Ο μάνατζερ των Sex Pistols
Τον έλεγαν Μάλκολμ Μακλάρεν και 40 χρόνια πριν από τη Lady Gaga σόκαρε την κοινωνία με τα ανήκουστα καμώματα των καλλιτεχνών που εκπροσωπούσε.
Το 1971, ο Μακλάρεν άνοιξε ένα μικρό κατάστημα ρούχων στην οδό King’s Road του Λονδίνου.
Ονομαζόταν «Let it Rock» και συνιδιοκτήτρια ήταν η κοπέλα του και σχεδιάστρια μόδας, Βίβιεν Γουέστγουντ.
Το κατάστημα πήγαινε ενάντια στη μόδα των μακρυμάλληδων, ατημέλητων χίπιδων και έντυνε τον σύγχρονο δάνδη με ρούχα των «τέντυ μπόις».
Ο Μακλάρεν έπιασε γρήγορα τον παλμό της μόδας και το 1974, άλλαξε το στυλ του μαγαζιού.
Μετονομάστηκε σε «SEX» και γέμισε σκισμένα δερμάτινα, εμπνευσμένα από σαδομαζοχιστικές στολές.
Ήταν η στολή που θα υιοθετούσε η πανκ νεολαία μέσα στα επόμενα χρόνια.
Το κατάστημα έγινε το κέντρο συνάντησης των επαναστατικών και απογοητευμένων νέων του Λονδίνου, που έφευγαν από τις εργατικές πολυκατοικίες που μεγάλωσαν και περιδιάβαιναν τους δρόμους της πόλης, προκαλώντας πανικό.
Ο Γκλεν Μάτλοκ, ο Στιβ Τζόουνς και ο Πολ Κουκ ήταν τρεις τέτοιοι νέοι που αποφάσισαν να ενώσουν το θυμό τους και να δημιουργήσουν μια μπάντα.
Έπεισαν τον Μακλάρεν να γίνει ο μάνατζερ τους.
Ήταν η αρχή μιας ένδοξης καριέρας.
Οι Sex Pistols και η επιλογή του Τζόνι Ρότεν
Ο Μακλάρεν ονόμασε το συγκρότημα «Sex Pistols», γιατί ήθελε να δώσει την εντύπωση «σέξι νεαρών δολοφόνων».
Επόμενο βήμα ήταν η επιλογή του τραγουδιστή και frontman του συγκροτήματος.
Τη δεκαετία του ’70, η μόδα απαιτούσε μακριά μαλλιά και γι’ αυτό το βασικότερο κριτήριο επιλογής για τον τραγουδιστή ήταν να έχει κοντά μαλλιά.
Τον Αύγουστο του ’75 είδαν ένα νεαρό με κοντά, πράσινα μαλλιά.
Φορούσε μία τρύπια μπλούζα που έγραφε «Μισώ τους Pink Floyd».
Του έδωσαν να τραγουδήσει το «I’m Eighteen» του Alice Cooper και ήταν τόσο κακός, που ξέσπασαν στα γέλια.
Είχαν βρει τον άνθρωπό που χρειάζονταν.
Τον έλεγαν Τζόνι Λίντον, αλλά ο Μακλάρεν του έδωσε το όνομα Ρότεν, δηλαδή «σάπιος» επειδή είχε πολλά χαλασμένα δόντια.
Ο Ρότεν γεννήθηκε στις 31 Ιανουαρίου του 1956 και σήμερα γιορτάζει τα 60α γενέθλιά του.
Η πρώτη τηλεοπτική εμφάνιση
Την 1η Δεκεμβρίου του 1976, το συγκρότημα συμμετείχε στην απογευματινή εκπομπή του Μπιλ Γκράντι. Την εμφάνιση είχε κανονίσει ο Μακλάρεν και ήταν η πρώτη φορά που οι τηλεθεατές της Μεγάλης Βρετανίας ήρθαν σε επαφή με τη νέα γενιά, που αποδείχτηκε αρκετά απρόβλεπτη.
Ο Στιβ Τζόουνς έδωσε ρεσιτάλ αθυροστομίας, όταν αποκάλεσε τον παρουσιαστή, Μπιλ Γκράντι, βρώμικο μπάσταρδο, παλιομαλάκα καθίκι.
Η τηλεοπτική εμφάνιση εδραίωσε τους Sex Pistols ως τους μεγαλύτερους εχθρούς της καθώς πρέπει κοινωνίας και τους εκπροσώπους των εξαγριωμένων, επαναστατημένων νέων.
Ο Τύπος λάτρευε να τους μισεί.
Αν στο πρωτοσέλιδο υπήρχαν οι λέξεις «Sex Pistols», ήταν σίγουρο πως το έντυπο θα ξεπουλούσε.
Δηλώσεις όπως αυτή του βουλευτή των Συντηρητικών, Μπέρναρντ Μπρουκ-Πάρτριτζ, περιέγραφαν με ακρίβεια τα συναισθήματα του κόσμου για το συγκρότημα: «Ο ξαφνικός θάνατος θα βελτίωνε σημαντικά αυτά τα συγκροτήματα.
Οι χειρότεροι είναι οι Sex Pistols. Είναι απίστευτα αποκρουστικοί, το αντίθετο της ανθρωπότητας.
Θα ήθελα κάποιος να σκάψει ένα πολύ βαθύ λάκκο και να τους ρίξει όλους μέσα».
God Save the Queen
Η πιο πετυχημένη επιχείρηση του Μακλάρεν πραγματοποιήθηκε στις 7 Ιουνίου του 1977, δύο μέρες πριν από την 25η επέτειο του ενθρονισμού της Βασίλισσας Ελισάβετ.
Η ιδέα του Μακλάρεν ήταν πολύ απλή: το συγκρότημα θα επιβιβαζόταν σε πλοιάριο στον Τάμεση και θα ερμήνευε το νέο τραγούδι τους, «God Save the Queen», μπροστά από τη Βουλή.
Οι στίχοι «Ο Θεός να προστατεύει τη Βασίλισσα, ένα φασιστικό καθεστώς»
μόλις πρόλαβαν να ακουστούν, πριν εμφανιστεί η αστυνομία για να τους συλλάβει.
Την επόμενη μέρα το τραγούδι είχε φτάσει στο νούμερο 2 των μουσικών chart. Μέσα σε μια βδομάδα, ο δίσκος πούλησε περισσότερα από 150 χιλιάδες αντίτυπα.
Το «έργο τέχνης» του Μάλκολμ Μακλάρεν
Οι Sex Pistols είχαν μία σύντομη, αλλά εντυπωσιακή πορεία.
Διαλύθηκαν το 1979 μετά από 2,5 χρόνια ζωής, αλλά άφησαν πίσω τους ιστορία.
Οι Sex Pistols δεν ήταν άλλο ένα συγκρότημα, αλλά ένα μουσικό κίνημα που εκπροσωπούσε την κυνική και απελπισμένη νεολαία της εποχής.
Τα τραγούδια και το ντύσιμο τους έγιναν σύμβολο της Βρετανίας και παγκοσμίως αναγνωρίσιμα.
Ο Μακλάρεν δεν λειτούργησε ως απλός μάνατζερ, αλλά ως καλλιτέχνης.
Διαχειρίστηκε το συγκρότημα σαν γλύπτης που σμιλεύει μια άμορφη μάζα.
Αγαπημένη έκφραση του Μακλάρεν ήταν: «Καλύτερα να είσαι μία φανταχτερή αποτυχία, παρά μία αδιάφορη επιτυχία».
Την ακολούθησε σε όλη του τη ζωή.