Ήταν ο Υπουργός Προπαγάνδας της Ναζιστικής Γερμανίας από το 1933 έως το 1945 και ένας από πιο ένθερμους υποστηρικτές της εξόντωσης των Εβραίων. Ποιος ήταν όμως ο χαρακτήρας του, ποια η σχέση του με τον Χίτλερ και πόσο επηρέασε η προσωπική του ζωή την επαγγελματική του πορεία;
Σε αυτές τις πτυχές ρίχνει φως η βιογραφία του Γιόζεφ Γκαίμπελς από τον έγκυρο καθηγητή Ιστορίας Πήτερ Λόνγκεριχ. Αντλώντας πληροφορίες από τα προσωπικά ημερολόγια του δεξιού χεριού του Χίτλερ, περιγράφει πώς ο Γκαίμπελς και η σύζυγος του, Μάγδα, έγιναν μέρος ενός τρίου με τον αγαπημένο τους Φύρερ, αν και από μέρους του δεν υπήρχε όπως φαίνεται η ίδια ανταπόκριση.
Στο βιβλίο αποκαλύπτεται μία διαφορετική πλευρά του Γκαίμπελς. Όχι μόνο είχε βαθιά εμμονή με τον Χίτλερ σε βαθμό τρέλας, αλλά διατήρουσε και μία διεστραμμένη προσωπική ζωή, λειτουργώντας ως ένας «Ναζί Καζανόβας». Αυτό που κάνει ξεκάθαρο η βιογραφία είναι το εξής: η λατρεία του προς τον Χίτλερ δεν είχε καμία ανταπόκριση. Ο αγαπημένος του Ναζί αρχηγός είχε πάθος για την Μάγδα, αλλά ποτέ δεν ήταν ιδιαίτερα ενθουσιασμένος για τον Γκαίμπελς. Τελικά, ήταν αυτή η περίεργη σχέση μεταξύ των τριών τους που θα ωθούσε το ζευγάρι στο να ακολουθήσουν τον Χίτλερ στο Βερολίνο, κάτι που όπως είναι γνωστό, οδήγησε και στην καταστροφή τους.
Ο Γκαίμπελς γεννήθηκε το 1897 σε μία σεβάσμια αλλά φτωχή καθολική οικογένεια στο Ράινλαντ. Λόγω κάποια δυσμορφίας στο πόδι, ο Γκαίμπελς κούτσαινε. Προσπαθούσε όμως να το αναπληρώσει με τη φιλοδοξία, την εξυπνάδα και τη σαγήνη του. Είχε επίσης ακόρεστη επιθυμία για σεξ, κάτι το οποίο αποκαλύπτεται από νωρίς στα απομνημονεύματα του.
Ήδη από τα 13 ένιωσε να έλκεται από μεγαλύτερες γυναίκες και μέχρι να τελειώσει το σχολείο είχε ήδη την πρώτη του κοπέλα.
Οι γυναίκες που θέλησε πολλές, αλλά το περίεργο ήταν πως και εκείνες τον θέλησαν, αν και ήταν ένας άνδρας που δεν είχε εντυπωσιακή εμφάνιση. Για ποιο λόγο λοιπόν τους άρεσε;
Σύμφωνα με τον καθηγητή, η προσωπικότητά του ήταν αυτή που τις κέρδιζε. Ήταν ικανός να σαγηνεύει και πάνω από όλα πολύ επίμονος. Ο Γκαίμπελς διψούσε για τη γυναικεία συντροφιά, αλλά δεν είχε πάντα σεξουαλικό σκοπό. Στα ημερολόγια του αναφερόταν σε πολλές από αυτές με τη λέξη «μητρικά».
Ο Ναζί πολιτικός, όπως αναφέρεται στο βιβλίο, ήταν παθολογικός ναρκισσιστής και έτσι αποζητούσε απεγνωσμένα την επιβεβαίωση των γύρω του και αντιλαμβανόταν τον κόσμο μόνο σε σχέση με τον ίδιο.
Μάλιστα, αν και έτρεφε έντονα αντισημιτικά συναισθήματα, αυτό δεν τον εμπόδισε από το να συνάψει σχέσεις με Εβραίες, κάτι που βέβαια απαγορεύθηκε στη συνέχεια από το Ναζιστικό κόμμα.
Αυτό έγινε άλλωστε τελικά ο μεγάλος έρωτας της ζωής του. Μόλις διάβασε το «Ο Αγών Μου», το περίφημο βιβλίο του Χίτλερ, το 1925, έπαθε αμέσως εμμονή μαζί του. «Ποιος είναι αυτός ο άνδρας; Μισός πληβείος, μισός θεός. Είναι αυτός πραγματικά ο Ιησούς ή ο Ιωάννης ο Βαπτιστής;», έλεγε. Μερικά χρόνια αργότερα, είπε: «Μόνο τώρα συνειδητοποιώ τι σημαίνει για μένα και για το κίνημα ο Χίτλερ. Τα πάντα! Τα πάντα!»
Η ανταμοιβή για την πίστη του είναι γνωστή. Έγινε Υπουργός Προπαγάνδας της Ναζιστικής Γερμανίας το 1933, όταν οι Ναζί ανέβηκαν στην εξουσία. Ρόλος του ήταν να παρουσιάζει στο κοινό μία καλή εικόνα του Χίτλερ ως υπεύθυνος των ομιλιών του και διοργανωτής των μετακινήσεων του σε όλο το Ράιχ.
Ωστόσο, όπως δείχνει η βιογραφία, ο Γκαίμπελς δεν ήταν ποτέ ένας ιδιοφυιής προπαγανδιστής, όπως πιστεύουν πολλοί. Υπήρχαν πολλοί άνθρωποι σε διαφορετικές θέσεις που επηρέαζαν τις καταστάσεις και έτσι ο Γκαίμπελς παρουσιάζεται στο βιβλίο ως ένας άνθρωπος βαθιά παραπλανημένος που δεν είχε ποτέ την δύναμη που πίστευε ο ίδιος. Στην πραγματικότητα, δεν ανήκε ποτέ στην ελίτ ομάδα του Χίτλερ που έπαιρνε αποφάσεις για το πώς θα διεξαχθεί ο πόλεμος ή για το πώς πρέπει να διαμορφωθεί η κοινωνία.
Ο μόνος τομέας στον οποίο όντως ασκούσε επιρροή ήταν αυτός των γυναικών, αφού πολλές ήταν εκείνες που υπέκυψαν στη γοητεία του.
Γνωρίστηκε με την Μάγδα Κουάντ τον Νοέμβριο του 1930, όταν εκείνη ήταν 29. Η σχέση τους ήταν θυελλώδης, όχι μόνο επειδή η Μάγδα ήταν δυναμική, αλλά κυρίως λόγω των συναισθημάτων που έτρεφε και αυτή όπως ο Γκαίμπελς για τον Χίτλερ. Το χειρότερο ήταν ότι και ο Φύρερ της έτρεφε αδυναμία και πολλές φορές μάλιστα πήγαινε να την συναντήσει όταν ο Γκαίμπελς έλειπε. Δεν δίσταζε επίσης να φλερτάρει ανοιχτά μαζί της, ακόμα και μπροστά στον Γκαίμπελς.
Αν και ο Γκαίμπελς γράφει στα ημερολόγια του το πόσο τον βασάνιζε η ιδέα ότι ο Χίτλερ και η Μάγδα είχαν κρυφά σχέση, τελικά η Μάγδα δέχθηκε να τον παντρευτεί. Και έτσι, έγραψε τελικά αυτά τα συμπονετικά λόγια για τον αρχηγό του, τον άνθρωπο που έστειλε εκατομμύρια άτομα στον θάνατο: «Ο Χίτλερ … είναι πολύ μόνος. Δεν είναι τυχερός με τις γυναίκες. Επειδή είναι πολύ μαλακός. Στις γυναίκες δεν αρέσει αυτό. Πρέπει να ξέρουν ποιος έχει τα ηνία.» Είναι βέβαια πιθανό, η Μάγδα να τον παντρεύτηκε για να μείνει κοντά στον Χίτλερ.
Ο γάμος τους δεν ήταν καλός, αν και έκαναν μαζί έξι παιδιά. Ο Γκαίμπελς είχε πολλές σχέσεις και μέχρι το 1938 έφτασαν κοντά στον χωρισμό. Ο Χίτλερ όμως δεν δεχόταν το ζευγάρι να πάρει διαζύγιο, κυρίως επειδή η Μάγδα έπρεπε να παραμείνει ηθική στα μάτια του κόσμου αν ήθελε να συνεχίσει να βρίσκεται κοντά του.
Η τελευταία πράξη αυτού του ερωτικού δράματος παίχτηκε φυσικά στο καταφύγιο του Χίτλερ στο Βερολίνο. Η Μάγδα, αφού παρακάλεσε τον Χίτλερ να μην αυτοκτονήσει, στη συνέχεια δολοφόνησε τα έξι παιδιά της και μετά αυτοκτόνησε μαζί με τον Γκαίμπελς στο έδαφος επάνω από το καταφύγιο.
πηγή: huffington post