O Διόδωρος ο Σικελιώτης έγραψε τον 1ο αιώνα για μια φυλή από τρομακτικές πολεμίστριες που ζούσαν κάποτε «στα δυτικά μέρη της Λιβύης, στα όρια του κατοικημένου κόσμου». Ήταν μια κοινωνία έγραφε, αλλιώτικη από κάθε γνωστή κοινωνία μέχρι τότε.
Οι Αμαζόνες είναι ακόμη και σήμερα ένας από τους πιο διάσημους και ανθεκτικούς ελληνικούς μύθους. Υπήρξαν όμως άραγε στην πραγματικότητα και αν ναι, έκοβαν στ’αλήθεια τον δεξιό μαστό τους για να μπορούν να τεντώνουν πιο εύκολα τα τόξα τους και να ρίχνουν τα ακόντια τους, όπως πολλοί εξακολουθούν να πιστεύουν;
Από τα αρχαία χρόνια υπήρχε μια παρετυμολογία της ίδιας αρχαίας λέξης Αμαζών από το στερητικό α- και το μαζός, παραλλαγή της λέξης μαστός. Η ετυμολογία αυτή μοιάζει μάλλον ακριβής και αναμφισβήτητη, η αλήθεια είναι όμως λίγο περίπλοκη.
Για παράδειγμα, το πρόθεμα α- στα αρχαία ελληνικά μπορεί να είναι αθροιστικό, οπότε «Αμαζών» θα μπορούσε να σημαίνει «χωρίς μαστό» ή «με μεγάλους μαστούς».
Ο θρύλος για τον ακρωτηριασμό του μαστού προέρχεται από τον Ιπποκράτη, που ανέφερε ότι όταν οι Αμαζόνες ήταν σε βρεφική ηλικία, οι μητέρες τους τους καυτηρίαζαν τον δεξιό μαστό με ερυθροπυρωμένο σίδερο «για να σταματήσει η ανάπτυξη του και όλη η δύναμη και ο όγκος του να μεταφερθούν στον δεξιό ώμο και στον δεξιό βραχίονα».
Αν και οι Αμαζόνες εμφανίζονται για πρώτη φορά στην Ιλιάδα του Ομήρου, στο μεγάλο αυτό έπος υπάρχει μόνο μια απλή αναφορά των γυναικών που πολεμάνε και η τέχνη τους στη μάχη ήταν εντελώς ισάξια με του κάθε άνδρα.
Πουθενά δεν αναφέρεται κάτι για την αμφισβητούμενη πρακτική να ακρωτηριάζουν τον μαστό. Αυτός ο μύθος για εκείνες είχε πλατιά διάδοση τον 5ο π.Χ.
Υπήρχαν και άλλες φήμες για την αγριότητα τους, όπως ότι κρατούσαν τους άνδρες για σεξουαλικούς σκλάβους και ότι σκότωναν τα αρσενικά παιδιά τους.
Ο μύθος με τους Σκύθες
Μια από τις εκτενέστερες αφηγήσεις για τα κατορθώματα των Αμαζόνων βρίσκεται στις Ιστορίες του Ηροδότου, όπου αφηγείται πως μια ομάδα Αμαζόνων βρέθηκαν στη Μαιώτιδα λίμνη και από εκεί, στη Σκυθία.
Τις είχαν αιχμαλωτίσει οι Έλληνες , αλλά εκείνες εξεγέρθηκαν εναντίον των δεσμωτών τους και τους έσφαξαν μέχρι τον τελευταίο. Μη γνωρίζοντας όμως από πλοία και ναυσιπλοΐα, οι Αμαζόνες δεν μπόρεσαν να ελέγξουν το σκάφος, παρασύρθηκαν από τους ανέμους προς τη Σκυθία, και αποβιβάστηκαν σε ένα μέρος που ονομαζόταν Κρημνοί.
Εκεί βρήκαν ένα κοπάδι άλογα, τα άρπαξαν και ίππευσαν προς το εσωτερικό λεηλατώντας τους οικισμούς που συναντούσαν. Οι Σκύθες βρέθηκαν σε αμηχανία. Ποτέ τους δεν είχαν ξαναδεί κάτι παρόμοιο με τις παράξενες, άγριες πολεμίστριες που είχαν εισβάλει στη χώρα τους.
Υποθέτοντας ότι ήταν άντρες, οι Σκύθες τις αντιμετώπισαν σε μάχη και, όταν μετά από τη μάχη εξέτασαν τις σορούς των νεκρών, ανακάλυψαν με μεγάλη έκπληξη τους ότι οι εχθροί τους ήταν, στην πραγματικότητα, γυναίκες.
Οι Σκύθες αποφάσισαν να μη σκοτώσουν τις υπόλοιπες και γι’αυτό έστειλαν ένα απόσπασμα από νεαρούς άντρες, ισάριθμο με τη δύναμη των εισβολέων, με τη διαταγή να στρατοπεδεύσουν όσο γινόταν πιο κοντά τους αλλά, σε καμία περίπτωση, να μην εμπλακούν ξανά σε μάχη μαζί τους.
Όταν πλησίαζαν οι γυναίκες, εκείνοι θα έπρεπε ξανά να στρατοπεδεύσουν εκεί κοντά τους. Ο λόγος ήταν ότι οι Σκύθες ήθελαν να αποκτήσουν παιδιά από αυτή τη γενναία και ευγενή φυλή.
Οι νεαροί άντρες έφυγαν και ακολούθησαν τις διαταγές. Όταν οι Αμαζόνες διαπίστωσαν ότι οι άνδρες δεν ήθελαν να τις βλάψουν, τους επέτρεψαν να τις προσεγγίσουν.
«Έρως ανίκαται μάχαν»
Τότε συνέβη το εξής: κάποιος από τους νέους άνδρες συνάντησε μια Αμαζόνα μόνη της και «εκείνη δεν τον απώθησε, αλλά του επέτρεψε να κοιμηθεί μαζί της».
Αν και δεν μπορούσαν να μιλήσουν ο ένας τη γλώσσα του άλλου, εκείνη του έδωσε να καταλάβει με νοήματα ότι ήθελε να τον ξαναδεί σε αυτό μέρος και την επόμενη ημέρα και να φέρει κι άλλον έναν άνδρα μαζί του.
Ο άνδρας γύρισε στο στρατόπεδο του και διηγήθηκε τι είχε συμβεί. Την επόμενη ημέρα έκανε αυτό που ζήτησε η Αμαζόνα και εμφανίστηκε μαζί με έναν φίλο του.
Αλλά η Αμαζόνα επέστρεψε με μια από τις συντρόφισσες της και έτσι τελικά ενώθηκαν οι δύο ομάδες.
Αν και οι άνδρες δεν μπορούσαν να μάθουν τη γλώσσα των Αμαζόνων, οι γυναίκες έμαθαν γρήγορα να μιλάνε σκυθικά.
Οι άνδρες τους είπαν ότι είχαν γονείς και περιουσίες και ότι ήθελαν να επιστρέψουν στους ανθρώπους τους με τις Αμαζόνες για συζύγους τους. Οι Αμαζόνες όμως απάντησαν ότι δεν θα μπορούσαν να ζήσουν μαζί με τις Σκύθαινες, που «κατοικούν σε άμαξες και κάνουν γυναικείες δουλειές και δεν πηγαίνουν ούτε για κυνήγι ούτε πουθενά αλλού».
Οι Αμαζόνες τόξευαν, ακόντιζαν και ίππευαν και δεν ήξεραν τίποτε από την οικογενειακή ζωή και τις υποχρεώσεις της.
Γνώριζαν λοιπόν πως δεν θα συμφωνούσαν με τις Σκύθαινες. Γι’αυτό πρότειναν έναν συμβιβασμό. Οι άνδρες θα γυρνούσαν στις οικογένειες τους, θα έπαιρναν το μερίδιο τους από τις περιουσίες τους, και μετά θα πήγαιναν με τις Αμαζόνες γυναίκες τους να ζήσουν μόνοι τους.
Οι άνδρες συμφώνησαν και πήγαν να ζητήσουν το μερίδιο του κλήρου τους από τους πατεράδες τους.
Όταν όμως επέστρεψαν, οι Αμαζόνες τους είπαν ότι ντρεπόντουσαν και συνάμα φοβόντουσαν να κατοικήσουν σε αυτόν τον τόπο, επειδή με τις λεηλασίες τους είχαν κάνει κακό στους Σκύθες και τη χώρα τους. «Αφού λοιπόν το βρίσκετε σωστό να μας πάρετε συζύγους σας, ας το κάνουμε μαζί -ελάτε να αφήσουμε αυτόν τον τόπο και να περάσουμε πέρα από τον ποταμό Τάναϊ».
Οι άνδρες συμφώνησαν και μαζί διέσχισαν τον ποταμό Ταναϊ και ταξίδεψαν τρεις μέρες προς τα ανατολικά και μετά άλλες τρεις ημέρες προς τα βόρεια.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Σαυρομάτες ήταν απόγονοι Σκυθών και Αμαζόνων. Όμως, αν και υπάρχουν κάποια αρχαιολογικά ευρήματα πως ορισμένες Σαυρομάτισσες ήταν πολεμίστριες, δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι κατάγονταν από μια φυλή γυναικών που ζούσαν αρχικά χωρίς καθόλου άνδρες.
Αν και οι Σαυρομάτες θα μπορούσαν να είναι καλοί υποψήφιοι για την προέλευση όλων των επόμενων μύθων σχετικά με τις Αμαζόνες, τα αρχαιολογικά ευρήματα δεν φαίνεται να υποστηρίζουν αυτό το ενδεχόμενο.
Στην πραγματικότητα μάλιστα, οι πρώτες αποδείξεις που υπάρχουν για πολεμίστριες στην ευρασιατική στέπα είναι από δύο αιώνες αργότερα από τις πρώτες αναφορές για τις Αμαζόνες στις τέχνες και τη λογοτεχνία των Ελλήνων. Επομένως, ενώ είναι πιθανό ότι οι Σαυρομάτες μπορεί να επηρέασαν τους θρύλους για τις Αμαζόνες, δεν αποτελούν την αρχική τους προέλευση.
Το γεγονός είναι ότι κανείς δεν γνωρίζει από που προήλθε ο θρύλος των Αμαζόνων. Ούτε καν αν υπήρξαν ποτέ στην πραγματικότητα. Είναι πιθανό να αποτελούν οι Αμαζόνες μια αμυδρή και μακρινή ανάμνηση από κάποια γυναικοκρατούμενη κοινωνία. Ίσως πάλι, να αντιπροσωπεύουν τους άγνωστους και αδάμαστους κόσμους που υπήρχαν πέρα από τις ανδροκρατούμενες κοινωνίες του αρχαίου κόσμου.
ΠΗΓΗ: «Αινίγματα της Ιστορίας» , Alan Baker, εκδόσεις Κλειδάριθμος