12 Οκτωβρίου 1944. Ήταν μια υπέροχη Πέμπτη. Ύστερα από 1.264 μέρες Κατοχής η Αθήνα είναι και πάλι ελεύθερη. Οι Γερμανοί υποστέλλουν τη σημαία τους από την Ακρόπολη στις 9:45 το πρωί. Την ίδια στιγμή, τμήμα του γερμανικού στρατού καταθέτει υποκριτικά στεφάνι στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη.
Ο Γερμανός αντιπτέραρχος, στρατιωτικός διοικητής Νοτίου Ελλάδος Χέλμουτ Φέλμυ δηλώνει ότι τα γερμανικά στρατεύματα αποσύρονται από την Αθήνα που έχει κηρυχθεί ανοχύρωτη πόλη.
Το ίδιο κάνουν και τα συνεργαζόμενα με τους κατακτητές Τάγματα Ασφαλείας, τα οποία κλείνονται στο στρατόπεδο στο Γουδί.
Μικρό γερμανικό απόσπασμα παραμένει στον Πειραιά για να διενεργήσει καταστροφές.
Πριν ακόμα οι τελευταίοι Γερμανοί εκκενώσουν την πόλη, ο αθηναϊκός λαός ξεχύνεται στους δρόμους σε ένα αυθόρμητο ξέσπασμα και η Αθήνα κατακλύζεται από ελληνικές και συμμαχικές σημαίες: αγγλικές, σοβιετικές, αμερικανικές.
Γιώργος Θεοτοκάς, Τετράδια Ημερολογίου:
«Ήταν ένα κάρο φορτωμένο νέους και νέες που ξεφωνίζανε. Στο άλογο που τραβούσε το κάρο καθότανε καβάλα μια γυναίκα μελαχρινή σα γύφτισσα που είχε στο κεφάλι και στους ώμους ένα σάλι επαναστατικά κατακόκκινο. Φορούσε κίτρινο φουστάνι κι είχε διάφορα χαϊμαλιά στο στήθος, κρατούσε μια ελληνική σημαιούλα και ξεφώνιζε τραγουδώντας: «Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη…».
Μια παρέα μάγκες γυρίζανε με ένα χαρτονένιο Χίτλερ κρεμασμένο σε ένα κοντάρι και φωνάζανε ρυθμικά «Εμπατίρησε»(καινούργια λέξη argot)..
Πολλά τραμ και καμιόνια ανεβοκατέβαιναν τους κεντρικούς δρόμους φορτωμένα παιδιά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ που φωνάζανε συνθήματα των οργανώσεών τους.
Είδα και μια παρέλαση πιτσιρίκων με ξύλινα τουφέκια, του «παιδικού μετώπου» του ΕΑΜ», γράφει ο συγγραφέας Γιώργος Θεοτοκάς για τη «μεγάλη ημέρα»
Κώστας Παράσχος, Η απελευθέρωση (εκδ.Ερμής):
Ο Κώστας Παράσχος, δημοσιογράφος, ένας από τους εκατοντάδες χιλιάδες Αθηναίους που συρρέουν στο κέντρο της πόλης, περιγράφει την πρωτόγνωρη εμπειρία που έζησε:
«Μπήκα άθελά μου στο ρυθμό που επικρατούσε γύρω μου. Τι κάναμε δηλαδή; Μα απλό πράγμα: χαιρόμαστε και δεν ξέραμε πώς να εκφράσουμε τον ενθουσιασμό μας […] Τώρα μας ενδιέφερε να ζήσουμε τη μεγάλη μέρα». «Σε κάθε γωνιά βουίζουν τα χωνιά (…). Ανεβασμένοι στ” αυτοκίνητα ρίχνουν οι ΕΑΜίτες τα συνθήματα που τ” αρπάζει με μια φωνή ο κόσμος και τα κάνει βουή και σάλπισμα για να φτάσουν απ” άκρη σ” άκρη της Ελλάδας: Κανένα άσυλο στους προδότες! Λευτεριά- Λαοκρατία!», διαβάζουμε στην ανταπόκριση του Ριζοσπάστη που κυκλοφορεί ύστερα από 8 χρόνια ελεύθερα πλέον στο κέντρο της πρωτεύουσας (Ριζοσπάστης, 13 Οκτωβρίου 1944).
Για τα μέλη των αντιστασιακών οργανώσεων, η Απελευθέρωση αποτελεί μια πρωτόγνωρη εμπειρία, καθώς έβγαιναν από μια μακρόχρονη περίοδο διώξεων και παρανομίας.
Τη 12η Οκτωβρίου κυριαρχούν οι αυθόρμητες εκδηλώσεις του αθηναϊκού λαού για την απελευθέρωση της πόλης.
Σε όλη τη διάρκεια των πανηγυρισμών επικρατεί απόλυτη τάξη σε αντίθεση με ότι συνέβη σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Διασκεδάζοντας τους φόβους των πολιτικών του αντιπάλων για «λουτρό αίματος» και παρά τη διάχυτη επιθυμία για εκδίκηση απέναντι στους συνεργάτες των κατακτητών η ηγεσία του ΕΑΜ τήρησε τις υποχρεώσεις της απέναντι στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας τιθασεύοντας τη μεγάλη δύναμή του κινήματος.
Το Α΄ Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ στην Αθήνα παρόλο που θα μπορούσε να προχωρήσει σε κατάληψη του συνόλου της πόλης, καθώς απουσίαζε μια οργανωμένη επαρκής ένοπλη δύναμη, όχι μόνο πρωτοστάτησε στην τήρηση της τάξης αλλά περιφρούρησε και προστάτευσε τις υποδομές της Αθήνας και του Πειραιά.
Τμήματα μηχανικού του ΕΛΑΣ έκοψαν τα σύρματα των υπονομεύσεων στο αεροδρόμιο του Ελληνικού (Χασανίου), στο φράγμα του Μαραθώνα, ενώ δυνάμεις της ΙΙ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ Αττικής συγκρούστηκαν με τους υποχωρούντες Γερμανούς στο Κακοσάλεσι (Β. Μπαρτζιώτας, Η Εθνική Αντίσταση στην αδούλωτη Αθήνα, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή 1984)
Ο Βρετανός συνταγματάρχης της SOE, Ρ. Σέπαρντ, σύνδεσμος του Στρατιωτικού Διοικητή με το Βρετανικό Στρατηγείο, ο οποίος επισκέφθηκε το βράδυ της 12ης Οκτωβρίου τις συνοικίες της πόλης και τις περιοχές που έλεγχε το ΕΑΜ διαπίστωσε απόλυτη ησυχία παντού, ενώ ο ΕΛΑΣ και άλλες οργανώσεις περιπολούσαν με πειθαρχία στους σχεδόν έρημους δρόμους.
(Χρονολόγιο γεγονότων 1940-1944. Από τα έγγραφα του βρετανικού υπουργείου των εξωτερικών Foreign Office 371 Τόμος Β 1944, Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών 2004).
Ο παλαιός πολιτικός κόσμος, συσπειρωμένος γύρω από την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου σχεδίαζε την επιστροφή του στην πολιτική σκηνή.
Μία επιστροφή η οποία θα στηρίζονταν στη βρετανική διπλωματία και στα βρετανικά όπλα.
Η άφιξη της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας – Ο Λόγος της Απελευθέρωσης
Η επίσημη άφιξη της Ελληνικής Κυβέρνησης υπό τον Γ. Παπανδρέου, στην οποία το ΕΑΜ συμμετείχε με έξι υπουργούς, έγινε το πρωί της Τετάρτης 18 Οκτωβρίου 1944.
Στην υποδοχή της βρέθηκε το σύνολο του αθηναϊκού λαού και τα μέλη της κυβέρνησης με επικεφαλής τον Γεώργιο Παπανδρέου έγιναν δεκτά με επευφημίες και ενθουσιασμό.
Την κυβέρνηση συνόδευε ο Βρετανός πρεσβευτής R. Leeper και ο αντιστράτηγος R. Scobie, αρχηγός των Συμμαχικών Δυνάμεων στην Ελλάδα, υπό τις διαταγές του οποίου έχουν υπαχθεί ο ΕΔΕΣ και ο ΕΛΑΣ με βάση τη Συμφωνία της Καζέρτας.
Η βρετανική παρουσία αποτελούσε μια διαρκή επισήμανση του ρόλου των Βρετανών στις εξελίξεις στην Ελλάδα και συνιστούσε εγγύηση του νόμου και της τάξης για τους αστούς πολιτικούς.
(Π. Παπαστράτης, «Από την Απελευθέρωση στο Δεκέμβρη», στο Οι 150 μέρες που συγκλόνισαν την Ελλάδα. Απελευθέρωση – Δεκεμβριανά – Βάρκιζα, ένθετο εφημ. Επενδυτή, σειρά Ιστορικό Αρχείο, Φεβρουάριος 2013)
Σύμφωνα με το πρόγραμμα της ημέρας, αρχικά ο Παπανδρέου και μέλη της Κυβέρνησης κατευθύνθηκαν στην Ακρόπολη, όπου ύψωσαν την ελληνική σημαία την οποία μετέφεραν κορίτσια του Λυκείου Ελληνίδων με την συνοδεία ευζώνων και αντιστασιακών.
Τιμητικά αγήματα του Ιερού Λόχου και του ΕΛΑΣ παρουσίασαν όπλα.
Αμέσως μετά τη δοξολογία στη Μητρόπολη, στην οποία χοροστάτησε ο Αρχιεπίσκοπος και μελλοντικός Αντιβασιλέας Δαμασκηνός, ο Παπανδρέου εκφώνησε στην Πλατεία Συντάγματος τον «Λόγο της Απελευθέρωσης».
«Ποτέ δεν είχα δει την πλατεία σε τέτοιο σημείο πλημυρισμένη από λαό. Το δάσος οι σημαίες κι οι πινακίδες συνθέτανε μιαν εικόνα παρδαλή και ζωηρή, πολύ αλλιώτικη από το θέαμα των παλαιών αθηναϊκών συλλαλητηρίων, όπου έβλεπε κανείς μονάχα ένα γκρίζο πλήθος», γράφει στο ημερολόγιό του ο Θεοτοκάς.
Την ατμόσφαιρα της συγκέντρωσης περιγράφει γλαφυρά ο Θεμιστοκλής Τσάτσος αυτόπτης μάρτυς και Υπουργός Δικαιοσύνης τότε:
«…Η ερυθρά σημαία και τα λάβαρα με το σφυροδρέπανον εκυριάρχουν από άκρου εις άκρον. Ο Εθνικός ύμνος η εν οιονδήποτε Εθνικό άσμα δεν ηκούοντο. Μόνον η «Λαοκρατία». Θέσις δια μιαν έστω εθνικήν οργάνωσιν εις την Πλατείαν του Συντάγματος δεν υπήρχε. Μόνον Εαμικές οργανώσεις ηδυνήθησαν να καταλάβουν θέσιν επί της πλατείας. Γύρω γύρω μόνον, όπου είχον μαζευτεί όσοι δεν ενθουσιάζοντο ανά τετράδας ηκούετο η φωνή «Μεγάλη Ελλάδα»!». (Θ. Τσάτσος Αι παραμοναί της Απελευθερώσεως (1944), Αθήνα: Ίκαρος 1973).
Στο λόγο του ο πρωθυπουργός επισήμανε την αναγκαιότητα διατήρησης της Εθνικής Ενότητας έως τη διεξαγωγή των εκλογών, την εθνική ολοκλήρωση και την ανασύνταξη των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας.
Παράλληλα, επιβεβαίωσε με έμφαση την απόφαση να τιμωρηθούν οι προδότες της πατρίδας και οι εκμεταλλευτές της δυστυχίας του λαού διαβεβαιώνοντας ότι «Η Εθνική Νέμεσις θα είναι αδυσώπητος». Απευθυνόμενος σε ένα κοινό το οποίο συνεχώς τον διέκοπτε με τα συνθήματα «Λαοκρατία» και «Εθνική Νέμεση», δε δίστασε να εκφωνήσει εκτός κειμένου την περίφημη φράση «πιστεύομεν εις την Λαοκρατίαν».
Πηγή αρχικής φωτογραφίας: Πανηγυρισμοί Απελευθέρωσης, ΙΦΑΝΕ – φωτ. Κυριάκος Κουρμπέτης
ΠΗΓΗ: Τα στοιχεία της έρευνας αντλήθηκαν από την επιμελημένη δουλειά της ιστορικού Βασιλικής Λάζου στο Free Athens 1944
Η απελευθέρωση της πρωτεύουσας από τις ναζιστικές δυνάμεις θα εορταστεί για τρίτη χρονιά με τις εκδηλώσεις «12 Οκτωβρίου 1944. Η Αθήνα Ελεύθερη».