Το Δεκέμβριο του 1937, ο Ιαπωνικός στρατός κατέλαβε και λεηλάτησε την Κινεζική πρωτεύουσα Ναντσίνγκ. Ακολούθησε γενοκτονία του πληθυσμού.
Οι Ιάπωνες στρατιώτες προχώρησαν σε βιασμούς γυναικών και εν ψυχρώ δολοφονίες αιχμαλώτων και αμάχων κατοίκων της πόλης με τρόπο βάναυσο. Ανάμεσα στα θύματα ήταν και πολλά βρέφη. Οι παροπλισμένοι Κινέζοι αποκεφαλίζονταν με συνοπτικές διαδικασίες και τα κομμένα κεφάλια στοιβάζονταν για παραδειγματισμό ή θάβονταν ζωντανοί .
Στο διάστημα 1937- 1938, οι νεκροί υπολογίζονται σε περισσότερους από 300.000.
Η σφαγή στη Σιγκαπούρη
Στις 15 Φεβρουαρίου του 1942, η Σιγκαπούρη έπεσε στα χέρια των Ιαπώνων. Κατά τη διάρκεια της ιαπωνικής κατοχής οι Ιάπωνες εφήρμοσαν επιχείρηση εκκαθάρισης. Στόχος τους, η συστηματική εξόντωση όσων θεωρούνταν εχθρικοί προς το καθεστώς.
Όλοι οι άνδρες ηλικίας από 18 έως 50 ετών έπρεπε να περάσουν από τα κέντρα διαλογής που έφτιαξαν, προκειμένου να περάσουν από έλεγχο για τα αντι-ιαπωνικά τους αισθήματα. Καμιά φορά έστελναν σ’ αυτά και γυναικόπαιδα.
Η επιθεώρηση που ακολουθούσε, θύμιζε παρωδία και δεν τηρούσε φυσικά κανένα κανόνα και μεθοδολογία.
Βασίζονταν είτε σε πληροφοριοδότες με κουκούλες, είτε στο προσωπικό «ένστικτο» του κάθε Αξιωματικού, που έκρινε από τη φυσιογνωμία.
Οι πρώτοι που λόγω ιδιότητας βρέθηκαν ένοχοι για Αντι- Ιαπωνισμό, ήταν οι δάσκαλοι, οι δημοσιογράφοι και οι διανοούμενοι. Κάποιοι από αυτούς φυλακίστηκαν, οι περισσότεροι όμως εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες.
Όσοι κατάφερναν να «περάσουν» από τον έλεγχο, λάμβαναν ένα χαρτί που έγραφε «Εξετάστηκε» ή σφραγίζονταν με μια τετράγωνη σφραγίδα στα χέρια και στα πουκάμισα.
Όσοι αποτύγχαναν στην «επιθεώρηση», σφραγίζονταν με τριγωνικά σημάδια και στοιβάζονταν σε φορτηγά, πριν οδηγηθούν σε απόμερες τοποθεσίες, όπου και εκτελούνταν. Οι εκτελέσεις ήταν μαζικές και έφτανα ακόμη και στα 300 άτομα ανά ημέρα. Οι δολοφονίες στη Σιγκαπούρη υπολογίζονται σε 90.000 .
Το Ασιατικό Ολοκαύτωμα
Οι Ιάπωνες μεγάλωναν τα παιδιά τους, με την πεποίθηση ότι οι Κινέζοι ήταν κατώτεροι και από γουρούνια.
Ήταν μια από τις αρχές της πατρώας θρησκείας, του Σιντοϊσμού, που ήταν βαθιά ρατσιστική.
Μόνο έτσι δικαιολογούνται σήμερα τα 22 εκατομμύρια των Κινέζων αμάχων που έχασαν τη ζωή τους από τις θηριωδίες του αυτοκρατορικού Ιαπωνικού στρατού, κατά τη διάρκεια του Β’ Σινοϊαπωνικού Πολέμου, από τις 7 Ιουλίου του 1937 έως τις 9 Σεπτεμβρίου του 1945.
Τα εγκλήματα πολέμου, που διέπραξαν οι Ιάπωνες στρατιώτες εισβάλλοντας στις Επαρχίες της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, ήταν τέτοια που με δύο λέξεις περιγράφονται ως «Ασιατικό Ολοκαύτωμα».
Η σύγκριση των εγκλημάτων με αυτά που διέπραξαν οι Ναζί στην Ευρώπη είναι αναπόφευκτη.
Οι κτηνωδίες δεν περιορίστηκαν μόνο στο πεδίο των μαχών, αλλά και προς τους Κινέζους αμάχους.
Στη διάρκεια του πολέμου υπήρξε κατάφορη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με μαζικές δολοφονίες, ιατρικά πειράματα πάνω σε ανθρώπους, συστηματικούς βιασμούς γυναικών και νεαρών κοριτσιών, καταναγκαστική εργασία, λεηλασίες πόλεων ακόμη και κανιβαλισμό.
Βιολογικά και χημικά όπλα χρησιμοποιήθηκαν κατά των αμάχων κατά τη διάρκεια εναέριων επιθέσεων της ιαπωνικής πολεμικής αεροπορίας.
Ωστόσο, οι πιλότοι ήταν οι μόνοι που εξαιρέθηκαν αργότερα από τον μακρύ κατάλογο των στρατιωτικών δυνάμεων που διέπραξαν εγκλήματα πολέμου.
Το γεγονός οφείλονταν στην απουσία συγκεκριμένων διεθνών ανθρωπιστικών νόμων που να απαγορεύουν τη χρήση τους από αέρος.
Την αποτρόπαια τακτική που ακολούθησε ο ιαπωνικός στρατός, είχε εγκρίνει ο ίδιος ο Αυτοκράτορας Χιροχίτο, με την εντολή του «Σκοτώστε τους όλους. Κάψτε τα όλα. Λεηλατήστε ελεύθερα».
Μετά τη λήξη του πολέμου, πολλοί Ιάπωνες στρατιώτες παραδέχθηκαν εν ψυχρώ δολοφονίες, ενώ στα αποτρόπαια εγκλήματα έλαβαν μέρος Κορεάτες και στρατιώτες της Ταιβάν, που αναγκάστηκαν να υπηρετήσουν στο πλευρό της Ιαπωνίας.
Το τέλος του πολέμου
Η αρχή του τέλους για το Β’ Σινοϊαπωνικό πόλεμο έγινε στις 7 Δεκεμβρίου του 1941, με τον Βομβαρδισμό στο Πέρλ Χάρμπορ. Την επόμενη ημέρα οι Η.Π.Α. κήρυξαν τον πόλεμο στην Ιαπωνία και ακολούθησαν οι πυρηνικοί βομβαρδισμοί στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι.
Η Ιαπωνία υπέγραψε την άνευ όρων παράδοσή της, το 1945.