Στα 8 της η Τζόνι Μίτσελ αρρώστησε με πολιομυελίτιδα και οι γιατροί της έλεγαν ότι δεν θα περπατήσει ποτέ ξανά. Ένα χρόνο αργότερα, η Τζόνι σηκώθηκε όρθια και μέσα σε λίγους μήνες έκανε μαθήματα μπαλέτου. Τον ίδιο χρόνο δοκίμασε για πρώτη φορά να καπνίσει τσιγάρο και από τότε δεν σταμάτησε ποτέ.
Ως έφηβη, έραβε μόνη της τα ρούχα της και άκουγε φανατικά ροκ ‘ν’ ρολ.
Πίστευε ότι θα γινόταν ζωγράφος, αλλά λάτρευε να “γρατζουνάει” το γιουκαλίλι που αγόρασε με δικά της χρήματα.
Όταν αποφοίτησε, μετακόμισε στο Calgary, για να σπουδάσει στην Σχολή Καλών Τεχνών.
Έβγαζε το χαρτζιλίκι της παίζοντας μουσική και τραγουδώντας σε μια καφετέρια.
Μετά από λίγο καιρό παράτησε τις σπουδές και ασχολήθηκε αποκλειστικά με το τραγούδι.
Αναγκάστηκε να τα παρατήσει όλα, όταν έμαθε ότι ήταν έγκυος.
Οι εκτρώσεις ήταν παράνομες τότε στον Καναδά και η 20χρονη Τζόνι δεν είχε άλλη επιλογή απ’ το να κρατήσει το μωρό, αν και δεν μπορούσε να το συντηρήσει οικονομικά.
Ο φίλος της την εγκατέλειψε όταν ήταν τριών μηνών έγκυος.
Ο κόσμος δεν αντιμετώπιζε φιλικά μία ανύπαντρη μητέρα και η Τζόνι χρειάστηκε να δώσει το νεογέννητο κοριτσάκι σε ανάδοχη οικογένεια.
Ήλπιζε να καταφέρει να το μεγαλώσει η ίδια, γι’ αυτό και δέχτηκε την πρόταση γάμου του μουσικού Τσακ Μίτσελ, χωρίς να τον γνωρίζει πολύ καιρό.
Ο Μίτσελ την είχε ακούσει να τραγουδά και της πρότεινε να συνεργαστούν.
Όταν του είπε ότι είχε ένα νεογέννητο παιδί, την παντρεύτηκε.
Αλλά αμέσως μετά τον γάμο, της ξεκαθάρισε ότι δεν είχε καμία όρεξη να μεγαλώσει το παιδί ενός άλλου άντρα και η Τζόνι αναγκάστηκε να δώσει την κόρη της για υιοθεσία.
Ο γάμος με τον Μίτσελ ήταν βραχύβιος, όπως και η μουσική τους συνεργασία.
Το 1967, η Μίτσελ ξεκίνησε την σόλο καριέρα της
Τα τραγούδια της συγκινούσαν με την ειλικρίνεια και την εκφραστικότητά τους.
Όσοι την άκουγαν, ένιωθαν ότι τραγουδούσε μόνο για εκείνους.
Παρά το νεαρό της ηλικίας της, μπορούσε να καταλάβει και να εκφράσει τον ανθρώπινο πόνο, ίσως επειδή είχε περάσει και η ίδια πολλές δύσκολες στιγμές.
Η επιτυχία μπορεί να της έφερε χρήματα και πολυτέλειες, αλλά δεν τη διέφθειρε.
Η Μίτσελ ζούσε την ελεύθερη ζωή του καλλιτέχνη, αλλά δεν έφτασε στις ακρότητες άλλων ροκ σταρ της εποχής.
Δεν φημιζόταν για καταχρήσεις και στις ερωτικές της σχέσεις υπήρχε πάντα έντονος συναισθηματικός δεσμός.
Πολλά απ’ τα τραγούδια της βασίζονταν στις εμπειρίες που αποκόμιζε από αυτές.
Το σύνδρομο με το κλάμα
Στα 27 της σταμάτησε να ασχολείται με τη μουσική για δύο χρόνια.
Έπασχε από μία άγνωστη ψυχική διαταραχή και έκλαιγε συνεχώς για ασήμαντους λόγους.
Δεν μπορούσε να ελέγξει τις αντιδράσεις της και έφτασε στο σημείο να κλαίει, επειδή είδε μία μπουλντόζα στο δρόμο.
Στην αυτοβιογραφία της “In Her Own Words”, η Μίτσελ έγραψε ότι η διαταραχή προκλήθηκε από μια χημική ανισορροπία του οργανισμού της, αλλά δεν αναφέρει κάποιο όνομα ή κάποια ιατρική εξήγηση.
Ξεπέρασε το πρόβλημα κάνοντας διαλογισμό και μελετώντας τα έργα του Φρόυντ, του Νίτσε και του Γιουνγκ.
Το 1982, παντρεύτηκε τον μουσικό παραγωγό και μπασίστα Λάρι Κλάιν.
Η Μίτσελ έμεινε έγκυος, αν και πίστευε ότι δεν θα κατάφερνε ποτέ να κάνει άλλο παιδί ύστερα από μία σοβαρή μόλυνση. Ήθελε απεγνωσμένα να γίνει μητέρα, αλλά δυστυχώς απέβαλε.
Η αποβολή και οι απιστίες του Κλάιν οδήγησαν στη διάλυση του γάμου, το 1994.
Η επανένωση με την κόρη της
Τον Μάρτιο του 1997, η Τζόνι Μίτσελ γνώρισε την κόρη που έδωσε για υιοθεσία.
Η Kilauren Gibb έψαχνε τη βιολογική της μητέρα και η Μίτσελ έσπευσε να τη συναντήσει.
Η επανένωση ήταν ιδιαίτερα θερμή και για τα επόμενα χρόνια, περνούσαν πολύ χρόνο μαζί για να γνωριστούν καλύτερα.
Όμως το 2001 έκοψαν κάθε επαφή, ύστερα από ένα τεράστιο καβγά, όπου κλήθηκε μέχρι και η αστυνομία.
Η Μίτσελ χαστούκισε την κόρη της, η οποία ανέφερε το περιστατικό στην αστυνομία αλλά δεν υπέβαλε μήνυση.
Σύνδρομο Morgellons
Το 2010, πρότειναν στη Μίτσελ να τραγουδήσει στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς της Βανκούβερ, μία εκδήλωση που την τιμούσε, αλλά δυστυχώς δεν μπόρεσε να εμφανιστεί.
Έπασχε από το σπάνιο σύνδρομο Morgellons, όπου ο ασθενής νιώθει ότι έντομα περπατούν κάτω από το δέρμα του.
Ο πόνος ήταν αφόρητος και χτύπησε πολλά απ’ τα σημεία που είχε αποδυναμώσει η πολιομυελίτιδα, δεκαετίες πριν.
“Δεν μπορούσα να βάλω ρούχα και για χρόνια δεν έβγαινα απ’ το σπίτι μου. Μερικές φορές ήταν τόσο άσχημα, που σερνόμουν στο πάτωμα. Είμαι άρρωστη όλη μου τη ζωή”, περιγράφει στην αυτοβιογραφία της.
Έχει καταπολεμήσει τα συμπτώματα με χάπια, τα οποία όμως της προκαλούν ζαλάδες και μια συνεχή αίσθηση εξάντλησης.
Δεν κοιμάται, αλλά δεν είναι ποτέ εντελώς ξύπνια.
Οι νύχτες είναι ιδιαίτερα μαρτυρικές, καθώς φοβάται το σκοτάδι.
“Με παρακολουθούν διάφοροι θαυμαστές. Είναι πολλοί και επικίνδυνοι σαν τον Μάνσον”.
Στις 31 Μαρτίου 2015, η Τζόνι Μίτσελ βρέθηκε αναίσθητη στο σπίτι της και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Ανέκτησε τις αισθήσεις της και μέχρι στιγμής, όλα δείχνουν ότι πηγαίνουν καλά.
Πληροφορίες από το uncut