Των Εντ Ράϋνερ και Ρον Στάπλεϋ
Το 1983 οι «Times» ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να δημοσιεύσουν τα ημερολόγια του Αδόλφου Χίτλερ, που είχαν ανακαλυφθεί μετά από παρατεταμένη έρευνα, είχαν πιστοποιηθεί ως αυθεντικά και συνοδεύονταν από την προσδοκία να είναι τα σημαντικότερα ντοκουμέντα της περιόδου του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Λίγο αργότερα, όμως, τα έγγραφα βρέθηκε ότι ήταν πλαστά.
Το γερμανικό περιοδικό «Stern» για πολλά χρόνια είχε προσλάβει έναν ρεπόρτερ ονομαζόμενο Χάιντεμαν, ο οποίος υπήρξε ένθερμος θιασώτης απομνημονευμάτων των Ναζί. Για μια περίοδο, αυτός ο άνθρωπος είχε φανταστεί ότι βρισκόταν στα ίχνη εγγράφων που φημολογούνταν ότι ήταν τα προσωπικά ημερολόγια του Χίτλερ.
Ήταν διατεθειμένος να προσφέρει χρήματα του περιοδικού για να τα αγοράσει και αυτή η προσφορά αποτέλεσε πειρασμό για τον Κόνραντ Κουτζάου, έναν απατεώνα με ποινικό μητρώο, ο οποίος ζούσε τότε κοντά στη Στουτγάρδη. Ο Κουτζάου άρχισε μια περίτεχνη καριέρα πλαστογραφίας πιο κερδοφόρας από τις μικροδουλειές που είχε κάνει μέχρι τότε.
Η «απάτη» του Κούτζαου
Ο Κούτζαου ανέπτυξε την ιστορία ότι ο Χίτλερ, κατά τις τελευταίες μέρες του Τρίτου Ράιχ, είχε φροντίσει ώστε δέκα τενεκεδένια μπαούλα που περιείχαν πολύτιμο υλικό αρχείου να μεταφερθούν αεροπορικώς από το Βερολίνο σε ασφαλές μέρος στα νότια.
Τα Γιούνκερ 352, όμως, που τα μετέφεραν, κατέπεσαν στα δάση του Χάιντελχοζ κοντά στα τσέχικα σύνορα. Το πλήρωμα σκοτώθηκε και καταστράφηκε το μεγαλύτερο μέρος του φορτίου στην πυρκαγιά που ακολούθησε τη συντριβή.
Ισχυρίστηκε ότι είχε καταφέρει να έχει στη διάθεσή του το υλικό του ημερολογίου, αλλά, εξαιτίας της ευαίσθητης φύσης των πηγών του, οι οποίες βρίσκονταν πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα, αρνήθηκε να αποκαλύψει την προέλευση των ημερολογίων.
Στην πραγματικότητα, τα κατασκεύαζε επιμελώς, τον έναν τόμο μετά τον άλλο, για 50.000 γερμανικά μάρκα τον τόμο.
Αφού ο Χάιντενμαν είχε λάβει το ποσό των 80.000 γερμανικών μάρκων για κάθε τόμο, ενώ λάμβανε επιπλέον σημαντικές πληρωμές, κρατώντας για τον ίδιο τη διαφορά, οι δυο τους κράτησαν μυστική την όλη επιχείρηση και δεν ανέφεραν τίποτα στη διεύθυνση του περιοδικού.
Αυτή η εξαπάτηση συνεχίστηκε έως το 1983, στην πεντηκοστή επέτειο της έναρξης της εξουσίας του Χίτλερ.
Έως τότε, είχαν ήδη γραφτεί τουλάχιστον 58 τόμοι του ημερολογίου από τον Κούτζαου, οι οποίοι είχαν αγοραστεί από τον Χαίντεμαν.
Λίγα άτομα εξέτασαν αυτούς τους τόμους και από αυτά τα άτομα ακόμη λιγότερα τους διάβασαν, αφού ήταν γραμμένοι με την παλαιά γερμανική γραφή, η οποία δεν χρησιμοποιούνταν πλέον.
Τα «ημερολόγια» του Χίτλερ
Οι τόμοι ήταν μεγάλου μεγέθους τετράδια εργασίας με σκληρό μαύρο εξώφυλλο.
Ορισμένα από τα τετράδια έφεραν επάνω τους σφραγίδες από κόκκινο κερί με το σχήμα του γερμανικού αετού και άλλα ήταν διακοσμημένα με τα αρχικά «AH» στο εξώφυλλο.
Τα περισσότερα είχαν δακτυλογραφημένες ετικέτες, τις οποίες υπέγραφε ο Μάρτιν Μπόρμαν, που δήλωνε ότι τα τετράδια ήταν ιδιοκτησία του Φύρερ.
Περιείχαν ένα μικρό αριθμό εκπληκτικών αποκαλύψεων, όπως ότι ο Χίτλερ ήξερε για την αποστολής ειρήνης του Ες στη Βρετανία τον Μάιο του 1941, αλλά το αρνήθηκε, αφού απέτυχε η αποστολή.
Μερικές από τις λεπτομέρειες που είχε κατασκευάσει ο Κούτζαου, όπως η εκμυστήρευση ότι ο Χίτλερ θαύμαζε τον Τσάμπερλεν για τον ψυχρό επαγγελματισμό του, ήταν σχεδόν για γέλια.
Στο μεγαλύτερο μέρος τους τα ημερολόγια ήταν βαρετά και τετριμμένα, με τον μεγαλύτερο όγκο τους να έχει εξαχθεί, μερικές φορές λέξη προς λέξη, από την έκδοση δύο τόμων των «Ομιλιών και Διαγγελμάτων 1932-45″ του Χίτλερ, που εκδόθηκε από τον γερμανό ιστορικό Μαξ Ντομάρους.
Η «γκάφα» των ειδικών
Ο Ρούμπερτ Μέρντοκ, ιδιοκτήτης των «Times» και των «Sunday Times», ενεπλάκη σε μια μάχη με το αμερικανικό περιοδικό «Newsweek» προκειμένου να εξασφαλίσει τα δικαιώματα, αλλά αυτές οι διαπραγματεύσεις κατέρρευσαν όταν οι ιδιοκτήτες του «Stern» ανέβασαν την τιμή στα 5 εκατομμύρια δολάρια.
Εξάλλου, ακόμη δεν είχε γίνει σωστή πιστοποίηση και κανείς δεν φαινόταν να αγωνιά να ελέγξει την αυθεντικότητα των ημερολογίων.
Κανένας επαγγελματίας αρχειοφύλακας και καμία εξειδικευμένη εξέταση δεν έγινε μέχρι τη στιγμή που ήταν πλέον αργά.
Ο διαπρεπής Βρετανός ιστορικός Χιου Τρέβορ Ρόπερ, με μια πρώτη ματιά είχε πει ότι τα ημερολόγια ήταν αυθεντικά, πεπεισμένος από τον τεράστιο όγκο της πλαστογραφίας παρά από το περιεχόμενό της, το οποίο ούτε να το διαβάσει, ούτε να το καταλάβει μπορούσε.
Η δημοσίευση είχε ήδη αρχίσει από το «Stern» πριν να αποκαλυφθεί η απάτη.
Τα πειστήρια που ξεσκέπασαν την απάτη
Εκτός από τα λάθη του κειμένου, τα οποία ήταν άπειρα κι ορισμένα από αυτά οφείλονταν στην απρόσεχτη αντιγραφή του Κούτζαου, υπήρχαν πολλές ανακολουθίες στο υλικό που χρησιμοποιούσε ως πηγή και τα οποία μετέφερε στα ημερολόγια.
Η ηλικιωμένη γραμματέας του Χίτλερ, Κρίστα Σρέντερ, επιβεβαίωσε ότι ο Χίτλερ ποτέ δεν είχε γράψει το οτιδήποτε.
Ο υπασπιστής του, Βον Μπέλοου, επιβεβαίωσε ότι ο Χίτλερ έτρωγε συχνά στις τέσσερις το πρωί πριν πάει για ύπνο, και ότι δεν είχε καθόλου χρόνο να συντάξει ένα ημερολόγιο κατά τις πρώτες πρωινές ώρες.
Τα ημερολόγια έδειχναν ακόμη ότι είχε καταγράψει το γεγονός της βομβιστικής επίθεσης εναντίον του ένα βράδυ του Ιουλίου του 1944, αν και αυτό ήταν μάλλον αδύνατο, αφού το δεξί του χέρι είχε τραυματιστεί κατά την έκρηξη και οι φωτογραφίες που είχαν τραβηχτεί τότε τον έδειχναν με το χέρι του σε νάρθηκα. Τα πειστήρια ήταν ακόμη πιο καταδικαστικά.
Το χαρτί ήταν χαμηλότερης ποιότητας και περιείχε ένα χημικό λευκαντικό το οποίο δεν είχε εφευρεθεί μέχρι το 1955. Το δέσιμο στη ράχη, η κόλα και η κλωστή ήταν επίσης μεταπολεμικής κατασκευής.
Οι κόκκινες κλωστές στα εξώφυλλα που συγκρατούσαν τις σφραγίδες περιείχαν πολυεστέρα και τα αρχικά που είχαν επισυναφθεί ήταν από πλαστικό.
Οι ετικέτες είχαν δαχτυλογραφηθεί σε παλαιά μηχανή της περιόδου 1924-1937.
Η χημική ανάλυση του μελανιού έδειξε ότι τα βιβλία είχαν γραφτεί πρόσφατα, όχι την εποχή που υποτίθεται ότι είχαν γραφτεί.
Η απάτη κατέρρευσε απότομα. Οι κύριοι δράστες, ο Χάιντεμαν και ο Κούτζαου δικάστηκαν και κλείστηκαν στη φυλακή.