Η μάχη του Κουρσκ κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν η μεγαλύτερη και σκληρότερη σύγκρουση τεθωρακισμένων της ιστορίας και επηρέασε άμεσα τον συμβατικό πόλεμο κατά το επόμενο ήμισυ του αιώνα. Σηματοδότησε το τέλος των γερμανικών επιθετικών ενεργειών στο ανατολικό μέτωπο και άνοιξε τον δρόμο για επιχειρήσεις, που έφεραν τελικά τους Σοβιετικούς στο Βερολίνο.
Μετά την ήττα τους στο Στάλινγκραντ τον χειμώνα του 1942-3, οι Γερμανοί επιδίωκαν πάση θυσία μια νίκη για να βρεθούν και πάλι σε πλεονεκτική θέση έναντι των Σοβιετικών. Αυτό θα τους επέτρεπε να μεταφέρουν στρατεύματα από το ανατολικό μέτωπο για να αντιμετωπίσουν την αναμενόμενη συμμαχική εισβολή στην Ιταλία και ίσως να διασπάσουν τον συνασπισμό μεταξύ ανατολής και δύσης.
Οι στρατηγοί του Χίτλερ εκπόνησαν αρκετά σχέδια δράσης, στα οποία περιλαμβανόταν η διακοπή μεγάλων επιθέσεων από δυνάμεις που είχαν ήδη καταπονηθεί σημαντικά.
Ο Χίτλερ διαφώνησε και τάχθηκε με την άποψη του στρατάρχη Βίλχελμ Κάιτελ ο οποίος δήλωσε: «Πρέπει να επιτεθούμε για πολιτικούς λόγους».
Στις 5 Απριλίου 1943 o Χίτλερ διέταξε την εφαρμογή του σχεδίου επίθεσης κατά των υψωμάτων του Κουρσκ, ενός ορεινού όγκου στις γραμμές γύρω από αυτήν την πόλη της δυτικής Ρωσίας, που εκτεινόταν επί 250 χιλιόμετρα από νότο προς βορά και εισχωρούσε επί 150 χιλιόμετρα στη γερμανοκρατούμενη περιοχή.
Μια επίθεση από νότο και βορρά θα ανέκοπτε τους Σοβιετικούς, οι οποίοι είτε θα σκοτώνονταν είτε θα συλλαμβάνονταν αιχμάλωτοι.
Ο Χίτλερ ζήτησε να μετάσχουν στη μάχη τα καλύτερα όπλα, πολεμοφόδια και διοικητές, αναφέροντας στη διαταγή του:
«Κάθε διοικητής, κάθε απλός στρατιώτης, πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η αποφασιστική σημασία μιας νίκης στο Κουρσκ θα γίνει φάρος για ολόκληρο τον κόσμο».
Η καθυστέρηση
Οι γερμανοί ηγήτορες σχεδίασαν αρχικά να επιτεθούν στις αρχές Μαΐου, αλλά ο Χίτλερ περίμενε μέχρι να συγκεντρωθεί ένας μεγάλος αριθμός αρμάτων τελευταίου τύπου. Η επίθεση καθυστέρησε ακόμη περισσότερο από το λιώσιμο των πάγων την άνοιξη, που μετέτρεψε τη ρωσική ενδοχώρα σε ένα τέλμα λάσπης σε συνδυασμό με τις γερμανικές απώλειες στη βόρεια Αφρική.
Μόλις τον Ιούλιο κατάφεραν οι Γερμανοί να προετοιμαστουν επαρκώς για να επιτεθούν στα υψώματα του Κουρσκ.
Η καθυστέρηση ίσως να ενίσχυσε τις γερμανικές επιθετικές δυνάμεις, αλλά βοήθησε ακόμη περισσότερο τους Ρώσους.
Η αντίδραση των Σοβιετικών
Ο στρατάρχης Γκεόργκι Ζούκοφ είχε αναλάβει τη διοίκηση του Ερυθρού Στρατού και οι στρατιωτικές ικανότητές του, σε συνδυασμό με τις αναφορές της υπηρεσίας πληροφοριών, τον βοήθησαν να αντιληφθεί ότι το Κουρσκ θα ήταν ο επόμενος γερμανικός στόχος.
Επί τρεις μήνες ενίσχυε την άμυνά του με πρόσθετα άρματα και άνδρες, ενώ παραλλήλως τοποθέτησε χιλιάδες αντιαρματικές νάρκες σε όλες τις πιθανές προσβάσεις.
Οι Ρώσοι επιστράτευσαν πολίτες από τα γειτονικά χωριά για να θάψουν 1.800 νάρκες ανά χιλιόμετρο του μετώπου πριν αρχίσει η μάχη. Τον Ιούλιο, ο Ζούκοφ είχε οργανώσει την άμυνά του με 1.300.000 άνδρες, 3.300 άρματα μάχης, 20.000 κανόνια και 2.400 αεροσκάφη.
Παραδοσιακά, μια επιθετική δύναμη πρέπει να υπερβαίνει τους αντιπάλους της τουλάχιστον 3 ή 4 φορές προς 1 για να ελπίζει σε νίκη.
Στο Κουρσκ οι Γερμανοί είχαν 900.000 άνδρες, 2.700 άρματα, 10.000 κανόνια και 2.000 αεροπλάνα – μια δύναμη σημαντικά μικρότερη από τη ρωσική.
Επειδή το μεγαλύτερο μέρος των στρατευμάτων τους αποτελείτο από τις επίλεκτες μεραρχίες των SS, οι Γερμανοί διοικητές πίστευαν στις ικανότητες των στρατιωτών τους και, παρά την καταστρεπτική ήττα στο Στάλινγκραντ, δεν εκτιμούσαν ιδιαιτέρως τους Ρώσους.
Τη νύχτα της 3ης Ιουλίου οι γερμανοί μηχανικοί άρχισαν να καθαρίζουν τα ναρκοπέδια.
Οι σκαπανείς έκαναν καλή δουλειά, αλλά οι Ρώσοι αιχμαλώτισαν αρκετούς που αποκάλυψαν την ακριβή ώρα της επίθεσης.
Στις 4 και 5 Ιουλίου τα γερμανικά αεροπλάνα βομβάρδισαν τις ρώσικες γραμμές και ακολούθησε καταιγισμός πυρός κανονιών.
Δέκα λεπτά πριν από τη χερσαία επίθεση, το ρωσικό πυροβολικό απάντησε με τον δικό του καταιγισμό πυρός.
Οι Γερμανοί επιτέθηκαν βάσει του σχεδίου, αν και οι ανεντόπιστες νάρκες και το ρωσικό πυροβολικό επιβράδυναν τις προσπάθειές τους.
Η προέλαση στον νότο κάλυψε περίπου 30 χιλιόμετρα προς τα υψώματα, αλλά η επίθεση από βορρά προχώρησε μόλις 10 χιλιόμετρα προτού καθηλωθεί.
Στις 12 Ιουλίου οι Γερμανοί ανασυντάχθηκαν κοντά στο Προχορόφκα για την τελική τους επίθεση.
Μετά από προπαρασκευαστικά πυρά από την αεροπορία και το πυροβολικο, οι Γερμανοί προχώρησαν. Ομως, αιφνιδιάστηκαν από τους Ρώσους που βγήκαν ανάμεσα σε 700 γερμανικά άρματα με 850 τεθωρακισμένα και έφεραν τα εχθρικα τανκ σε απόσταση λίγων μέτρων μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να στέλνουν τα πυρά τους απ’ ευθείας εναντίον αλλήλων.
Σε αρκετές περιπτώσεις άρματα που είχαν εξαντλήσει τα πυρομαχικά τους προσπαθούσαν απλώς να εμβολίσουν τα εχθρικά τεθωρακισμένα.
Στο τέλος της ημέρας είχαν καταστραφεί περισσότερα από τα μισά γερμανικά άρματα μάχης. Περίπου άλλα τόσα ρωσικά είχαν αχρηστεύει, αλλά πολλά ήταν επισκευάσιμα και σύντομα τα επανέκτησαν οι Σοβιετικοί.
Οι Ρώσοι άρχισαν γενική αντεπίθεση την επόμενη ημέρα.
Στις 17 Ιουλίου ο Χίτλερ αντιλήφθηκε ότι ο «φάρος του κόσμου» είχε σβήσει και διέταξε υποχώρηση.
Η ρωσική αντεπίθεση εξασφάλισε γρήγορα τη γειτονική πόλη Ορέλ και στο τέλος Αυγούστου είχαν έρθει μέχρι το Χαρκόφ της Ουκρανίας.
Οι γερμανικές απώλειες στο Κουρσκ ήταν 100.000 άνδρες και ξεπέρασαν τους 500.000 μέχρι το τέλος της ρώσικης αντεπίθεσης.
Οι Σοβιετικοί δεν ανακοίνωσαν τις δικές τους απώλειες μέχρι την κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος σχεδόν πενήντα χρόνια αργότερα, οπότε παραδέχτηκαν τελικά ότι η υπεράσπιση του Κουρσκ και η επακόλουθη επίθεση στοίχισε περίπου 250.000 νεκρούς και 600.000 τραυματίες.
Το Στάλινγκραντ είχε σταματήσει τη γερμανική προέλαση στη Σοβιετική Ένωση.
Το Κουρσκ έθεσε τέλος στις γερμανικές επιθέσεις στο Ανατολικό Μέτωπο και οι γερμανικές δυνάμεις άρχισαν μια μακρά υποχώρηση πριν οι επελαύνοντας Ρώσοι βρεθούν στην ενδοχώρα της Γερμανίας και, τελικά, στο Βερολίνο.
ΠΗΓΗ: ΟΙ 100 ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΜΑΧΕΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ, MICHAEL LEE LANNING. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΝΑΛΙΟΣ