Η μητέρα της ήταν ηθοποιός στον θίασο της Κοτοπούλη και γι’ αυτό πέρασε τα παιδικά της χρόνια στο θέατρο στο πλευρό σπουδαίων ηθοποιών. Στα δύο της χρόνια η Κοτοπούλη χρειαζόταν ένα μωρό για το θεατρικό «Δασκαλίτσα» του Νικοντέμι κι έτσι έκανε την παρθενική της εμφάνιση στο σανίδι.
Παιδί ακόμη έπαιξε με τον Βασίλη Λογοθετίδη στο έργο «Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται» με τον Χριστόφορο Νέζερ, έναν από τους ιδρυτές του Εθνικού Θεάτρου. Όποτε εμφανιζόταν στο σανίδι, το κοινό τη χειροκροτούσε φωνάζοντας «Μπράβο, μπράβο, Μπέμπα, μπράβο, Μπέμπα!».
Τότε ο Αττίκ έμαθε για το παιδί-θαύμα και την πήρε στο πλευρό του στη Μάνδρα. Μάλιστα ήταν αυτός που την ονόμασε «Καλή Καλό» από το επίθετο της μητέρας της που ονομαζόταν Καλοχριστιανάκη. Το πραγματικό της όνομα ήταν Καλλιόπη Δαμβέργη, και ο πατέρας της ήταν μέλος της οικογένειας που είχε τη φαρμακοβιομηχανία «Δαμβέργη».
Μεγάλωσε σε μια μεγαλοαστική οικογένεια αν και όπως έχει πει, σιχαινόταν τους αστούς. Όταν οι γονείς της χώρισαν έμενε στην Πατησίων με τη μητέρα της και τη νταντά της.
Μέχρι τα 12 της ήξερε να μιλάει ξένες γλώσσες και στα 15 της δούλευε πολύγραφο με μελάνι. Τότε ερωτεύτηκε με έναν 20χρονο κρητικό του ΕΛΑΣ, τον Γιώργο Μαμαλάκη, ο οποίος την έκλεψε και παντρεύτηκαν με την άδεια του πατέρα της, καθώς η μητέρα της ήταν αντίθετη.
Ένα χρόνο μετά τον γάμο τους ο Γιώργος σκοτώθηκε και έμεινε χήρα, ενώ ήταν ήδη έγκυος στην κόρη της Γιούλη.
Στα χρόνια της Κατοχής μετέφερε προκηρύξεις μέσα στις κάλτσες της κι τις μοίραζε στα σπίτια και στον εμφύλιο έκανε έναν λευκό γάμο ύστερα από απαίτηση του ΚΚΕ, όπου ήταν ενταγμένη.
Επειδή φιλοξενούσε ένα στέλεχος του παράνομου μηχανισμού του κόμματος παντρεύτηκαν, καθώς ήταν σκανδαλώδης κίνηση για μια δεκαεφτάχρονη χήρα να φιλοξενεί έναν άντρα στο σπίτι της.
Εκείνη την εποχή συνελήφθη με την κατηγορία ότι κουβαλούσε προκηρύξεις και εξορίστηκε στην Ικαρία. Όταν επέστρεψε έγινε θιασάρχης και ήταν γνωστή στον καλλιτεχνικό χώρο. Τότε γνωρίστηκε με τον Βασίλη Τσιτσάνη, ο οποίος την ερωτεύτηκε και έγραψε για χάρη της το τραγούδι «Εγώ πληρώνω τα μάτια που αγαπώ».
Ήταν γειτόνισσα με τον Γιάννη Ρίτσο και έκανε παρέα με τον Τίτο Πατρίκιο. Το 1957 παντρεύτηκε με τον Δημήτρη Βαλμά και μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη, όπου γνωρίστηκε με τον νεαρό τότε Κώστα Βουτσά.
Όπως είχε πει σε συνέντευξή της: «Έψαξα και βρήκα ότι στο στρατιωτικό θέατρο υπήρχε ένα μπουλούκι. Το θέατρο ήταν παρατημένο, σε άθλια κατάσταση. Πάω στον στρατηγό και του ζητάω το θέατρο. Μου λέει: «Αύριο είναι τελευταία παράσταση από το μπουλούκι που παίζει στο θέατρο. Μήπως σας χρειαστεί κάποιος ηθοποιός για τους θιάσους σας». Ανάμεσα στους δέκα άγνωστους ανθρώπους ξεχώρισα μια κοπέλα με συμπαθητική φωνή και έναν τσαχπίνη ηθοποιό που κρατούσε ένα τσιγάρο, έκανε ένα πέρασμα μόνο. Αυτά τα δυο άτομα ήταν η Μαρινέλλα και ο Κώστας Βουτσάς.»
Η Καλό έπαιξε μαζί του στο θέατρο και στη συνέχεια του πρότεινε να έρθει στην Αθήνα. «Χόρευε απίστευτα και πεταγόταν μέχρι τον ουρανό στις φιγούρες. Αποφάσισα λοιπόν να τον βάλω στο πλευρό μου (σχεδόν ως συμπρωταγωνιστή) αν και υπήρχε άτυπη απαγόρευση και εγώ πρώτη έσπασα το εμπάργκο, γιατί ένας πρωταγωνιστής έπρεπε να έχει δίπλα του ένα μεγάλο όνομα. Και ο Κώστας δεν ήταν τίποτα τότε. Και επειδή ήταν πολύ σωστός και ως χαρακτήρας και ως ηθοποιός, τον κατέβασα στην Αθήνα με διετές συμβόλαιο.
Η ηθοποιός αφοσιώθηκε στο θέατρο και ανέβαζε θιάσους στο πλευρό της Βλαχοπούλου και του Χατζηχρήστου.
Δεν την ενδιέφερε ο κινηματογράφος επειδή -όπως έλεγε- γεννήθηκε θεατρινάκι.
«Όλοι οι σκηνοθέτες με ήθελαν στις ταινίες τους. Όμως όταν μου έλεγαν «μίλα στη μηχανή», εκεί τρελαινόμουν. Έλεγα: «Είναι δυνατόν να μιλάω σε ένα άψυχο πράγμα, χωρίς να έχω συμπρωταγωνιστή; Χωρίς να βλέπω την έκφραση του συμπρωταγωνιστή μου;». Και έτσι δεν έκανα καμία ταινία. Το μετάνιωσα».
Ο θάνατος του γιού της
Αργότερα, παντρεύτηκε με τον πλοίαρχο Κώστα Καρανικόλα, με τον οποίο απέκτησε τον γιο της, Χρήστο, ο οποίος πέθανε το 1988 σε ηλικία 27 ετών ύστερα από μια μεγάλη περιπέτεια της υγείας του.
Σε ένα πείραμα Χημείας που έκανε στο σπίτι του το 1973, ανατινάχτηκε και έχασε όλη την αριστερή πλευρά του σώματός του. Η ηθοποιός επέστρεφε στο σπίτι με τον σύζυγό της όταν έγινε το ατύχημα.
Όπως είχε πει: «Έτρεξα σε όλα τα νοσοκομεία της γης. Πούλησα όλη μου την περιουσία και τελικά δεν κατάφερε να ζήσει. “Έφυγε” σε ηλικία 27 ετών. Πολλές φορές σκέφτηκα να αυτοκτονήσω, να πάω να τον βρω, όμως πάντα αναλογιζόμουν την κόρη μου».
Τότε, αποτραβήχτηκε από τον χώρο. Μετακόμισε στην Αστυπάλαια και ζούσε σαν ασκήτρια.
Έπειτα από 7 χρόνια, επέστρεψε στην Αθήνα και ζήτησε από τον Φώσκολο να παίξει στη σειρά Λάμψη. Συμμετείχε στις τηλεοπτικές σειρές όπως οι «Τμήμα Ηθών» και «Ταύρος Με Τοξότη» και ζει στην Κυψέλη, όπου μεγάλωσε.
Πληροφορίες αντλήθηκαν από το βιβλίο «Όσα δεν πήρε ο άνεμος»- Η αυτοβιογραφία μιας θεατρίνας, εκδόσεις Άγρα