«Ρίξε λίγο νερό στο κρασί σου». Μια φράση της λαϊκής σοφίας που όμως έχει τη βάση της στην αρχαία Ελλάδα. Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν το νέρωμα του κρασιού μια συνήθεια εκλέπτυνσης που τους διαχώριζε από τη βαρβαρότητα των άλλων λαών.
Τα συμπόσια στον ανδρωνίτη
Οι άνδρες περνούσαν αρκετές ώρες στον ανδρωνίτη.
Ήταν το βασικό δωμάτιο του σπιτιού, που συχνά είχε λιθόστρωτο δάπεδο, το οποίο ήταν ελαφρώς κεκλιμένο προς το κέντρο για να καθαρίζεται εύκολα.
Με βάση τον ανδρωνίτη διαμόρφωναν και τους υπόλοιπους χώρους του σπιτιού.
Εκεί διοργανώνονταν τα συμπόσια, όπου συνήθως ήταν καλεσμένοι 12-30 άτομα.
Οι άνδρες ξάπλωναν σε ανάκλιντρα με μαξιλαράκι κάτω από το μπράτσο, ενώ οι γυναίκες δεν είχαν πρόσβαση στον χώρο.
Παρευρίσκονταν όμως σαν χορεύτριες, υπηρέτριες ή αυλητρίδες.
Το συμπόσιο ξεκινούσε με το γεύμα, το οποίο συνήθως συνοδευόταν από ελάχιστο έως καθόλου αλκοόλ.
Στη συνέχεια οι υπηρέτες έφερναν το κρασί. Αφού έκαναν τρεις σπονδές στους θεούς, τους πεσόντες προγόνους τους και τον Δία, ξεκινούσε η οινοποσία.
Το κρασί αναμειγνύονταν με νερό σε μια μεγάλη στάμνα, τον λεγόμενο κρατήρα
Το νερό φυλασσόταν σε ένα μεγάλο δοχείο με τρεις λαβές, την υδρία και σιγά σιγά το προσέθεταν στο κρασί ή και αντίστροφα.
Η ποσότητα του νερού καθόριζε το πόσο θα μεθούσαν οι καλεσμένοι.
Οι πιο συνηθισμένες ποσότητες νερού προς το κρασί ήταν 2:1, 5:2, 3:1 και 4:1. Η αναλογία 1:1 θεωρούνταν πολύ δυνατή, ενώ κάποια πολύ συμπυκνωμένα κρασιά τα είχαν βράσει πριν από τη μεταφορά, έτσι ώστε να μειωθεί ο όγκος τους στο μισό.
Όταν έκανε ζέστη έβαζαν το κρασί σε ένα πηγάδι για να δροσιστεί προσθέτοντας χιόνι, το οποίο είχαν μαζέψει το χειμώνα και το είχαν θάψει στα άχυρα για να μην λιώσει.
Για τους Έλληνες το να πει κανείς κρασί χωρίς να το αραιώσει θεωρούνταν συνήθεια των βαρβάρων, ειδικά για τους Αθηναίους.
Μόνο ο Διόνυσος μπορούσε να πιει ανέρωτο κρασί χωρίς να διατρέχει κίνδυνο.
Οι κοινοί θνητοί έπρεπε να το αραιώνουν, αλλιώς κινδύνευαν να γίνουν βίαιοι και να χάσουν τα λογικά τους.
Οι ιστορικές αναφορές υποστηρίζουν ότι ο Μέγας Αλέξανδρος και ο πατέρας του ο Φίλιππος ο Β’ ήταν γερά ποτήρια, ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι ο Αλέξανδρος σκότωσε τον φίλο του Κλείτο κατά την διάρκειας φιλονικίας σε συμπόσιο.
Το να μην πιει κάποιος καθόλου κρασί ήταν το ίδιο κατακριτέο με το να πιει το κρασί σκέτο. Και αυτό γιατί θεωρούσαν ότι και στις δύο περιπτώσεις δεν έκαναν κατάλληλη χρήση του δώρου του Διονύσου.
Ο Πλούταρχος έγραφε ότι ο μεθυσμένος είναι ξεδιάντροπος και αγενής.
Από την άλλη αυτός που δεν πίνει είναι δυσάρεστος και περισσότερο κατάλληλος για παιδαγωγός παρά για συμποσιούχος.
Την ευθύνη την είχε κυρίως ο συμποσιάρχης, που έπρεπε να κρατήσει το μέτρο ανάμεσα στη μέθη και τη νηφαλιότητα.
Κύλικας: το αρχαίο ποτήρι για το κρασί
Το κρασί συνήθως πινόταν από ένα ρηχό δοχείο με δύο λαβές και στενό στόμιο, τον κύλικα.
Οι υπηρέτες χρησιμοποιούσαν την οινοχόη, ένα είδος κανάτας που έμοιαζε με μεγάλη κουτάλα για να γεμίζουν τους κύλικες υπό την επίβλεψη του συμποσιάρχη.
Τα συμπόσια ήταν ο καθρέφτης της αρχαιοελληνικής κοινωνίας.
Πολλές φορές ήταν καλεσμένοι μουσικοί και χορευτές για να προσφέρουν θέαμα στους συνδαιτυμόνες.
Άλλες φορές οι συνδαιτυμόνες συναγωνίζονταν στον αυτοσχεδιασμό, την ποίηση, την μουσική και τα ευφυήματα, ενώ άλλες φορές το συμπόσιο γινόταν η αφορμή για μια η συζήτηση γύρω από την φιλοσοφία και τη λογοτεχνία.
Ένα ιδιαίτερα δημοφιλές παιχνίδι κατά τη διάρκεια των συμποσίων ήταν ο κότταβος.
Οι καλεσμένοι έπρεπε να πετάξουν τις τελευταίες σταγόνες κρασιού πάνω σε ένα στόχο.
Στόχος μπορεί να ήταν ένα άλλος συνδαιτυμόνας, ένας χάλκινος δίσκος ή ένα κύπελλο που έπλεε μέσα σε ένα δοχείο με νερό και έπρεπε να βυθιστεί.
Ορισμένοι φανατικοί παίκτες έχτιζαν μάλιστα και ειδικά κυκλικά δωμάτια, αποκλειστικά για να παίζουν το κότταβο.
Διονυσιακά… όργια
Δεν ήταν λίγες οι φορές που το ένα ποτήρι έφερνε το άλλο και τελικά τα συμπόσια κατέληγαν σε όργια και βιαιοπραγίες.
Οι συνδαιτυμόνες προκαλούσαν ο ένας τον άλλον να αποδείξουν την αφοσίωση τους στην εταιρία, δηλαδή την ομάδα με τη οποία έπιναν.
Τα συμπόσια συνήθως ακολουθούνταν από τον κώμο, κατά τον οποίο τα μέλη της εταιρίας έβγαιναν στο δρόμο φωνάζοντας και γελώντας για να διαλαλήσουν την δύναμη και την νεότητα της ομάδας τους.
Οι κώμοι συνήθως ήταν καλοπροαίρετοι αλλά καμιά φορά οδηγούνταν σε βανδαλισμούς και βιαιότητες.
Πληροφορίες από το βιβλίο «Η ιστορία του κόσμου σε έξι ποτήρια», Tom Stantage , Eκδόσεις “Κέδρος”
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Αλκυόνη, κόρη της Ενάρετης που έδωσε το όνομά της στις Αλκυονίδες μέρες. Γιατί την εκδικήθηκε ο Δίας και για λογαριασμό της άλλαξαν τα καιρικά φαινόμενα…