Δευτέρα 15 Ιουλίου 1974. Ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αρχιεπίσκοπος, Μακάριος έκανε την συνηθισμένη διαδρομή προς το Προεδρικό Μέγαρο στη Λευκωσία. Επέστρεφε από την εξοχική του κατοικία στο όρος Τρόοδος, όπου είχε περάσει το Σαββατοκύριακο.
Λίγο μετά τις 8 το πρωί η πρώτη καταδρομική μοίρα διατάχθηκε να καταλάβει όλα τα δημόσια κτίρια και τα τεθωρακισμένα άρχισαν να βγαίνουν από τη βάση τους, με κατεύθυνση το Προεδρικό Μέγαρο. Το πραξικόπημα εκδηλώθηκε με το σύνθημα «Ο Αλέξανδρος εισήλθε εις το νοσοκομείο».
«Θα τον φάμε τον π…τον Μούσκο (το κατά κόσμον επώνυμο του Μακαρίου) ακούστηκε από έναν Κύπριο καταδρομέα που βρισκόταν μέσα σε τεθωρακισμένο όχημα.
Ο Μακάριος διέφυγε από τη μοναδική αφύλακτη δίοδο, που υπήρχε στα δυτικά του Προεδρικού Μεγάρου. Με τη βοήθεια της φρουράς του, ακολούθησε την κοίτη ενός παρακείμενου χειμάρρου και κάτω από μυθιστορηματικές συνθήκες έφθασε στη Μονή Κύκκου. Απο εκεί κατέφυγε στην Πάφο.
Το πολιτικό παρασκήνιο
Οι τεταμένες σχέσεις του Μακάριου με την Χούντα των Αθηνών και συγκεκριμένα με τον ταξίαρχο Δημήτρη Ιωαννίδη, στάθηκαν αφορμή για το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 στην Κύπρο. Ο Ιωαννίδης ήταν πεπεισμένος για την φιλοκομμουνιστική στάση του Μακάριου και τον θεωρούσε «επικίνδυνο». Ως αποτέλεσμα υπήρξε η ανατροπή του από το προεδρικό αξίωμα με την συμμετοχή της Εθνικής Φρουράς, της ΕΛΔΥΚ (Ελληνική Δύναμη Κύπρου) και της ΕΟΚΑ Β’ (Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών), που αποτέλεσε προπομπό της μεγάλης εισβολής στις 20 Ιουλίου 1974.
Νέος πρόεδρος ο «χασάπης της Ομορφίτας»
Νέος πρόεδρος της Κύπρου ορκίστηκε ο 39χρονος Νικόλαος Σαμψών κατά κόσμον Νικόλας Γεωργιάδης. Κύπριος δημοσιογράφος, αγωνιστής της ΕΟΚΑ, εκδότης, αρχηγός παραστρατιωτικής οργάνωσης και οπωσδήποτε μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα.
Γεννημένος στην Λευκωσία, αγωνίστηκε κατά των Βρετανών τη δεκαετία του 1950. Συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο από τις βρετανικές αρχές για τους φόνους άγγλων σταρτιωτικών.
Η ποινή του μετετράπη σε ισόβια χάρη στην προτροπή του Μακάριου και απελευθερώθηκε όταν η Κύπρος έγινε ανεξάρτητο κράτος το 1960.
Ο Σαμψών απελάθηκε στην Αθήνα μαζί με άλλους κρατούμενους αγωνιστές της ΕΟΚΑ. Ένα χρόνο μετά χορηγήθηκε γενική αμνηστία και το 1960 επέστρεψε στην Κύπρο. Λίγο καιρό μετά την επιστροφή του, ο Σαμψών έγινε εκδότης εφημερίδας «Μάχη».
Από την αρθογραφία του φαινόταν ένθερμος υποστηρικτής του Προέδρου της Κύπρου, αρχιεπισκόπου Μακαρίου, καθώς η εφημερίδα διακρινόταν για τον έντονο αντιβρετανικό, αντιαμερικανικό και αντινατοϊκό ύφος της.
Παράλληλα, το 1962 δημιούργησε τη δική του ένοπλη παραστρατιωτική ομάδα έπειτα από έγκριση του Μακαρίου που αποτελούνταν από 60 άνδρες. Η ομάδα του έβαλε στόχο να «καθαρίσει» την Ομορφίτα, το προάστιο της Λευκωσίας, που κατοικούνταν κυρίως από Τουρκοκυπρίους και να καταλάβει τις αντίπαλες θέσεις. H δράση του αποσπάσματος Σαμψών στην Ομορφίτα και η καθοριστική συμβολή του στην έκβαση της μάχης είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της δημοφιλίας του από τον ελλαδικό και κυπριακό Τύπο. Όπως ήταν φυσικό, ο Σαμψών εξελίχθηκε σε μισητή προσωπικότητα για τους Τούρκους που του απέδωσαν το προσωνύμιο «ο χασάπης της Ομορφίτας».
Η εφημερίδα «Μάχη» μετά το 1967 αρχίζει να υιοθετεί φιλοχουντική στάση και ο Σαμψών αρχίζει να μάχεται τον Μακάριο. Ο αρχιεπίσκοπος μετά την «προδοσία» της 15 Ιουλίου κατάφερε να φτάσει στην Πάφο και μέσω Μάλτας και Λονδίνου έφτασε στην Νέα Υόρκη όπου στις 19 Ιουλίου παρουσιάστηκε στην σύσκεψη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Εκεί κατήγγειλε την χούντα των Αθηνών και τα όργανά της στη Μεγαλόνησο που εγκατέστησε κυβέρνηση «μαριονετών».
Το γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων μετέδωσε ότι η εθνοφρουρά ανέλαβε την εξουσία στην Κύπρο «δια να σώση την νήσον από τον εμφύλιον πόλεμον», αλλά και για να παραμερίσει την προηγούμενη κυβέρνηση λόγω των ανωμαλιών στη διακυβέρνηση της Κύπρου, της αναταραχής στους κόλπους της εκκλησίας, της έλλειψης ασφάλειας του λαού και της απουσίας οργάνωσης σε καθημερινά προβλήματα. Πέντε ημέρα αργότερα, οι Τούρκοι εισέβαλαν στην Κύπρο…
Το διάγγελμα του νέου «προέδρου» Νικόλαου Σαμψών:
Ο Μακάριος ήταν ενήμερος για τις «αντιπάθειες» και τις μελλοντικές προθέσεις των αντιπάλων του. Πρώτος θεωρείται ότι τον προειδοποίησε από την Αθήνα ο πολιτικός της δεξιάς Ευάγγελος Αβέρωφ. Το κακό κλίμα σε βάρος του, μετέφεραν από το εξωτερικό τόσο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όσο και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ο πρόεδρος παρά τις συνεχείς προειδοποιήσεις δεν πίστευε ότι θα έρθει ολική ρήξη. Γρήγορα όμως διαψεύστηκε.
Οι πραξικοπηματίες θεωρούσαν τον Μακάριο νεκρό μέχρι την στιγμή που απηύθυνε μήνυμα μέσω ενός αυτοσχέδιου ραδιοσταθμού της Πάφου:
Ελληνικέ Κυπριακέ Λαέ! Γνώριμη είναι η φωνή που ακούεις. Γνωρίζεις, ποιος σου ομιλεί. Είμαι ο Μακάριος. Είμαι εκείνος, τον οποίο συ εξέλεξες δια να είναι ο ηγέτης σου. Δεν είμαι νεκρός. Είμαι ζωντανός. Και είμαι μαζί σου, συναγωνιστής και σημαιοφόρος εις τον κοινόν αγώνα. Το πραξικόπημα της χούντας απέτυχε. Εγώ ήμουν ο στόχος της και εγώ, εφόσον ζω, η Χούντα εις την Κύπρον δεν θα περάση. Η Χούντα απεφάσισε να καταστρέψη την Κύπρο.Να την διχοτομήση.Αλλά δεν θα το κατορθώση.Πρόβαλε παντοιοτρόπως αντίστασιν εις την Χούντα. Μη φοβηθής. Ενταχθήτε όλοι εις τα νομίμους δυνάμεις του κράτους. Η Χούντα δεν πρέπει να περάση και δεν θα περάση. Νυν υπέρ πάντων ο αγών!
Στην Άγκυρα αμέσως συνεδρίασε το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας. Οι στρατιωτικοί διαβεβαίωσαν τον πρωθυπουργό Μπουλέντ Ετσεβίτ ότι είχε έρθει η ώρα για στρατιωτική δράση και ότι θα ήταν έτοιμοι για απόβαση στην Κύπρο μέσα σε πέντε ημέρες.