Το προσθετικό δάχτυλο ποδιού εντοπίστηκε σε έναν τάφο στην Αίγυπτο και χρονολογείται πριν από 3.000 χρόνια. Οι επιστήμονες που εξέτασαν τη γυναικεία μούμια θεωρούν ότι πρόκειται για μια από τις αρχαιότερες προσθετικές κατασκευές του κόσμου και ότι ο τεχνίτης του ήταν εξαιρετικός γνώστης της ανθρώπινης ανατομίας.
Το πανεπιστήμιο της Βασιλείας στην Ελβετία, σε συνεργασία με μια διεθνή ομάδα αιγυπτιολόγων, εξέτασαν το προσθετικό μέλος χρησιμοποιώντας προηγμένες επιστημονικές μεθόδους.
Με τη χρήση σύγχρονης μικροσκοπίας, ακτινών Χ και υπολογιστικής τομογραφίας, εντόπισαν όλες τις λεπτομέρειες για τον τρόπο κατασκευής και λειτουργίας του προσθετικού μέλους, που αποτελείται από ξύλο και δερμάτινους ιμάντες.
Οι ιμάντες δένονταν στο πόδι και σταθεροποιούσαν το προσθετικό μέλος πάνω στο πόδι της γυναίκας που το φορούσε.
Το προσθετικό μέλος ανήκε σε κόρη ιερέα
Δεδομένης της δεξιοτεχνίας και της ποιότητας της κατασκευής οι επιστήμονες συμπέραναν ότι η γυναίκα προερχόταν από ανώτερη κοινωνική τάξη. Θεωρούν ότι ήταν κόρη ιερέα που κατείχε υψηλή κοινωνική θέση.
Υπολογίζουν ότι όταν η γυναίκα πέθανε σε ηλικία 60 ετών, το τραύμα από τον ακρωτηριασμό είχε επουλωθεί πλήρως.
Το ξύλινο δάχτυλο τη βοηθούσε στην ισορροπία της, αλλά το φορούσε και για λόγους καλαισθησίας.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι πίστευαν, μεταξύ άλλων, ότι η ζωή μετά τον θάνατο είναι η άριστη εκδοχή της ζωής που ήδη ζούσαν.
Έτσι, ήταν σημαντικό για εκείνους να φύγουν από τον κόσμο αρτιμελείς.
Μάλιστα, σε πολλούς τάφους έχουν βρεθεί προσθετικά μέλη από χέρια και μύτες μέχρι και ανδρικά μόρια.
Μία νεκρόπολη γεμάτη αρχαιολογικούς θησαυρούς
Η ανακάλυψη του προσθετικού δαχτύλου έγινε στην νεκρόπολη Sheikh ´Abd el-Qurna κοντά στην πόλη Λούξορ της Αιγύπτου.
Αν και οι περισσότεροι τάφοι είχαν λεηλατηθεί, τα εναπομείναντα ευρήματα φωτίζουν άγνωστες πτυχές του αρχαίου αιγυπτιακού πολιτισμού.
Το ταφικό σύμπλεγμα, όπου βρέθηκε το προσθετικό μέλος και χρονολογείται περίπου από το 15ο αιώνα π.Χ, ανήκε σε μια κοινωνική ελίτ που είχε σχέσεις με την βασιλική οικογένεια.
Στα βραχώδη μνήματα τελέστηκαν εκατοντάδες ταφές, ενώ πολύ αργότερα κατοικήθηκαν από τους ντόπιους, αλλά και από χριστιανούς ερημίτες.
Σήμερα, γεωλόγοι από το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Τεχνολογίας στη Ζυρίχη (ETH Zurich) και αρχαιολόγοι από το πανεπιστήμιο της Βασιλείας ερευνούν τις φυσικές και τεχνικές κατασκευές της νεκρόπολης. Στόχος τους είναι να δημιουργήσουν έναν αρχαιολογικό και γεωλογικό τρισδιάστατο χάρτη ο οποίος θα απεικονίζει τη μορφολογία του εδάφους και τις κατασκευές που βρίσκονται κάτω από το έδαφος.
Διαβάστε στη «ΜτΧ»: Ο εκπληκτικός ναός του Φαραώ Ραμσή Β’. Κόπηκε σε 120.000 ογκόλιθους για να μεταφερθεί, προκειμένου να κατασκευαστεί ένα από τα μεγαλύτερα φράγματα του κόσμου.