«Ναι! Όλοι τα καταφέραμε εκείνο το βράδυ, αλλά μόλις!»
Στις 22 Ιανουαρίου 2018 το δίκτυο «CBS San Francisco» δημοσίευσε μία χειρόγραφη επιστολή η οποία φέρεται να γράφτηκε από τον Τζόν Άνγκλιν, τον άνθρωπο που δραπέτευσε από τις φυλακές του Αλκατράζ τον Ιούνιο του 1962, μαζί με τον αδερφό του Κλάρενς και τον Φράνκ Μόρις.
Οι τρεις άντρες έμειναν στην ιστορία για την κινηματογραφική απόδραση από τις φυλακές του Αλκατράζ τον Ιούνιο του 1962 και για δεκαετίες παρέμενε μυστήριο τι απέγιναν. Πολλά χρόνια η επικρατούσα θεωρία ήταν ότι οι Τζόν Άνγκλιν, Κλάρενς Άνγκλιν και Φράνκ Μόρις δεν είχαν καταφέρει να επιβιώσουν και πέθαναν στα παγωμένα νερά του κόλπου του Σαν Φρανσίσκο. Όμως, τα πτώματά τους δεν βρέθηκαν ποτέ.
Μισό αιώνα αργότερα, μία επιστολή έμελλε να ανατρέψει τη βασική θεωρία για την τύχη των τριών φυγάδων και να κινητοποιήσει εκ νέου τις αμερικανικές αρχές.
Το 2013, στο αστυνομικό τμήμα του Ρίτσμοντ στο Σαν Φρανσίσκο εστάλη ένα χειρόγραφο σημείωμα που φέρεται να είναι γραμμένο από τον Τζον Άνγκλιν, τον έναν από τους τρεις δραπέτες. Σύμφωνα με το αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο KPIX5, το FBI από το 2013 έως το 2018, κρατούσε ως επτασφράγιστο μυστικό την ύπαρξη του σημειώματος για να διερευνηθεί η αυθεντικότητά του, χωρίς όμως να πουν με βεβαιότητα ότι το γράμμα είχε γραφτεί από τον Άνγκλιν.
«Ονομάζομαι Τζόν Άνγκλιν. Δραπέτευσα από το Αλκατράζ τον Ιούνιο του 1962 μαζί με τον αδελφό μου Κλάρενς και τον Φρανκ Μόρις. Είμαι 83 ετών και σε κακή κατάσταση. Έχω καρκίνο. Ναι, όλοι τα καταφέραμε εκείνο το βράδυ, αλλά μόλις!»
Στη συνέχεια της επιστολής του, ο Άνγκλιν προτείνει και μία συμφωνία στις αρχές, ενώ ανέφερε ότι ο αδερφός του Κλάρενς πέθανε το 2011 και ο Φράνκ Μόρις το 2008: «Αν ανακοινώσετε στην τηλεόραση ότι υπόσχομαι να κάτσω στη φυλακή όχι για περισσότερο από έναν χρόνο και με ιατρική φροντίδα, τότε θα σας γράψω πάλι που ακριβώς είμαι. Δεν είναι αστείο!»
Το FBI ανέλυσε διεξοδικά για μεγάλο διάστημα το χειρόγραφο σημείωμα για δείγματα DNA και δακτυλικά αποτυπώματα, χωρίς ωστόσο να φτάσει στην άκρη του νήματος.
Οι μαρτυρίες και τα φωτογραφικά «ντοκουμέντα»
Στις αρχές της δεκαετίας του΄90, ένας πρώην τρόφιμος των φυλακών του Αλκατράζ, ο Τόμας Κέντ, ανέφερε στην εκπομπή «Americas Most Wanted» ότι η τότε ερωμένη του Κλάρενς Άνγκλιν παρέλαβε τους τρεις δραπέτες και τους πήγε με το αμάξι στο Μεξικό.
Το 2011 ένας ηλικιωμένος άντρας με το όνομα Μπάντ Μόρις, είπε σε τοπικό τηλεοπτικό σταθμό ότι ήταν ξάδερφος του δραπέτη Φράνκ Μόρις και ότι τον είχε συναντήσει σε πάρκο κοντά στο Σαν Ντιέγκο μετά την απόδραση. Επίσης, ανέφερε ότι είχε παραδώσει προσωπικά φακέλους με μετρητά σε φρουρό της διαβόητης φυλακής.
Πέντε χρόνια αργότερα, το 2016, η οικογένεια των αδερφών Άνγκλιν είχε δείξει στο ειδησεογραφικό δίκτυο της Ατλάντα 11 Alive, φωτογραφία στην οποία υποστήριζαν ότι απεικονίζονταν οι Τζόν και Κλάρενς Άνγκλιν στη Βραζιλία, τη δεκαετία του΄70. Η επίμαχη φωτογραφία δόθηκε στους συγγενείς των αδερφών Άνγκλιν από έναν «κυνηγό ναρκωτικών» με το όνομα Φρέντ Μπρίτσι, ο οποίος γνώριζε τους δραπέτες όταν ήταν μικρός.
Το μυστήριο παραμένει άλυτο, με τις αμερικανικές αρχές ωστόσο να εκλαμβάνουν το σημείωμα ώς ένα δυνατό στοιχείο ή ένδειξη για την περιβόητη υπόθεση, η οποία καλύπτεται από πέπλο μυστηρίου εδώ και πολλές δεκαετίες. Χαρακτηριστική ήταν και η δήλωση αμερικανού αξιωματικού, ο οποίος ανέφερε ότι, «η υπόθεση είναι ανοιχτή και θα παραμείνει ανοιχτή, όσο υπάρχει η πιθανότητα έστω και ένας από τους τρεις δραπέτες να είναι ακόμα ζωντανός.»
Το βέβαιο είναι πως κάθε μέρα που περνάει η συγκεκριμένη πιθανότητα μειώνεται.