Η πρώτη μάχη κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου επί ελληνικού εδάφους μεταξύ των γερμανικών και των ελληνικών δυνάμεων, έγινε στο μικρό χωριό της Βεύης του Δήμου Φλώρινας. Στη μάχη της στενωπού του Κλειδίου, ελληνικές και δυνάμεις των ANZAC πολέμησαν δίπλα δίπλα μέχρι τέλους. Ένας μικρός αριθμός στρατιωτών από τα δύο τάγματα της Αυστραλίας που πολέμησαν εκεί, αναφέρθηκαν ως αγνοούμενοι στη μάχη και τα πτώματά τους δεν βρέθηκαν ποτέ.
Στις 11 Απρίλιου 1941, το απόγευμα, άρχισαν οι πρώτες αψιμαχίες μεταξύ επιτιθέμενων γερμανικών από τη μία και αμυνόμενων ελληνικών και συμμαχικών στρατευμάτων από την άλλη πλευρά. Είχε προηγηθεί η κατάρρευση του γιουγκοσλαβικού μετώπου και η κατάληψη της Φλώρινας από τους Γερμανούς.
Τα στενά Κλειδίου είχαν αναλάβει, να προασπίσουν οι σύμμαχοι Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί και Βρετανοί και τον υποτομέα Κέλλης είχαν αναλάβει, να προστατέψουν οι ελληνικές δυνάμεις. Οι συμμαχικές δυνάμεις που κατείχαν το πέρασμα προέρχονταν κυρίως από την 19η Αυστραλιανή Ταξιαρχία Πεζικού του Ταξίαρχου Τζορτζ Βάσεϊ. Το σύνολο των δυνάμεων αυτών συναποτελούσαν την δύναμη Μακ Κέυ με διοικητή τον στρατηγό Ιβεν Μακ Κέυ, που υπαγόταν όμως στο συγκρότημα W, το οποίο διοικούσε ο στρατηγός Ουίλσον.
Eναντίον των υπερασπιστών των στενών παρατάχθηκε το 40ο Τεθωρακισμένο σώμα στρατού της Γερμανίας. Ανατέθηκε ειδικότερα από τους Γερμανούς στην 1η Μεραρχία SS Αδόλφος Χίτλερ, η διάνοιξη της στενωπού και πιο συγκεκριμένα στην Ομάδα μάχης Βίττ, που είχε τεθεί υπο τις διαταγές του ταγματάρχη Φρίτς Βίττ.
Η κύρια γερμανική επίθεση άρχισε στις 8.30 πμ. 12 Απριλίου 1941. Τα σφοδρά πυρά πολυβόλων και όλμων επέτρεψαν στους Γερμανούς να προωθηθούν και να υπερκεράσουν το 2/8 τάγμα των Αυστραλών, το οποίο ήταν τοποθετημένο στις ανατολικές πλαγιές της στενωπού. Tο δε βρετανικό τάγμα ανιχνευτών, που βρίσκονταν δυτικότερα τοποθετημένο, νομίζοντας, πως το 2/8 υποχώρησε, συμπτύχθηκε προς τον σιδηροδρομικό σταθμό Κλειδίου, με αποτέλεσμα να ανοίξει η στενωπός για τους Γερμανούς.
Το μεσημέρι γύρω στις 15.00μμ οι Γερμανοί είχαν μετατρέψει σε κόλαση πυρός ολόκληρη την περιοχή, προκλήθηκε δε ταχεία υποχώρηση των συμμαχικών δυνάμεων, που είχαν απομείνει. Η άτακτη υποχώρηση και η σύγχυση που ακολούθησε επέτειναν το κλίμα πανικού.
Ως τις 18.00μμ η μάχη είχε ολοκληρωτικά κριθεί, ενώ το μαρτυρικό 2/8 τάγμα πεζικού των Αυστραλών είχε αποδεκατιστεί και συγκεντρωνόταν στο χωριό Ροδώνας.
Το 2/8 καταστράφηκε ως μάχιμη μονάδα και διέθετε μετά την υποχώρηση του μόλις 250 άντρες, από τους οποίους μόνο 50 οπλισμένοι. Κατά τα δραματικά γεγονότα της μάχης απέλπιδα και μέχρις εσχάτων αντίσταση επέδειξε ο διοικητής του 1/88 συντάγματος πεζικού ο συνταγματάρχης Χονδρός, ο οποίος έχασε τη ζωή του πέφτοντας στο καθήκον μεταξύ των υψωμάτων Ξινού Νερού -Φλαμπούρου στην περιοχή Ραδόσι. Στη μάχη της Βεύης τραυματίστηκε βαρύτατα και ο Αυστραλός συνταγματάρχης Πεϊπον.
Η θυσία του πυροβολητή
Όπως αναφέρει στο ιστορικό του αφήγημα ο δικηγόρος και ιστορικός ερευνητής από το Αμύνταιο, Ευάγγελος Ιωαννίδης, ξεχωριστή θέση στο πάνθεον των ηρώων έχει ο Νεοζηλανδός πυροβολητής που έμεινε μέχρι τέλους να υπερασπίζεται τα υψώματα του Κλειδίου.
Όταν άρχισε η υποχώρηση όλων των δυνάμεων προς τον Νότο και οι Γερμανοί προέλαυναν, ο Νεοζηλανδός έμεινε πίσω τελευταίος με ένα μόνο πολυβόλο στη νότια είσοδο των στενών και από τη στρατηγική θέση που επέλεξε, άρχισε να πολυβολεί τους επελαύνοντες Ναζί. Προκάλεσε πολλές απώλειες στους εχθρούς και δεν υποχώρησε παρά το σφυροκόπημα που δέχτηκε. Ο πυροβολητής όμως παρέμεινε στη θέση του μέχρι τέλος και έπεσε μαχόμενος.
Αναφέρεται από τον ερευνητή ότι οι Γερμανοί τον έθαψαν δίπλα στους δικούς τους νεκρούς και όταν έκαναν μνημόσυνο στους τάφους, ο γερμανός ταξίαρχος απέδωσε τιμές και στον νεοζηλανδό πολυβολητή, αναγνωρίζοντας το θάρρος και την ανδρεία του.
Ο ερευνητής Ευάγγελος Ιωαννίδης αναφέρει ακόμα ότι οι γηραιότεροι κάτοικοι του Ξινού Νερού θυμούνται στις αφηγήσεις τους αποχωρούντες Αυστραλούς στρατιώτες του 2/4 Αυστραλιανού τάγματος πεζικού, οι οποίοι περνούσαν μέσα από το χωριό. Εβδομήντα από αυτούς συνελήφθησαν αιχμάλωτοι σε οδόφραγμα των Γερμανών στον Σωτήρα. Ήταν άντρες πανύψηλοι και ρωμαλέοι, ταλαιπωρημένοι όμως από τις κλιματολογικές συνθήκες των ημερών. Χιόνιζε και έκανε απίστευτο κρύο.
Απώλειες είχαν και οι επιτιθέμενοι με χαρακτηριστικότερο τον θάνατο από νάρκη του αδελφού του Φρίτζ Βίττ αρχηγού της δύναμης, που ανέλαβε την διάνοιξη της στενωπού. Παρά την ήττα και τις βαριές απώλειες, οι ενέργειες της Δύναμης Μακέι στη Βεύη κέρδισαν δύο μέρες για την υποχώρηση και την ανασυγκρότηση των συμμαχικών δυνάμεων στο νότο.
Μετά από πρωτοβουλία του τότε προέδρου της κοινότητας Ξινού Νερού Αθ. Αλτίνη και του κοινοτικού συμβουλίου, έπειτα από έρανο, στον οποίο συμμετείχαν οι κάτοικοι του χωριού, ανήγειραν ηρώο πεσόντων Αυστραλών και Νεοζηλανδών στην Ελλάδα, που τα εγκαίνια του έγιναν στις 4 Νοεμβρίου 1945.
Οι αγνοούμενοι Αυστραλοί στρατιώτες στη Μάχη της Βεύης
Τα τελευταία αχρόνια γίνονται προσπάθεις εντοπισμού των οστών των χαμένων συμμάχων που θάφτηκαν βιαστικά στο πεδίο των μαχών. Οι πληροφορίες από τους ντόπιους στον αυστραλό ταξίαρχο Keith Rossi το 1981, σχετικά με τον πιθανό τάφο αυτών που αγνοούνταν έχει οδηγήσει σε μια έρευνα πολλών από την Ελλάδα και την Αυστραλία για να βρεθούν τα λείψανά τους.
Ο καθηγητής Tom Tsamouras, από το Newcastle και ο Peter Toyne, πρώην βουλευτής και υπουργός της Βόρειας Επικράτειας, είναι δύο ερευνητές που έχουν προσπαθήσει πολλά χρόνια να εντοπίσουν τους τάφους αυτών των ανθρώπων. Ο Tom Tsamouras γεννήθηκε στην Καρδίτσα το 1962 και μετανάστευσε με την οικογένειά του στην Αυστραλία το 1969.
Με πληροφορίες από neoskosmos