Τον Ιούλιο του 1965 οι αστυνομικοί του Α.Τ. Κολωνακίου βρέθηκαν προ εκπλήξεως, όταν γνωστός γιατρός των Αθηνών κατήγγειλε την 18χρονη υπηρέτρια του, έναν εργάτη του και θείο της και τον πατέρα της, ότι τον απήγαγαν από το διαμέρισμα του, τον κράτησαν όμηρο για 7 ώρες και απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν, αν δεν χωρίσει τη σύζυγό του για να τη παντρευτεί. Ήταν ένα ακόμη επεισόδιο από το πλούσιο αστυνομικό δελτίο της εποχής, όπου συχνά φτωχά κορίτσια της βιοπάλης έβρισκαν μεροκάματο σε μεγαλοαστικά σπίτια και στη συνέχει κατήγγειλαν ότι έπεσαν θύματα εκμετάλλευσης από τα εύπορα αφεντικά τους.
Ο νευρολόγος κατέθεσε στον αξιωματικό υπηρεσίας ότι είχε δεχτεί προειδοποιήσεις και απειλές κατά της ζωής του. «Αν δεν χωρίσεις τη γυναίκα σου για να παντρευτείς τη Βασιλική (18χρονη υπηρέτρια), θα σε καθαρίσουμε. Έχεις διορία μέχρι την Τρίτη. Θα ξαναπεράσουμε να τα πούμε», του είχαν πει.
Όταν η Τρίτη έφτασε, οι δύο άνδρες μαζί με τη Βασιλική τον επισκέφτηκαν ξανά, με άγριες διαθέσεις: «έλα έξω να πούμε δυο λόγια» με πρόσταξαν. Εγώ φοβήθηκα και τους ακολούθησα. Μόλις βγήκαμε από το διαμέρισμα, με έσυραν σε μια άλλη πολυκατοικία. Είσαι αιχμάλωτος μας τώρα. Θα πάρεις τη Βασιλική. Δεν θα γλιτώσεις από τα χέρια μας. Ή θα γεμίσεις κάποιο λάκκο, ή θα σου κάψουμε τη φάτσα με βιτριόλι’’ μου είπαν. Έπεσαν πάνω μου και άρχισαν να με χτυπούν, όχι βαριά, γιατί ίσως να φοβήθηκαν τις συνέπειες. Με κράτησαν δέσμιο για 7 ώρες», είχε καταθέσει ο γιατρός.
Μετά την εξιστόρηση των πρωτοφανών αυτών περιστατικών, ο νευρολόγος κατέθεσε μήνυση εναντίον των προσώπων που σχετίζονταν με την υπόθεση.
Η εκδοχή της 18χρονης και της οικογενείας της
Η 18χρονη και τα μέλη της οικογένειας της κλήθηκαν να καταθέσουν για το γεγονός, αλλά έδωσαν διαφορετική εκδοχή. Μάλιστα, ο θείος δήλωσε πως η ανιψιά του είχε με τον γιατρό ερωτική σχέση.
«Λίγες μέρες πριν, η σύζυγος του γιατρού έδιωξε τη Βασιλική. Μια μέρα μετά το διώξιμο, ήρθε ο γιατρός στο σπίτι της. Εκείνη την ώρα ήταν μόνη η Βασιλική. Όταν γυρίσαμε, τους είδαμε να μαλώνουν. Αναγκάστηκα να επέμβω και τότε ο γιατρός μου είπε ‘’αφού ξέρετε ότι την αγαπάω. Θα κάνω ότι πρέπει’’. Όσα λέει τώρα, ασφαλώς τα ονειρεύτηκε».
Στη συνέχεια, παραδέχτηκε πως πήγε με τον αδερφό του στην οικία του γιατρού μια φορά, όχι για να τον απειλήσουν ή να τον βλάψουν, αλλά για να ξεκαθαρίσουν το ζήτημα μια για πάντα: «Έπρεπε να δοθεί ένα οριστικό τέλος. Του είπαμε να επανορθώσει. Εκείνος δέχτηκε. Έδωσε μάλιστα στην ανιψιά μου τη βέρα και το ρολόι του, αλλά ύστερα άλλαξε τακτική. Τότε η Βασιλική έπεσε πάνω του και τον γρατζούνισε στο πρόσωπο. Αυτός πήρε το αυτοκίνητο και έφυγε. Πώς θα μπορούσαμε άλλωστε να τον απαγάγουμε μέρα μεσημέρι 50 χρονών άνθρωπο; Κούκλα ήτανε να τον βάλουμε στο αυτοκίνητο; Και πώς να τον απειλήσουμε; Αν ζητούσε βοήθεια δεν θα κινδυνεύαμε εμείς; Αυτά είναι παραμύθια».
Όπως δήλωσαν οι γονείς στους αστυνομικούς, η Βασιλική τους είχε εξομολογηθεί ότι ο γιατρός τη γλυκοκοίταζε.
«Τη συμβουλέψαμε να είναι προσεχτική. Να μη σηκώνει τα μάτια της προς τον κύριο. Εκείνος όμως την ενοχλούσε ολοένα και περισσότερο. Της έκανε προτάσεις, την ενοχλούσε τις νύχτες και δεν την άφηνε να κοιμηθεί».
Μου υποσχέθηκε πως θα με πάρει και πως θα χωρίσει τη γυναίκα του, μας έλεγε. Τότε καταλάβαμε πως κάτι ανεπανόρθωτο είχε συμβεί… Όταν η σύζυγος την έδιωξε, η ζωή της έγινε ένα μαρτύριο. Τρεις φορές την προλάβαμε να μην πάρει χάπια. Έκλαιγε, έκλαιγε συνεχώς και έλιωνε σαν το κερί
«Όχι! Είναι ψέματα όλα. Ούτε τον απήγαγα, ούτε τον κράτησα αιχμάλωτο. Εκείνος μου είπε ότι θα με παντρευτεί!», φώναζε η κοπέλα κατά τη διαδικασία της ανάκρισης.
Η απίστευτη αυτή υπόθεση της φερόμενης «γκανγκστερικής» απαγωγής λύθηκε αργότερα στα δικαστήρια.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
«Η βιτριολίστρια της Τρούμπας». Η ιερόδουλη που τύφλωσε με βιτριόλι τον πρώην εραστή της την ώρα που κοιμόταν….