναι πιο αυστηρά μελετημένοι σε σχέση με τα δικά μας συμφέροντα» . Ουίστον Τσώρτσιλ.
Μετά τον πόλεμο
Μετά το τέλος του πολέμου η Δρέσδη σε μια κίνηση συμφιλίωσης, αδελφοποιήθηκε με το Κόβεντρι. Η βρετανική πόλη είχε και αυτή κατ’ επανάληψη βομβαρδιστεί ανηλεώς, από τη γερμανική Λουφτβάφε.
Τα τελευταία 25 χρόνια, Νέο-ναζιστικές οργανώσεις την επέτειο του βομβαρδισμού της Δρέσδης στις 13 Φεβρουαρίου, πραγματοποιούν πορείες στην πόλη και διαδηλώνουν στη μνήμη αυτού που αποκαλούν «ολοκαύτωμα του βομβαρδισμού».
Η φρίκη του Βομβαρδισμού της Δρέσδης αποτυπώθηκε το 1969 στο κλασικό αντιπολεμικό μυθιστόρημα του Αμερικανού Kurt Vonnegut “Σφαγείο Νούμερο Πέντε”, ο οποίος κατά τη διάρκεια της επιδρομής ήταν εκεί, αιχμάλωτος πολέμου.
Τον συγγραφέα έσωσε το κελί του, καθώς κρατούνταν σε ένα υπόγειο ψυγείο κρεάτων ενός σφαγείου που είχε μετατραπεί σε φυλακή.