Τα ελληνικά πλοία πριν από την Επανάσταση του 1821 έπλεαν κυρίως με την οθωμανική παντιέρα, που ήταν διαφορετική από εκείνες των τουρκικών εμπορικών σκαφών οι οποίες έφεραν τρεις οριζόντιες ταινίες (κόκκινη, πράσινη, κόκκινη).
Η παντιέρα αυτή αποτελείτο από τρεις οριζόντιες ταινίες, μια κόκκινη πλαισιωμένη από δύο γαλάζιες.
Συχνά στο μέσο υπήρχε απεικόνιση προστάτη Αγίου.
Ωστόσο, σε υδατογραφίες του Γάλλου θαλασσογράφου Ρου (τέλη 18ου αιώνα) η σημαία φαίνεται να έχει πάνω και κάτω κόκκινο χρώμα και στο κέντρο λευκό.
Εκτός από την οθωμανική, τα ελληνικά πλοία είχαν κατά καιρούς χρησιμοποιήσει και ξένες σημαίες.
Άξια μνείας είναι η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774), η οποία επέτρεψε στους Έλληνες ναυτικούς να ταξιδεύουν υπό ρωσική σημαία, με συνέπεια την εμπορική τους κυριαρχία στη Μεσόγειο.
Οι «ρούσικες πανδιέρες» που κυμάτιζαν στα ελληνικά πλοία παρουσιάζονται με χρωματική ποικιλία.
Οι περισσότερες είχαν τρεις οριζόντιες ταινίες, λευκή, γαλάζια και κόκκινη.
Από τα ναυτικά νησιά, οι Σπέτσες ύψωσαν πρώτες τη σημαία της Επανάστασης στις 26 Μαρτίου 1821.
Η σημαία τους ήταν λευκή με κόκκινο πλαίσιο, το οποίο οδηγεί τη σκέψη του πολίτη στις επαναστάσεις των φιλελεύθερων λαών. Στο μέσο είχε ανεστραμμένη ημισέληνο (σύμβολο του Ισλάμ) και σταυρό από πάνω της, αναδεικνύοντας την υπεροχή του Χριστιανισμού και την πτώση του Ισλαμισμού.
Στο δεξιό του σταυρού υπήρχε όρθια άγκυρα ως σύμβολο ελπίδας και νικηφόρων εκβάσεων στις ναυμαχίες του σπετσιώτικου στόλου. Στην άγκυρα ήταν τυλιγμένο ένα φίδι ως σύμβολο της δύναμης του ελληνικού έθνους, του οποίου τη γλώσσα τσιμπούσε μια κουκουβάγια, που δήλωνε τη φρόνηση με την οποία έπρεπε να διεξαχθεί ο Αγώνας.
Σύμφωνα με μια άλλη άποψη η κουκουβάγια, η οποία συμβολίζει τους Έλληνες, τρώει τη γλώσσα του φιδιού, το οποίο με τη σειρά του συμβολίζει τους Τούρκους.
Στην αριστερή πλευρά υπήρχε μια λόγχη, στοιχείο σύνδεσης με τις ένδοξες μάχες των αρχαίων Ελλήνων, ενώ ένθεν και ένθεν του σταυρού υπήρχαν οι λέξεις «Ελευθερία ή Θάνατος». Όλα τα σύμβολα ήταν κόκκινου χρώματος.
Στις 2 Απριλίου σπετσιώτικα πλοία κατέφθασαν στο λιμάνι της Ύδρας για να εξεγείρουν και τους Υδραίους, οι οποίοι μόλις είδαν τη νέα σημαία τη δέχθηκαν με ενθουσιασμό και κατασκεύασαν μια παρόμοια, παρά τις αντιρρήσεις μερικών, οι οποίοι δεν ήθελαν να υιοθετήσουν το έμβλημα ενός «ανταγωνιστικού» νησιού.
Σχεδόν πανομοιότυπη με τη σημαία των Σπετσών ήταν και η σημαία των Ψαρών. Μετά την ολοκληρωτική καταστροφή του νησιού, οι εναπομείναντες Ψαριανοί ντύθηκαν στα μαύρα σε ένδειξη πένθους, έβαψαν μαύρα τα πλοία τους, ύψωσαν σε αυτά σημαία ίδιου χρώματος και συνέχισαν τον αγώνα για την ελευθερία.
Στις 17 Απριλίου 1821 υψώθηκε στο Βαθύ της Σάμου η επαναστατική σημαία του νησιού, παρόμοια με αυτές των τριών ναυτικών νησιών, με τη διαφορά ότι απουσίαζαν το φίδι και η κουκουβάγια.
Στις 8 Μαΐου 1821 υψώθηκε στο Καρλόβασι από τον Λυκούργο Λογοθέτη μια σημαία, η οποία παρουσίαζε τον σταυρό να πατά την ημισέληνο και να είναι πλαισιωμένος από δύο λόγχες.
Από κάτω ακριβώς παρουσιαζόταν ένας μονοκέφαλος αετός, ο οποίος έτρωγε ένα φίδι.
Η σημαία έφερε τα αρχικά της Φιλικής Εταιρείας ΗΕΑ-ΗΘΣ.
Επιπλέον, οι Σαμιώτες χρησιμοποιούσαν και τη σημαία της τοπικής διοίκησης, που ήταν όμοια με αυτή της Φιλικής Εταιρείας.
Στη νήσο Μεγίστη (Καστελόριζο) υψώθηκε μια κυανόλευκη σημαία η οποία περιείχε ένα σύμπλεγμα το οποίο αποτελείτο από μια καρδιά, έναν σταυρό και ένα ξίφος που κατέληγε σε άγκυρα. Η καρδιά συμβόλιζε την αγάπη, η άγκυρα την ελπίδα και ο σταυρός την πίστη.
Μερικοί ναυμάχοι του 1821, εκτός από τη σημαία του τόπου καταγωγής τους, ύψωσαν και προσωπικές παντιέρες, όπως π.χ. η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα.
Η σημαία της ήταν κυανή με ερυθρό πλαίσιο και έφερε παράσταση μονοκέφαλου αετού ο οποίος κρατούσε στα νύχια του μια άγκυρα.
Σε μικρότερη κλίμακα από τον αετό απεικονιζόταν και ο αναγεννώμενος φοίνικας.
O Aνδρέας Μιαούλης διέθετε λευκή σημαία με κίτρινο σταυρό στη μέση, πάνω στον οποίο αναγραφόταν η φράση «Ελευθερία ή Θάνατος» και η χρονολογία 1821.
Το δεξί άνω άκρο της σημαίας ήταν κυανό με έναν κόκκινο σταυρό στη μέση και δύο λευκές λωρίδες σε σχήμα Χ.
Ο Κωνσταντίνος Κανάρης, πιθανώς κάποια περίοδο χρησιμοποίησε μια λευκή σημαία με δύο κυανές οριζόντιες λωρίδες και λευκό σταυρό σε γαλάζιο βάθος.
Νίκος Γιαννόπουλος
ιστορικός