Με σπουδές στη Σοβιετική Ένωση, έγινε η πρώτη γυναίκα σκηνοθέτης και ηθοποιός στην κυπριακή θεατρική σκηνή. Η Μόνικα Βασιλείου γεννήθηκε στις 7 Ιουνίου 1936 στη Μυτιλήνη, όταν οι γονείς της εκδιώχθηκαν από τους Βρετανούς στην Αθήνα και εξορίστηκαν από την Κυβέρνηση Μεταξά λόγω της κομμουνιστικής τους ιδεολογίας.
Ήταν το δεύτερο παιδί του οφθαλμίατρου Βάσου Βασιλείου και της οδοντιάτρου Φώφης Βασιλείου. Ο αδελφός της, Γιώργος, διετέλεσε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας από το 1988 – 1993.
Η πρώτη θεατρική συμμετοχή
Οι γονείς της κατάφεραν να επαναπατριστούν στην Κύπρο το 1941, όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν την Ελλάδα.
Ακολουθώντας τη διαδρομή Αϊβαλί – Άδανα – Αμάσεια, έφτασαν στο Βαρώσι με ένα καΐκι και εγκαθίστανται στην Πάφο.
Το 1944 η μητέρα της αναζητούσε τρόπους να συνδράμει οικονομικά τις γυναίκες των οποίων οι σύζυγοι κατατάγηκαν στο Κυπριακό Σύνταγμα που πήρε μέρος στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αποφάσισε να ανεβάσει μία ερασιτεχνική, θεατρική παράσταση, στην οποία για πρώτη φορά η Μόνικα έλαβε μέρος σε ηλικία 8 ετών.
Αργότερα όμως, στον ελληνικό εμφύλιο, οι γονείς της ήταν γιατροί στον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας. Ο πατέρας της ήταν στο Βίτσι, ενώ οι δυο γυναίκες, με την κατάρρευση του μετώπου, βρέθηκαν εξόριστες στην Ουγγαρία. Ο Γιώργος σπούδαζε ήδη στο εξωτερικό, αλλά μετέβη κι εκείνος στην Ουγγαρία για να την προσέχει όσο η ίδια τελείωνε το Γυμνάσιο, αφού οι γονείς της ζούσαν στην Τασκένδη.
Τελείωσε το δεκατάξιο Γυμνάσιο της Βουδαπέστης και δεν ήταν ποτέ «καλή μαθήτρια». Οι χαμηλές της επιδόσεις την εμπόδισαν να σπουδάσει. Όμως, η αγάπη της για τη σκηνοθεσία την οδήγησαν στη Σχολή Καλών Τεχνών, Ostrovski, όπου δάσκαλοί της ήταν Ρώσοι εξόριστοι, αντιφρονούντες του καθεστώτος Στάλιν.
Όταν το 1960 ιδρύθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία, επετράπη να επιστρέψουν οι πολιτικοί εξόριστοι και η οικογένεια Βασιλείου βρέθηκε ξανά στην ιδιαίτερη πατρίδα της.
Δραστήρια και πρωτοπόρα, ίδρυσε με τον σπουδαίο συνάδελφό της, Ιάκωβο Καμπανέλλη, το εργατικό θέατρο «Νέο Θέατρο Λεμεσού». Ο θίασος αποτελούνταν από ναυτεργάτες, εφημεριδοπώλες, παπουτσήδες, κτίστες, ψαράδες και άλλα εργατικά επαγγέλματα.
Μαζί με άλλους συναδέλφους της εργάστηκε στον πρώτο κυπριακό θίασο μετά την ανεξαρτησία, τον ΟΘΑΚ. Όμως, δεν ήταν λίγες οι φορές που αντιμετώπισε τον ρατσισμό και τις προσβολές από τον ανδροκρατούμενο θεατρικό χώρο της Κύπρου. Το γεγονός ότι τα σοβιετικά της διπλώματα στο θέατρο δεν αναγνωρίστηκαν από την κυπριακή πολιτεία, δυσχέρανε τη θέση της.
Το 1962 η μητέρα της πέθανε από καρκίνο και τότε έφυγε για την Αθήνα όπου συνεργάστηκε με γνωστά ονόματα του ελληνικού θεάτρου έως το 1967 και την άνοδο της Χούντας στην εξουσία.
Μαζί με άλλους αριστερούς καλλιτέχνες, ιδρύουν το πρώτο «αριστερό θέατρο» με την ονομασία «Άρμα θεάτρου».
Η «επικίνδυνη Εαμοβουλγάρα»
Εξαιτίας της έντονης πολιτικής της δράση στην αριστερά, η Ασφάλεια της απέδωσε τον χαρακτηρισμό της «Εαμοβουλγάρας».
Το 1967 δεξιοί συνάδελφοί της την κατέδωσαν ως «επικίνδυνη αριστερή, κόρη κομμουνιστή αντάρτη». Συνελήφθη αμέσως, και μεταφέρθηκε στα κρατητήρια της Μπουμπουλίνας όπου πέρασε έναν εφιαλτικό μήνα.
Καθημερινά την κλωτσούσαν, τη χτυπούσαν και της ζήταγαν επίμονα να τους αποκαλύψει που βρισκόταν ο Μίκης Θεοδωράκης με τον οποίο διατηρούσε φιλικές σχέσεις.
Τα βασανιστήρια ήταν τόσο έντονα που η Χούντα της στερησε την ικανότητα να γίνει μητέρα. Ο γιατρός που την εξέτασε αναγκάστηκε να της αφαιρέσει την κατεστραμμένη μήτρα και τις πολτοποιημένες σάλπιγγές της. Αυτή η πληγή έμεινε για πάντα ανοιχτή και δεν συγχώρεσε ποτέ τους βασανιστές της.
Μετά από παρέμβαση του Γιάννη Κρανιδιώτη την άφησαν ελεύθερη και έφυγε για το Λονδίνο σε άθλια κατάσταση.
Ηθοποιός «τρίτης κατηγορίας»
Οι διακρίσεις εις βάρος της, λόγω του ότι ήταν γυναίκα με σπουδές στη Σοβιετική Ένωση συνεχίστηκαν. Τη δεκαετία του ’70 εργάστηκε στον ΘΟΚ όμως κι εκεί την αντιμετωπίζουν ως ηθοποιό «τρίτης κατηγορίας», παρά το φανερό της ταλέντο στην υποκριτική.
Όμως, κατάφερε να λάβει μέρος σε πολλές θεατρικές παραστάσεις και συνεργάστηκε με διάφορα θεατρικά σχήματα.
Στις 15 Ιουλίου, η αριστερή και δραστήρια Μόνικα Βασιλείου, βρέθηκε ανάμεσα σε άλλους αντιστασιακούς και προσπάθησε να αποτρέψει τους πραξικοπηματίες.
Όμως συνελήφθη ξανά και ανακρίθηκε από τους πραξικοπηματίες. Μετά την εισβολή ασχολήθηκε με τα προσφυγόπουλα και τους τραυματίες στο Νοσοκομείο, ενώ αργότερα δραστηριοποιήθηκε στην ομάδα «Οι Γυναίκες Επιστρέφουν».
Το 1978 κατάφερε μετά από προσφυγή της σε δικαστήριο να αναγνωριστούν τα δύο της διπλώματα και έφυγε για τη Γαλλία όπου δίδαξε στην Παιδαγωγική Ακαδημία.
Η Μόνικα Βασιλείου έλαβε τον τίτλο της » Γυναίκας της χρονιάς» στα γυναικεία βραβεία του περιοδικού Madame Figaro.
Αφήνοντας πίσω της όμορφες μνήμες στους συναδέλφους της για τον «ντρόμπρο» χαρακτήρα της, την ειλικρίνειά της και το πάθος της, έχασε τη μάχη με την επάρατη νόσο στις 8 Απριλίου 2011.
Πληροφορίες: συντυγχάνουμε
Διαβάστε επίσης στη ΜτΧ: «Ήθελα να γίνω παπάς, αλλά οι δικοί μου δεν με άφηναν κι έγινα ηθοποιός». Η ζωή του «Φιρφιρή» και η γνωριμία με τη γυναίκα του